Αρχική

Όλοι οι χρόνοι είναι UTC + 2 ώρες [ DST ]




Δημιουργία νέου θέματος Απαντήστε στο θέμα  [ 3 Δημοσιεύσεις ] 
Συγγραφέας Μήνυμα
UNREAD_POSTΔημοσιεύτηκε: Σάβ 29 Σεπ 2012, 09:43 
Χωρίς σύνδεση
Site Admin
Site Admin
Άβαταρ μέλους

Εγγραφή: Τρί 08 Ιαν 2008, 14:48
Δημοσιεύσεις: 10952
Βίος Αγίας Ευφημίας της Μεγαλομάρτυρος
Η Αγία Ευφημία η Μεγαλομάρτυς
Η μνήμη της εορτάζεται την 11 Ιουλίου και 16 Σεπτεμβρίου


Εικόνα

Η Μεγαλομάρτυς Ευφημία
Η γενναίοψυχη Μεγαλομάρτυς του Χριστού Ευφημία έζησε και μαρτύρησε επί του αυτοκράτορα Διοκλητιανού, πού βασίλεψε από το 284 μέχρι 305 μ.Χ.
Η Ευφημία καταγόταν από την Χαλκηδόνα. Ο πατέρας της ονομαζόταν Φιλόφρων. Ήταν πολύ πλούσιος και κατείχε το αξίωμα του Συγκλητικού. Η μητέρα της, η Θεοδοσιανή,
ήταν γυναίκα με πίστη χριστιανική.

Θαυμαστή ομολογία των Χριστιανών
Στα μέρη της Ανατολής, πού ζούσε η μακαρία Ευφημία, ηγεμόνας ήταν ο Πρίσκος.
Όταν έφτασε η γιορτή του ειδωλολατρικού θεού Άρη, στείλανε οι άρχοντες, παντού, σ’ όλη την επαρχία της Χαλκηδόνος αυστηρά γράμματα και διατάγματα και κήρυκες
με εντολές. Καλούσαν όλους μικρούς και μεγάλους, θέλοντας και μη να πάνε στη γιορτή του Άρεως.
Η Ευφημία ήταν αρχηγός σε μια ομάδα και συντροφιά Χριστιανών. Όταν έγινε η γιορτή συλλάβανε πολλά πλήθη των Χριστιανών. Μεταξύ αυτών συνέλαβε και την Ευφημία,
με τους συντρόφους της.

Ο ηγεμόνας αφού πρώτα τους μίλησε με υποκριτική πραότητα και αφού οι χριστιανοί επέμεναν να ομολογούν την πίστη τους έδωσε διαταγή να τους δέρνουν αλύπητα
επί είκοσι μέρες. Μετά την εικοστή ημέρα οι μάρτυρες έλαμπαν μαζί έλαμπε και η Ευφημία. Ο ηγεμόνας αφού είδε ότι δεν αλλάζουν έδωσε διαταγή να τους δείρουν.
Ο ξυλοδαρμός ήταν τόσος πολύς και βάναυσος, πού οι υπηρέτες από τον πολύ κόπο, έπεσαν εξαντλημένοι κάτω στη γη. Ο Θεός όμως δόξασε τους δούλους του.
Παρά τους πόνους, τους δυνάμωνε και έλαμπαν έτσι τα πρόσωπά τους από χαρά.

Η Αγία στο μαρτύριο του τροχού.
Την Αγία την κάλεσε κοντά του και της υποσχόταν πολλά, θαρρούσε ο ανόητος πώς θα την πλανέψει. Όμως η Αγία επέμενε στην πίστη της. Αμέσως τότε ο τύραννος
διατάσσει να την βάλουν στον τροχό. Συντρίβονταν όλα τα κόκκαλα της Αγίας, εξαρθρώνονταν οι αρθρώσεις της. Το σώμα; της κατακόβεται και το αίμα τρέχει. Οι πόνοι
είναι φοβεροί. Ο νους της όμως και η αγάπη της, όλη η ύπαρξη της είναι προσηλωμένη στο Χριστό.
— Χριστέ μου, έλεγε, η πηγή της ζωής, πού σώζεις όσους ελπίζουν σε Σένα, βοήθησε και μένα τώρα. Ας το μάθουν όλοι, ότι Συ είσαι Θεός μόνος και ότι δεν θα πλησιάσει
κανένα κακό, ούτε μάστιγα στο σκήνωμα εκείνων, πού προστρέχουν σε Σένα.

Ο Θεός απάντησε στην προσευχή της, διότι αμέσως ήλθε μια αόρατος δύναμις εξ Ουρανού και σε μια στιγμή την έλυσε από τον τροχό. Αλλά και το σώμα της το γιάτρεψε
τελείως, ώστε δεν φαινόταν το παραμικρό σημάδι από τις πληγές. Οι δήμιοι υστέρα από αυτό φοβήθηκαν, τα έχασαν και σταμάτησαν το θλιβερό έργο τους.
Η Μάρτυς βγήκε τότε από τον τροχό και περιπατούσε υγιέστατη και αβλαβής. Ήταν πολύ πιο ωραίο το πρόσωπο της από πριν. Ένα θειο φως έλουζε το πρόσωπο της.



Στην κάμινο του πυρός
Ο τύραννος τυφλωμένος από τον εγωισμό του, όχι μόνο δεν πίστεψε στην θεϊκή δύναμη, αλλά διέταξε να ρίξουν την Αγία μέσα στην φωτιά της καμίνου.
Αλλά τότε οι προϊστάμενοι των δημίων Σωσθένης και Βίκτωρ ήλθαν στον Πρίσκο και του είπαν:
- Εμείς, όπως βλέπεις και μόνος σου, είμαστε πρόθυμοι να εκτελέσουμε τις διαταγές σου, αλλά εδώ δεν απορούμε. Δεν μπορούμε να αγγίξουμε το σώμα της παρθένου,
διότι βλέπουμε δίπλα της κάτι φοβερούς άνδρες να στέκονται, πού μας φοβερίζουν και είναι έτοιμοι να σκορπίζουν την φωτιά κατ’ επάνω μας, για να την προφυλάξουν
και να την προστατέψουν.

Με αυτά, πού βλέπουμε, πιστεύουμε και ημείς, ότι ο Θεός της Ευφημίας ο Χριστός είναι Θεός αληθινός.
Ο Πρίσκος μόλις τ’ άκουσε αυτά τα έχασε. Αμέσως έπειτα διέταξε να τους φυλακίσουν και τους δυο για παράβαση διαταγής και εκδήλωση αναγνωρίσεως του Χριστού.
Ο Σωσθένης και ο Βίκτωρ την επόμενη μέρα μαρτύρησαν για την πίστη τους στον Χριστό.

Εν τω μεταξύ ο ηγεμόνας διέταξε δύο κακοπροαίρετους να ρίξουν την Αγία μέσα στην φλεγόμενη κάμινο.
Πέταξαν λοιπόν τότε εκείνοι την Αγία μέσα στην φωτιά της καμίνου. Η φλόγα όμως φούντωσε, ξεχύθηκε γύρω από την κάμινο με ορμή και κατέκαψε εκείνους,
πού έριξαν μέσα την Αγία.
Όταν η φλόγα μαράθηκε και οι υπηρέτες σκορπίσθηκαν από την θεϊκή τιμωρία, η Αγία βγήκε από την κάμινο τελείως αβλαβής.

Της ξύνουν τις σάρκες και την ρίχνουν στα θηρία
Την άλλη ημέρα ο τύραννος διέταξε να φέρουν την Αγία από την φυλακή. Η Αγία επέμενε στην Χριστιανική της πίστη και τότε φούντωσε ο τύραννος από το θυμό του
και διέταξε να της ξύσουν τις σάρκες με μυτερές πέτρες και σίδερα αιχμηρά. Οι δήμιοι κουράστηκαν, αλλά η Μάρτυς και πάλι φαίνονταν ακμαία και αβλαβής.
Τότε διέταξε και κατασκεύασαν στη μέση του σταδίου μια δεξαμενή μεγάλη. Την γέμισαν νερό και έβαλαν μέσα σ’ αυτή σαρκοβόρα θηρία της θαλάσσης. Κατόπιν διέταξε
να ρίξουν και την Αγία μέσα.

Έπειτα προσευχήθηκε η μάρτυς Ευφημία. Έκαμε έπειτα τον σταυρό της και με σταθερότητα και θάρρος μπήκε στο νερό. Τα θηρία εκείνα, όρμησαν μεν εναντίον της,
αλλά μόλις πλησίασαν στο μαρτυρικό σώμα της, σταμάτησαν. Έβαλαν την ράχη τους και βαστούσαν επάνω τους την Αγία, λες και φοβόνταν μήπως πάθη κανένα
κακό μέσα στα νερά.
Βλέποντας αυτά τα παράδοξα και εκπληκτικά ο Πρίσκος, απορούσε και θαύμαζε μέσα του. Αγωνιούσε αλλά δεν τον άφηνε ο τυφλός εγωισμός.

Τις λαλήσει τας δυναστείας σου, Κύριε
Έπειτα από αυτά ετοίμασαν ένα λάκκο στρωμένο με μικρά μυτερά σουβλιά και από πάνω τα είχανε σκεπασμένα με λίγο χώμα. Η Αγία πέρασε πάνω από αυτά,
χωρίς να πάθη τίποτε απολύτως. Μερικοί από το περιβάλλον του ηγεμόνα επεχείρησαν και αυτοί να περάσουν. Παραμέρισε όμως το λίγο χώμα. Έπεσαν επάνω
στα κοφτερά όργανα, κατακόπηκαν και αμέσως πέθαναν.

Η Αγία τότε ευχαρίστησε τον Σωτήρα της και έλεγε :
- Τίς λαλήσει τάς δυναστείας σου, ἡ ἀκουστᾶς ποιήσει πάσας τάς αἰνέσεις σου, Κύριε, διότι ἐφύλαξες ἀβλαβῆ τήν δούλη σου ἀπό πληγᾶς καί μάστιγας, ἀπό πῦρ καί θηρία,
ἀπό ὕδωρ καί τροχούς καί λάκκον. Καί τώρα, Δέσποτα, πολυέλεε, ρύσαι τήν ψυχήν μου ἐκ χειρός τοῦ ἐξ ἀρχῆς πολεμίου τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως. Ἁμαρτίας νεότητάς μου
καί ἄγνοιάς μου μή μνησθεῖς, ἀλλά καθάρισον πάντα μολυσμόν σαρκός καί πνεύματος μέ τάς σταγόνας τῶν αἱμάτων μου, οἱ ὅποιες διά Σέ χύθηκαν, διότι Σύ εἶσαι ἡ κάθαρσις,
ὁ ἁγιασμός καί ὁ φωτισμός τῶν δούλων σου.

Το ένδοξο τέλος της Μάρτυρος
Ο Πρίσκος όμως έμενε και πάλιν τυφλός μπροστά στις θαυματουργίες. Δεν άνοιγαν δυστυχώς τα μάτια του να δη την αλήθεια. Και τούτο, διότι ήταν κακοπροαίρετος.
Γι αυτό έφερε και πάλι στο στάδιο την Αγία και την διέταξε ν’ αγωνιστεί με τα θηρία.
Η Αγία όμως στενοχωριόταν γιατί δεν αναχωρούσε το συντομότερο για τον ποθούμενο της Νυμφίο Χριστό, στην αληθινή και παντοτινή ζωή και ευφροσύνη. Γι αυτό
προσευχήθηκε και ζήτησε από τον Κύριο να παραλάβει την ψυχή της.

Έτσι, λοιπόν, καθώς προσευχόταν η καλλιπάρθενος Μάρτυς, οι τύραννοι άφησαν να ορμήσουν κατ’ επάνω της τέσσερα λιοντάρια και τρεις αρκούδες. Τα θηρία πλησίασαν
και φιλούσαν με πολλή ευλάβεια, σαν να ήταν άνθρωποι, τα πόδια της Αγίας. Μία όμως άρκτος δάγκωσε ένα μέρος από το σώμα της Αγίας. Πληγή ή σημάδι δεν έκαμε κανένα
στο σώμα της Αγίας. Αυτό όμως έγινε Αφορμή να υπάγει η Μάρτυς Ευφημία προς τον ποθούμενο Νυμφίο της Χριστό.

Ήταν η 16η του μηνός Σεπτεμβρίου του έτους 303 μ.Χ.
Ο Θεός δόξασε την έξοδο της εκ του κόσμου τούτου, διότι ακούστηκε φωνή από τον Ουρανό πού έλεγε:
«Ἀνελθε πρός τόν στεφανοδότην ἡ τόν καλόν ἀγώνα ἀγωνισαμένη καί τόν δρόμον ἤδη τελέσασα, διά νά λάβης τούς μισθούς καί τάς ἀμοιβάς τῶν κόπων σου...»
Συγχρόνως δε με την φωνή έγινε και μεγάλος σεισμός, πού έσεισε την πόλη. Όλοι οι κάτοικοι φοβήθηκαν και έφευγαν έξω.
Τότε βρήκαν την ευκαιρία οι γονείς της Αγίας, πήραν το μαρτυρικό και πολύτιμο εκείνο σώμα της και το έθαψαν με τα χέρια τους σ’ ένα τόπο κοντά στην Χαλκηδόνα.
Το ενταφίασαν μ’ ευλάβεια και τιμές. Όταν το ενταφίαζαν δεν έκλαιαν, αλλά χαίρονταν, διότι αξιώθηκαν να είναι γονείς τέτοιας νέας. Χαίρονταν ακόμη, διότι προσέφεραν
στο Θεό καρπό ευλογίας πιο ιερό και άγιο από κάθε άλλη προσφορά και δώρο.

Το ιερό Λείψανο της Αγ. Ευφημίας
Μετά την Άλωση το Πατριαρχείο μετεφέρθη στον Ναό των Αγίων Αποστόλων. Εις τον Ναό αυτόν μεταφέρθηκαν και όλα τα ιερά λείψανα και μαζί μ’ αυτά και το ιερό
λείψανο της Αγίας Ευφημίας.
Από εκεί μετεφέρθη και πάλι το λείψανο της Αγίας στο Πατριαρχείο, στον Ναό της Παμμακαρίστου, μαζί με τα άλλα λείψανα. Κατά τον καιρό της μαύρης σκλαβιάς
οι Τούρκοι άρπαζαν εκτός από τα άλλα και τους Ναούς και τους έκαναν τζαμιά. Άρπαξαν και τον Ναό της Παμμακαρίστου. Το δε Πατριαρχείο μετεφέρθη εις τον Ναό
του Αγίου Μεγαλομάρτυρος Γεωργίου εις το Φανάρι, όπου είναι μέχρι σήμερα. Εκεί μετεφέρθη και το Άγιο λείψανο, της Αγίας Ευφημίας, πού το τιμούν και το σέβονται πολύ,
όχι μόνον Ορθόδοξοι, αλλά και αιρετικοί. Κάμνει δε πολλά θαύματα σε όσους πηγαίνουν εκεί ,με πίστη και ευλάβεια.

Όταν εκ βάθρων ανοικοδόμησαν τα Πατριαρχεία, κτίσθηκε στο δεξιό μέρος του Ναού του Άγιου Γεωργίου και παρεκκλήσιο της Αγίας Ευφημίας, όπου βρίσκεται και το ιερό
λείψανο της.
Η μνήμη της τελείται εκεί στις 11 Ιουλίου. Τότε συρρέουν εκεί τα πλήθη των Ορθοδόξων, ανδρών και γυναικών της Κωνσταντινουπόλεως και των περιχώρων, αλλά και
πολλοί ετερόδοξοι και όσοι πηγαίνουν με ευλάβεια και ασπάζονται, θεραπεύονται από ασθένειες και άλλα βάσανα.




Απολυτίκιον, Κοντάκιον και Μεγαλυνάριον της 11ης Ιουλίου

Ἀπολυτίκιον
Ἦχος γ΄ Θείας Πίστεως.

Λίαν εὔφρανας τούς Ὀρθοδόξους καί κατήσχυνας τούς κακοδόξους, Εὐφημία, Χριστοῦ καλλιπάρθενε. Τῆς γάρ Τετάρτης Συνόδου ἔκυρωσας,
ἅ οἱ Πατέρες καλῶς ἐδογμάτισαν. Μάρτυς ἔνδοξε, Χριστόν τόν Θεό ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἠμίν τό μέγα ἔλεος.

Κοντάκιον
Ἀγώνας ἐν ἀθλήσει, ἀγώνας ἐν τή πίστει, κατέβαλες θερμῶς ὑπέρ Χριστοῦ τοῦ Νυμφίου σου. Ἀλλά καί νῦν,, εἰς τάς αἱρέσεις καί τῶν ἐχθρῶν τό φρύαγμα,
ἐν τοῖς ποσί τῶν βασιλείων ἠμῶν, ὑποταγῆναι πρέσβευε, διά της. Θεοτόκου, ἡ ἀπό ἑξακοσίων τριάκοντα θεοφόρων Πατέρων, ὄρον λαβοῦσα καί φυλάττουσα,. Πανεύφημε.

Μεγαλυνάριον
Πίστιν βεβαιοῦσα τήν ἀληθῆ, δί’ ἤν Εὐφημία σφαγιάζη ἀθλητικῶς, ἐν ἀγκάλαις φέρειν τόν Τόμον τῶν Πατέρων, ποσί δέ ἀπορρίπτεις τόν τῆς αἱρέσεως.


Απολυτίκιον, Κοντάκιον και Μεγαλυνάριον της 16ης Σεπτεμβρίου

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’. Τὴν ὡραιότητα.
Τῷ θείῳ ἔρωτι, λαμπρῶς ἀθλήσασα, εἰς oσμὴν ἔδραμες, Χριστοῦ πανεύφημε, οἶα νεᾶνις παγκαλής, καὶ Μάρτυς πεποικιλμένη· ὅθεν εἰσελήλυθας, εἰς παστάδα
οὐράνιον, κόσμῳ διανέμουσα, ἰαμάτων χαρίσματα, καὶ σώζουσα τοὺς σοὶ ἐκβοῶντας· χαίροις θεόφρον Εὐφημία.

Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθεῖς ἐν τῷ Σταυρῷ.
Ἐν τῇ ἀθλήσει σου καλῶς ἠγωνίσω, καὶ μετὰ θάνατον ἡμᾶς ἁγιάζεις, ταῖς τῶν αἱμάτων βλύσεσι Πανεύφημε· ὅθεν σου τὴν κοίμησιν, τὴν ἁγίαν τιμῶμεν, πίστει
παριστάμενοι, τῷ σεπτῷ σου λειψάνῳ, ἵνα ῥυσθῶμεν νόσων ψυχικῶν, καὶ τῶν θαυμάτων τὴν χάριν ἀντλήσωμεν.

Μεγαλυνάριον.
Εὔφημόν σοι αἶνον καὶ ἱερόν, πανεύφημε Μάρτυς, ἀναμέλπομεν εὐπρεπῶς· σὺ γὰρ Εὐφημία, ἐμπρέψασα εὐφήμως, τῷ Λόγῳ ἐδοξάσθης, ὡς καλλιπάρθενος.

_________________

«Σταυρός, ο φύλαξ πάσης της οικουμένης.
Σταυρός, η ωραιότης της Εκκλησίας.
Σταυρός, βασιλέων το κραταίωμα.
Σταυρός, πιστών το στήριγμα.
Σταυρός, αγγέλων η δόξα
και των δαιμόνων
το τραύμα»


Κορυφή
 Προφίλ  
Απάντηση με παράθεση  
UNREAD_POSTΔημοσιεύτηκε: Κυρ 29 Σεπ 2013, 13:43 
Χωρίς σύνδεση
Site Admin
Site Admin
Άβαταρ μέλους

Εγγραφή: Τρί 08 Ιαν 2008, 14:48
Δημοσιεύσεις: 10952
Μνήμη της Αγίας Μεγαλομάρτυρος και πανευφήμου Ευφημίας.
Υπέρ Θεού κτανθείσαν άρκτου ταις μύλαις,
ευφημίαις σε χρη στέφειν, Ευφημία.
Τη δ΄ εκκαιδεκάτη Ευφημίαν έκτανεν άρκτος.


Ευφημία η πανεύφημος του Χριστού Μεγαλομάρτυς ήκμαζε κατά τους χρόνους του αυτοκράτορος των Ρωμαίων Διοκλητιανού βασιλεύσαντος κατά τα έτη σπδ΄-τε΄(284-305), είναι δε αύτη, ήτις θαυμασίως εκράτυνε τον όρον της εν Χαλκηδόνι συνελθούσης Αγίας Τετάρτης Οικουμενικής Συνόδου, ρμη΄(148) έτη περίπου από του μαρτυρίου αυτής ήτοι εν έτει υνα΄(451). Αύτη ήτο από την Χαλκηδόνα και ο μεν πατήρ της ωνομάζετο Φιλόφρων και ήτο περιφανής και πλούσιος, συγκλητικός το αξίωμα, η δε μήτηρ της εκαλείτο Θεοδοσιανή, ήτο δε γυνή ευσεβής και συμπαθεστάτη εις τους πτωχούς. Από τοιαύτην όθεν ρίζαν αγαθήν εκβλαστήσασα η καλλίνικος Ευφημία δεν ήργησε να καταστή ονομαστή και πανεύφημος δια την προς Χριστόν πίστιν και ευσέβειαν. Κατά την εποχήν εκείνην, ως είπομεν, εβασίλευε των Ρωμαίων ο Διοκλητιανός, όστις εκίνησε μέγαν διωγμόν εναντίον των Χριστιανών, ηγεμόνευε δε εις τα μέρη της Ανατολής ο Πρίσκος, έχων συγκάθεδρόν του φιλόσοφόν τινα Απελλιανόν, ο οποίος ήτο και ιερεύς του ψευδωνύμου θεού Άρεως.

Όταν λοιπόν έφθασεν η εορτή του θεού των, εστάλησαν πανταχού γράμματα, προσταγαί και κήρυκες εις όλην την επαρχίαν Χαλκηδόνος, προσκαλούντες όλους τους ανθρώπους εις την εορτήν του Άρεως· όσοι δε εναντιωθούν και δεν έλθουν εις την Χαλκηδόνα, όπου ήτο η εορτή και ο ναός του Άρεως, να φονεύωνται με πικράς βασάνους. Τότε λοιπόν όσοι ήσαν Χριστιανοί και ευσεβείς συνηθροίζοντο επί το αυτό και απετέλουν ομάδας και συντροφίας, εκ των οποίων άλλοι μεν εκλείοντο εις οικίας, άλλοι δε κατέφευγον εις τας ερημίας, εις προσευχάς και δεήσεις σχολάζοντες και τον αληθινόν Θεόν λατρεύοντες. Ενός τοιούτου τάγματος Χριστιανών και μιάς τοιαύτης ομάδος και συντροφίας ήτο πρώτη και οδηγός η ένδοξος Ευφημία· αφού δε συνηθροίσθη η εορτή, ο Απελλιανός παρεκίνησε τον ηγεμόνα να συλλάβη πολλά πλήθη των Χριστιανών, μεταξύ των οποίων και την καλλιπάρθενον Ευφημίαν με τους συντρόφους της, η οποία και κατά το κάλλος του σώματος και της αρετής, και δια το άνθος της ηλικίας και του γένους την ευγένειαν έλαμπεν εν μέσω των άλλων ως λαμπρός και περιφανής αστήρ· ήτο δε η συντροφία της όλη τεσσαράκοντα εννέα. Αχθέντων όθεν τούτων έμπροσθεν του ηγεμόνος, ήρχισεν ο ηγεμών να τους ομιλή πραέως λέγων εις αυτούς: «Εγώ βλέπων την πολλήν σας σύνεσιν, ελπίζω ότι θέλετε θυσιάσει εις τον μεγάλον Άρην, και δεν θέλετε προτιμήσει αντί δόξης και τιμής και ζωής, πικρόν και πολυώδυνον θάνατον». Προς ταύτα οι Άγιοι είπον με θάρρος μεγάλον και ανδρείαν· «Μη χάνης τα λόγια σου, ω ηγεμών· διότι ημείς το έχομεν δια μεγάλην εντροπήν, όντες λογικοί, να προσκυνούμεν αναισθήτους και ανοήτους θεούς, και να αφήσωμεν τον αληθή Θεόν, με του οποίου μόνον τον λόγον έγινεν ο ουρανός και η γη και πάντα τα εν αυτοίς· δια δε τας βασάνους, με τας οποίας μας φοβερίζεις, γίνωσκε πως φοβούμεθα μήπως και είναι ελαφραί, και δεν είναι αρκεταί δια τέλειον μαρτύριον· λοιπόν δοκίμασον, και τότε θέλεις ίδει την δύναμιν του Θεού μας». Ταύτα ακούσας ο τύραννος ήναψεν από τον θυμόν, και επρόσταξε να δέρουν κάθε ημέραν τους Μάρτυρας, έως είκοσιν ημέρας, και να τους φυλακίσουν· οι δε Άγιοι έχαιρον διότι ελάμβανον πληγάς επάνω εις άλλας πληγάς, και πόνους επάνω εις άλλους πόνους. Ότε λοιπόν έφθασεν η εικοστή ημέρα, τους έφερε πάλιν ο τύραννος έμπροσθέν του· η δε καλλίνικος Ευφημία έλαμπεν αναμέσον των άλλων, ωσάν λαμπρά σελήνη εν μέσω λαμπρών αστέρων· είπε δε εις αυτούς ο τύραννος: «Ω άνθρωποι, τώρα οπού είδατε και με το έργον τα προοίμια της δυστυχίας σας, πεισθήτε και θυσιάσατε». Τότε ο γενναίος χορός εκείνος, ομού με την Ευφημίαν, είπον: «Μη πλανάσαι, ω δικαστά, διότι ημείς αδύνατον είναι να σε ακούσωμεν και να θυσιάσωμεν εις τα αναίσθητα είδωλα». Όθεν θυμωθείς πάλιν ο ηγεμών επρόσταξε και τους έδειραν τόσον, ώστε οι υπηρέται από τον πολύν κόπον έπεσον εις την γην ως ημιθανείς. Ο δε Θεός εδόξασε τους δούλους του και έλαμπον τα πρόσωπά των θαυμασίως · αλλά τους μεν άλλους Αγίους επρόσταξεν ο κριτής και τους εφυλάκισαν, δια να τους αποστείλη εις τον Διοκλητιανόν, διότι ούτω τον εσυμβούλευσεν ο Απελλιανός· την δε Αγίαν εκάλεσε πλησίον του, και πολλά υποσχόμενος την παρεκίνει, θαρρών να την πλανήση· η δε Αγία του είπεν: «Η δύναμις του Χριστού μου είναι άμαχος, και μη θαρρής, διότι με βλέπεις γυναίκα, να με νικήσης». Τότε ο τύραννος παροργισθείς επρόσταξε και την εγύριζον εις τους τροχούς με πολλήν βίαν. Συνετρίβοντο όθεν τα μέλη της Μάρτυρος και εχωρίζοντο από τας αρμονίας των, αλλ΄ ο νους και η αγάπη αυτής δεν απεμακρύνοντο από τον Χριστόν· υψώσασα δε το όμμα εις τους ουρανούς έλεγε: «Κύριέ μου Ιησού Χριστέ, η πηγή της ζωής, ο σώζων τους εις Σε ελπίζοντας· βοήθησόν μοι και τώρα, και ας γνωρισθή εις όλους ότι Συ είσαι Θεός μόνος, και ότι δεν θέλει πλησιάσει κανένα κακόν, ουδέ μάστιξ εν τω σκηνώματι των προστρεχόντων εις Σε». Ούτως η Μάρτυς προσηύξατο, ο δε Θεός ετελείωσε την προσευχήν της· διότι ευθύς, ελθούσα ουρανία δύναμις, εις μίαν στιγμήν, την έλυσεν από τον τροχόν, και ιάτρευσε το σώμα της τόσον, ώστε δεν εφαίνετο μήτε μικρόν σημείον των πληγών· φοβηθέντες όθεν οι υπηρέται της ανομίας απέμειναν ανενέργητοι. Η δε Μάρτυς, εξελθούσα από τους τροχούς, περιεπάτει υγιής και αβλαβής και λαμπροτέρα κατά την όψιν. Αλλά καθώς ο αράπης δεν ασπρίζει, ουδέ ο καρκίνος μανθάνει να περιπατή ευθέως, ούτω λοιπόν και ο μιαρός Πρίσκος, και τοιούτον παράδοξον θαύμα βλέπων, ων τυφλότερος από τους θεούς του, όχι μόνον δεν ηννόησε την αλήθειαν, αλλά και εφοβέριζε να κατακαύση ζωντανήν την Αγίαν. Η δε καλλίνικος του Χριστού Μάρτυς μηδαμώς φοβηθείσα απεκρίνατο: «Εγώ, ω τύραννε, τούτο το πρόσκαιρον και ολιγοχρόνιον πυρ δεν φοβούμαι, αλλά τρέμω εκείνο το αιώνιον οπού μέλλει να καίη ακαταπαύστως εκείνους, οίτινες αρνούνται τον Χριστόν». Όθεν ο τύραννος επρόσταξε και ήναψαν κάμινον, ανέβαινε δε η φλοξ αυτής τεσσαράκοντα πέντε πήχεις υπεράνω της καμίνου· μέλλοντες δε να ρίψουν εντός ταύτης την Αγίαν, οι προεστώτες των υπηρετών Σωσθένης και Βίκτωρ ήλθον εις τον Πρίσκον λέγοντες: «Ημείς μεν, καθώς μόνος σου βλέπεις, είμεθα πρόθυμοι εις τας διαταγάς σου· ήδη όμως δεν δυνάμεθα να εγγίσωμεν εις το σώμα της παρθένου· διότι βλέπομεν άνδρας φοβερούς κατά την όψιν, οίτινες ιστάμενοι παρά το πλευρόν της μας απειλούν, είναι δε έτοιμοι να σκορπίσουν το πυρ και να φυλάξουν αυτήν» · ως δε ήκουσε ταύτα ο Πρίσκος διέταξε και τους εφυλάκισαν, επειδή έγιναν Χριστιανοί. Ενόσω δε ταύτα εγίνοντο, προσηύξατο ταύτα η Αγία λέγουσα: «Ο Θεός ο εν υψηλοίς κατοικών και τα ταπεινά εφορών, ο τους εν Βαβυλώνι τρεις Παίδας δια τον σον νόμον εκδοθέντας πυρί, δια Αγίου Αγγέλου σου κακών απαθείς συντηρήσας και δρόσον αυτοίς άνωθεν επιπέμψας, αυτός και νυν τη ση δούλη παράστηθί μοι βοηθός, αγωνιζομένη υπέρ της Σης δόξης, Χριστέ». Ταύτα της Αγίας προσευχομένης έπεμψεν ο ηγεμών δύο κακούς του υπηρέτας, Καίσαρα και Βάριον καλουμένους, δια να ρίψουν την Αγίαν εις την κάμινον· ούτοι δε ελθόντες, δεν είδον την όψιν των θείων Αγγέλων, επειδή ήσαν κακοπροαίρετοι, και δεν έμελλε να πιστεύσουν εις τον Χριστόν. Ερρίφθη όθεν εις την κάμινον η Αγία· η δε φλοξ αναβράσασα περιεχύθη πέριξ της καμίνου, καθώς και εις την Βαβυλώνα το πρότερον εγένετο, και ετιμώρησεν εκείνους οίτινες έρριψαν την Αγίαν· η δε καλλίνικος και αθληφόρος, ως εις δροσερούς και απαλούς τόπους ευρισκομένη, προσηύχετο· αφού δε εμαράνθη η φλοξ και οι υπηρέται διεσκορπίσθησαν από την θεϊκήν τιμωρίαν, εξήλθεν η Αγία της καμίνου αβλαβής και ούτε τα ενδύματά της δεν ήγγισε το πυρ. Αλλά την μεν Αγίαν και αύθις εφυλάκισεν ο ηγεμών, την δε ερχομένην ημέραν έφερε τον Βίκτωρα και τον Σωσθένην και τους επρόσταξε να θυσιάσουν εις τα είδωλα. Εκείνοι δε οι μακάριοι είπον: «Ημείς, ω ανθύπατε, όντες δεδουλωμένοι πρότερον από μαγάλην πλάνην, καθώς είσαι και συ ακόμη, ηξιώθημεν τώρα από θείαν νεύσιν και αγαθότητα και εκαταλάβαμεν την αλήθειαν δια μέσου ταύτης της παρθένου· γίνωσκε λοιπόν, ότι δεν θύομεν εις αψύχους θεούς· μη γένοιτο να γίνωμεν τόσον ανόητοι, να υπακούσωμεν εις τα προστάγματά σου». Ταύτα των Μαρτύρων ειπόντων διέταξεν ευθύς ο τύραννος να τους παραδώσουν εις τα θηρία· οι δε Μάρτυρες μεγάλως εχάρησαν και προσηυχήθησαν εις τον Θεόν λέγοντες: «Δος, Κύριε, δια μέσου των οδόντων των θηρίων τούτων να συντρίψωμεν τας σιαγόνας του νοητού και ασάρκου θηρίου». Ήκουσαν δε φωνήν ουρανόθεν λέγουσαν, ότι εισηκούσθη η δέησίς των. Ευθύς δε ως αφέθησαν τα θηρία κατεπάνω αυτών, δαγκάνοντα αυτούς, έπιον μόνον το αίμα, τα δε σώματα αυτών εσεβάσθησαν και δεν τα έφαγον, ουδέ τα ήγγισαν παντελώς, διότι ημπόδιζε και αυτά η δεινή εκείνη χάρις, ήτις εχαλίνωσε τα στόματα των λεόντων εις τον καιρόν του Προφήτου Δανιήλ· και ούτω λοιπόν ούτοι οι αθλοφόροι σύντομον έλαβον το υπέρ Χριστού Μαρτύριον, τα δε ιερά αυτών σώματα, λαβόντες τινές πιστοί, τα ενεταφίασαν με ψαλμούς και ύμνους. Την ερχομένην ημέραν έφερε πάλιν την Αγίαν ο ηγεμών από την φυλακήν· ερχομένη δε η Μάρτυς εις τον δρόμον έλεγεν: «Εν τη οδώ των Μαρτυρίων σου ετέρφθην ως επί παντί πλούτω· εν τοις δικαιώμασί σου αδολεσχήσω, ουκ επιλήσομαι του νόμου σου» και όσα ακόλουθα· ο δε τύραννος της είπεν: «Έως πότε θα ταλαιπωρής τον εαυτόν σου, θα λυπής τους θεούς και θα οργίζης και τον βασιλέα; Καλόν είναι να θυσιάσης εις τους θεούς». Η δε Αγία είπε: «Και ποίον άλλο είναι φρονιμώτερον, ω ηγεμών, από του να μη πείθεταί τις εις λίθους αψύχους, και να μη πιστεύη θεούς κωφούς και αναισθήτους; Καθώς τουναντίον ποίον άλλο ανοητότερον είναι από του να πείθεται εις αυτά;» Οργισθείς όθεν προς ταύτα ο τύραννος επρόσταξε και εγύριζον οξείς λίθους και σίδερα αιχμηρά άνω και κάτω συχνά και ούτω κατεκόπτετο και κατεσχίζετο το σώμα της Μάρτυρος· αλλ΄ οι μεν δήμιοι απέκαμον, οι λίθοι από την βίαν συνετρίβησαν, η δε Μάρτυς και πάλιν εφαίνετο απαθής και αβλαβής. Ο δε Πρίσκος πάλιν οργιζόμενος επρόσταξε και κατεσκεύασαν εις την μέσην του σταδίου δεξαμενήν μεγάλην, την οποίαν επλήρωσαν ύδατος και έβαλον εντός αυτής από όλα τα σαρκοβόρα θηρία της θαλάσσης, κατόπιν επρόσταξε να ρίψουν εντός την Αγίαν· η δε Αγία, ως το ήκουσεν, ήλθε μόνη της και ωνείδιζε τον τύραννον λέγουσα: «Διατί κοπιάζεις ανωφελώς εναντίον των δούλων του Χριστού, και φαίνεσαι κακός και ανόητος;» είτα υψώσασα τας χείρας προς τον ουρανόν συν δάκρυσιν έλεγεν: «Ιησού, το φως μου, το εμόν καύχημα, η εμή ζωή, ο της εμής ασθενείας βοηθός, συ όστις έκαμες την κοιλίαν του θηρίου καλόν θάλαμον εις τον Ιωνάν και έφραξας στόματα λεόντων δια τον Δανιήλ, Αυτός και νυν με διάσωσον, Δέσποτα, δια να δοξασθούν οι προσκυνούντές Σε και να αισχυνθούν οι εναντίοι σου». Ούτω προσευξαμένη η Αγία και ποιούσα τον Σταυρόν της, εισήλθεν ανδρείως εις το ύδωρ· τα δε θηρία ώρμησαν μεν, αλλ΄ ευθύς ως επλησίασαν εις το μαρτυρικόν σώμα, ελησμόνησαν την τροφήν, και εβαστούσαν την Αγίαν επάνω αυτών ως να εφοβούντο μήπως πάθη κακόν τι εις τα ύδατα η Αγία. Βλέπων ταύτα τα παράδοξα ο Πρίσκος ηπόρει μεν και εθαύμαζεν, αλλά να καταλάβη το φως της αληθείας δεν ηδύνατο· έλεγε δε προς τον Απελλιανόν: «Πως από μίαν γυναίκα ενικήθησαν και πυρ και πληγαί και τροχοί και θηρία;» Ο δε μιαρός και τυφλός προς το φως Απελλιανός είπε: «Όλα αυτά τα κάμνει η Μάρτυς δια μαγείας». Ο δε ανθύπατος πάλιν είπε με περισσοτέραν στόχασιν: «Αλλά διατί οι θεοί, οίτινες μισούν τα πονηρά έργα, δεν την παιδεύουν;» Έπειτα ητοίμασαν άλλον λάκκον εστρωμένον με μικρά σουβλία και επάνωθεν σκεπασμένον με ολίγον χώμα. Αλλ΄ η Αγία διήλθεν αβλαβής· έτεροι δε επιχειρήσαντες να διέλθωσιν, παρεμέρισεν το ολίγον χώμα, το οποίον ήτο ερριμμένον άνωθεν, και πίπτοντες εκείνοι εις τα κοπτερά και αιχμηρά αυτά όργανα παρευθύς εθανατώθησαν. Η δε Αγία ευχαριστούσα τον Σωτήρα της Θεόν, έλεγε: «Τις λαλήσει τας δυναστείας Σου, και ακουστάς ποιήσει τας αινέσεις Σου, Κύριε; Διότι εφύλαξας αβλαβή την δούλην Σου από πληγάς και μάστιγας, από πυρ και θηρία, από ύδωρ και τροχούς και λάκκον. Και ήδη, Δέσποτα πολυέλεε, ρύσαι την ψυχήν μου εκ χειρός του εξ αρχής πολεμίου της ανθρωπίνης φύσεως· αμαρτίας νεότητός μου και αγνωσίας μου μη ενθυμηθής, αλλά κάθαρον πάντα μολυσμόν σαρκός και πνεύματος με σταγόνας των αιμάτων μου, αίτινες δια Σε εχύθησαν· διότι Συ είσαι η κάθαρσις, ο αγιασμός και φωτισμός των δούλων Σου». Και η μεν Αγία ταύτα ηύξατο και της ευχής δεν απέτυχεν· ο δε Πρίσκος επενόησεν άλλον λάκκον και απώλειαν ψυχικήν, και όχι σωματικήν, διότι εκάλεσε την Αγίαν και της είπε με προσποιητήν ημερότητα: «Συ μεν ως γυνή επλανήθης, αλλ΄ ούτε ημείς δεν έπρεπε να δείξωμεν τόσον θυμόν εναντίον σου, δια τον οποίον συμπάθησόν μας, και θυσίασον εις τον μεγάλον θεόν Άρην· και τόσον άμετρον πλούτον και δόξαν θα λάβης, ώστε θα λησμονήσης όλας σου τας προτέρας θλίψεις, και θα ζήσης ευτυχέστατα, καθώς και σου πρέπει, επειδή και είσαι ωραιοτάτη παρθένος και από ευγενέστατον γένος». Αλλ΄ η πανεύφημος Ευφημία είπε προς αυτόν: «Ω ψυχή κακότεχνε, δόλου γέμουσα και πικρίας, ω δαιμονία γνώμη, δεν παύεις από τας φλυαρίας σου και κακουργίας σου; Εγώ να θυσιάσω εις δαίμονας και είδωλα, έπειτα από τας τόσας βοηθείας και ευεργεσίας τας οποίας κατηξιώθην από τον Δεσπότην μου και αφού πλέον εφανερώθη η αλήθεια με τόσα έργα, με τα οποία κατήσχυνα την υπερηφάνειάν σας, και απέδειξα την αδυναμίαν των θεών σας; Δια τούτο άφες, ταλαίπωρε, την υπόκρισιν, και κάμε όσα σε ερμηνεύει ο διδάσκαλός σου ο διάβολος». Τότε ο Πρίσκος εθυμώθη πάλιν· όθεν επρόσταξε και την έδερον με ραβδία ασπλάγχνως, έφερε δε και πρίονας κοπτερούς, κάτωθεν δε έθεσαν πυρ και έβαλαν τηγάνια σιδηρά, δια να λυώνουν τας σάρκας τας οποίας ήθελον πριονίσει, και ούτω να γίνουν στάκτη. Ευθύς όμως ως ήγγισαν οι πρίονες το σώμα της Μάρτυρος, εστράβωσαν οι οδόντες αυτών, και έμειναν ανενέργητοι, το δε πυρ εσβέσθη, και η Μάρτυς αβλαβής εφυλάχθη, ο Πρίσκος όμως και πάλιν τυφλός έμεινεν, επειδή και το φως είναι εις όλους επιθυμητόν, αλλά εις τους ασθενείς οφθαλμούς είναι μισητόν και πολέμιον· ούτως είναι και εις τας κακοπροαιρέτους ψυχάς το θεϊκόν φως και η αρετή. Όθεν έφερε πάλιν εις το στάδιον την Αγίαν, και επρόσταξεν αυτήν να πολεμήση με τα θηρία· η δε ελυπείτο πως δεν ανεχώρει το συντομώτερον προς τον ποθούμενόν της Νυμφίον Χριστόν, εις την αληθινήν ζωήν και ευφροσύνην· διο και προσηύξατο λέγουσα: «Δέσποτα και Κύριε πάσης αρχής, έδειξας εις εμέ την ανίκητόν Σου δύναμιν, ήλεγξας την ασθένειαν των δαιμόνων, την αγνωσίαν των τυράννων, με έκαμες δυνατωτέραν των πληγών και βασάνων· λοιπόν, καθώς εδέχθης τας σφαγάς και τα αίματα των προ εμού Μαρτύρων, πρόσδεξαι και την εμήν θυσίαν και σφαγήν εν ψυχή συντετριμμένη και πνεύματι ταπεινώσεως προσφερομένην Σοι, και προσλαβών την εμήν ψυχήν, ανάπαυσον εν σκηναίς Αγίων και Μαρτύρων χοροίς, ότι ευλογητός Ει εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν». Ούτω προσευχομένης της Αγίας, άφησαν κατεπάνω αυτής τέσσαρας λέοντας και τρεις άρκτους, όλα δε αυτά πλησιάσαντα εφιλούσαν με πολλήν ευλάβειαν ανθρωπίνως τους πόδας της Αγίας· μία δε από τας άρκτους εκείνας, δαγκάνουσα εν μέρος από το σώμα της Αγίας, πληγήν μεν ή σημείον κανένα δεν έκαμεν, έγινεν όμως αφορμή να απέλθη η Μάρτυς προς τον ποθούμενόν της Θεόν, έχοντος τότε του Σεπτεμβρίου μηνός δέκα και εξ, έτος δε κατά την επικρατεστέραν γνώμην ήτο το τγ΄ (303)· φωνή δε ηκούσθη ουρανόθεν καλούσα την Αγίαν Ευφημίαν εις τας θείας αυλάς, λέγουσα: «Άνελθε προς τον στεφανοδότην η τον καλόν αγώνα αγωνισαμένη, και τον δρόμον ήδη τελέσασα, δια να λάβης τους μισθούς και τα χαρίσματα των πόνων σου». Ομού δε με την φωνήν σεισμός μέγας εγένετο, και εσάλευσε την πόλιν ως φύλλα των δένδρων· όλοι δε οι κατοικούντες φοβηθέντες έφευγον όπου ηδύνατο έκαστος. Ευρόντες όθεν οι γεννήτορες της Αγίας ευκαιρίαν κατάλληλον έλαβον το μαρτυρικόν και πολύτιμον εκείνο σώμα, και το έθαψαν με τας ιδίας των χείρας εις ένα τόπον πλησίον της Χαλκηδόνος, εντίμως και ευλαβώς, όχι κλαίοντες, αλλά χαίροντες και ευφραινόμενοι, επειδή ηξιώθησαν να ονομασθούν γονείς τοιαύτης παιδός, και να προσφέρουν εις τον Θεόν καρπόν ευλογίας ιερώτερον και αγιώτερον από πάσαν άλλην προσφοράν και δώρον. Ότι Αυτώ πρέπει πάσα δόξα, τιμή και προσκύνησις, εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν.

_________________

«Σταυρός, ο φύλαξ πάσης της οικουμένης.
Σταυρός, η ωραιότης της Εκκλησίας.
Σταυρός, βασιλέων το κραταίωμα.
Σταυρός, πιστών το στήριγμα.
Σταυρός, αγγέλων η δόξα
και των δαιμόνων
το τραύμα»


Κορυφή
 Προφίλ  
Απάντηση με παράθεση  
UNREAD_POSTΔημοσιεύτηκε: Κυρ 29 Σεπ 2013, 13:59 
Χωρίς σύνδεση
Site Admin
Site Admin
Άβαταρ μέλους

Εγγραφή: Τρί 08 Ιαν 2008, 14:48
Δημοσιεύσεις: 10952
Το θαύμα της Αγίας Ευφημίας με τον Τόμο των Ορθοδόξων στην αγκαλιά της.

Το σπουδαιότερο θαύμα της Αγίας Μεγαλομάρτυρος Ευφημίας, πού στερέωσε την πίστη των Ορθοδόξων και συνετέλεσε, ώστε το όνομά της ν’ ακούγεται ευφήμως και να τιμάται σ’ ολόκληρη την Οικουμένη είναι το εξής: Ένας ιερεύς, Ευτυχής ονόματι, παρακινούμενος από τον Σατανά έγινε, κατά τους χρόνους του Θεοδοσίου του μικρού, το 410 μ.Χ., αρχηγός αιρέσεως. Ισχυριζόταν, ότι ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός έχει μίαν μόνην φύση, την της θεότητος. Ο Αγ. Φλαβιανός, για την κακοδοξία αυτήν, τον καθαίρεσε.

Αυτός όμως χρησιμοποιούσε τους ευνούχους του Βασιλέως σαν όργανα του και ετάραζε την γαλήνη της Εκκλησίας, με την κακοδοξία του. Τούτο συνέβαινε μέχρις ότου ο βασιλεύς Θεοδόσιος απέθανε. Όταν όμως βασίλευσε ο Μαρκιανός μαζί με την Πουλχερία, συγκροτήθηκε Οικουμενική Σύνοδος (το 451) στην Χαλκηδόνα, για να εξετάσει το ζήτημα.

Συνήλθαν λοιπόν στην Χαλκηδόνα εξακόσιοι τριάκοντα επίσκοποι και συγκρότησαν την Τετάρτη Οικουμενική Σύνοδο. Έπειτα από πολλή θεολογική συζήτηση καταδίκασε και αναθεμάτισε η Σύνοδος αυτή τον Ευτυχή και τον ακόλουθο του Διόσκουρο, καθώς και όλους εκείνους πού εξακολουθούσαν να βλέπουν εις τον Χριστό μία φύση και μία ενέργεια, και όχι δύο φύσεις και δύο ενέργειες, την θεία και την ανθρώπινη, ασυγχύστως και ατρέπτως ηνωμένες.

Οι αιρετικοί όμως, παρ’ όλα; αυτά, δεν πείθονταν στο Ορθόδοξο δόγμα της Αγίας Συνόδου. Γι αυτό οι Άγιοι πατέρες μεταχειρίσθηκαν άλλον τρόπον να πεισθούν. Και τα δύο μέρη: οι Ορθόδοξοι και οι αιρετικοί Μονοφυσίται έγραψαν ότι πίστευαν σε δύο ξεχωριστούς τόμους, βιβλία.
Εκεί στην Χαλκηδόνα, όπως είπαμε, ήταν η θήκη, πού περιείχε το σώμα της Αγίας Ευφημίας, η οποία είχε μαρτυρήσει προ 148 ετών. Την άνοιξαν με ευλάβεια και άφησαν επάνω στο στέρνο της τα δύο βιβλία: Το Ορθόδοξο και το αιρετικό.

Σφράγισαν τη θήκη και έπειτα από μερικές ημέρες την ξανάνοιξαν. Είδαν όμως θαύμα εξαίσιο και εκπληκτικό: Βρήκαν τον τόμο των αιρετικών Μονοφυσιτών πεταμένο κάτω από τα πόδια της Αγίας, ενώ τον Τόμο των Ορθοδόξων, πού είχε την απόφαση της Ιεράς Συνόδου, τον κρατούσε η Αγία Ευφημία στην αγκαλιά της. Έπειτα από αυτό το θαύμα όλοι οι Ορθόδοξοι χάρηκαν, στερεώθηκαν στην πίστη και δοξάσανε τον Θεό, πού κάνει τέτοια θαυμάσια, για να διορθωθούν πολλοί και μπουν στον ίσιο δρόμο.

Οι αιρετικοί Μονοφυσίται ντροπιάστηκαν. Δυστυχώς όμως οι αιρεσιάρχες Ευτυχής και Διόσκουρος, πού είχαν γίνει αμετανόητα όργανα του Διαβόλου, έμειναν από τον εγωισμό τους στην πλάνη, την όποια προσπαθούσαν να διαδώσουν. Μονοφυσίται σήμερα είναι η Αβυσσινία, και μένουν στην αίρεση, διότι έτσι το βρήκαν από τους
προγόνους των.

Πηγή: Απόσπασμα από το βιβλίο «Η Αγία Ευφημία»,
Εκδόσεις «Ορθόδοξου Τύπου».

_________________

«Σταυρός, ο φύλαξ πάσης της οικουμένης.
Σταυρός, η ωραιότης της Εκκλησίας.
Σταυρός, βασιλέων το κραταίωμα.
Σταυρός, πιστών το στήριγμα.
Σταυρός, αγγέλων η δόξα
και των δαιμόνων
το τραύμα»


Κορυφή
 Προφίλ  
Απάντηση με παράθεση  
Τελευταίες δημοσιεύσεις:  Ταξινόμηση ανά  
Δημιουργία νέου θέματος Απαντήστε στο θέμα  [ 3 Δημοσιεύσεις ] 

Όλοι οι χρόνοι είναι UTC + 2 ώρες [ DST ]


Μέλη σε σύνδεση

Μέλη σε αυτή την Δ. Συζήτηση: Δεν υπάρχουν εγγεγραμμένα μέλη και 6 επισκέπτες


Δεν μπορείτε να δημοσιεύετε νέα θέματα σε αυτή τη Δ. Συζήτηση
Δεν μπορείτε να απαντάτε σε θέματα σε αυτή τη Δ. Συζήτηση
Δεν μπορείτε να επεξεργάζεστε τις δημοσιεύσεις σας σε αυτή τη Δ. Συζήτηση
Δεν μπορείτε να διαγράφετε τις δημοσιεύσεις σας σε αυτή τη Δ. Συζήτηση
Δεν μπορείτε να επισυνάπτετε αρχεία σε αυτή τη Δ. Συζήτηση

Αναζήτηση για:
Μετάβαση σε:  
Powered by phpBB® Forum Software © phpBB Group

Ελληνική μετάφραση από το phpbbgr.com