Αρχική

Όλοι οι χρόνοι είναι UTC + 2 ώρες [ DST ]




Δημιουργία νέου θέματος Απαντήστε στο θέμα  [ 6 Δημοσιεύσεις ] 
Συγγραφέας Μήνυμα
 Θέμα δημοσίευσης: Εὐαγγελισμός τῆς Θεοτόκου
UNREAD_POSTΔημοσιεύτηκε: Τετ 25 Σεπ 2013, 15:25 
Χωρίς σύνδεση
Site Admin
Site Admin
Άβαταρ μέλους

Εγγραφή: Τρί 08 Ιαν 2008, 14:48
Δημοσιεύσεις: 10521
Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς

O ψαλμωδὸς προφήτης, ἀπαριθμώντας τὰ εἴδη τῆς δημιουργίας καὶ καθορώντας τὴν ἀποτεθειμένη σʼ αὐτὰ σοφία τοῦ Θεοῦ, γεμάτος θαυμασμὸ ὁλόκληρος, ἐκεῖ ποὺ ἔγραφε ἀνεφώνησε· «πόσο μεγαλοπρεπῆ εἶναι τὰ ἔργα σου, Κύριε, ὅλα τὰ ἔπλασες μὲ σοφία!».

Σʼ ἐμένα τώρα, πού ἐπιχειρῶ νὰ ἐξαγγείλω κατὰ δύναμι τὴν σαρκικὴ ἐπιφάνεια τοῦ Λόγου πού ἔκτισε τὰ πάντα, ποιὸς λόγος θὰ μοῦ ἀρκέση γιὰ ἐξύμνησι; Ἐὰν πραγματικὰ τὰ ὄντα εἶναι γεμάτα θαῦμα καὶ τὸ ὅτι αὐτὰ προῆλθαν στὴν ὕπαρξι ἀπὸ μὴ ὄντα εἶναι θεῖο καὶ πολυύμνητο, πόσο θαυμασιώτερο καὶ θειότερο εἶναι καὶ πόσο ἀναγκαιότερο εἶναι νὰ ὑμνῆται ἀπὸ μᾶς τὸ νὰ γίνη κάποιο ἀπὸ τὰ ὄντα θεός, καὶ ὄχι ἁπλῶς θεός, ἀλλὰ ὁ ὄντως ὧν Θεός, καὶ μάλιστα ἡ φύσις μας ποὺ δὲν μπόρεσε ἢ δὲν θέλησε οὔτε τὸν χαρακτήρα κατὰ τὸν ὁποῖο ἔγινε νὰ φυλάξη καὶ γιʼ αὐτὸ δικαίως ἀπωθήθηκε στὰ κατώτατα μέρη τῆς γῆς; Διότι τόσο μεγάλο καὶ θεῖο, τόσο ἀπόρρητο καὶ ἀκατανόητο εἶναι τὸ ὅτι ἡ φύσις μας ἔγινε ὁμόθεος καὶ ὅτι δι’ αὐτῆς μᾶς χαρίσθηκε ἡ ἐπάνοδος στὸ καλύτερο ὥστε τοῦτο καὶ στοὺς ἁγίους ἀγγέλους καὶ στοὺς ἀνθρώπους, ἀκόμη καὶ στοὺς προφῆτες, ἂν καὶ αὐτοὶ βλέπουν διὰ Πνεύματος, νὰ μένη στὴν πραγματικότητα ἀνεπίγνωστο, μυστήριο ποὺ εἶναι κρυμμένο ἀπὸ τὸν αἰώνα. Καὶ γιατί ἀναφέρω μόνο πρὶν πραγματοποιηθῆ; Διότι καὶ ὅταν ἔγινε, πάλι μένει μυστήριο, ὄχι βέβαια ὅτι ἔγινε ἀλλὰ πῶς ἔγινε· μυστήριο πιστευόμενο ἀλλὰ μὴ γινωσκόμενο, προσκυνούμενο, ἀλλὰ μὴ πολυπραγμονούμενο, προσκυνούμενο δὲ καὶ πιστευόμενο διὰ μόνου τοῦ Πνεύματος· «διότι κανεὶς δὲν μπορεῖ νὰ εἰπῆ Κύριον Ἰησοῦ, παρὰ στὸ ἅγιο Πνεῦμα», καὶ τὸ Πνεῦμα εἶναι αὐτὸ διὰ τοῦ ὁποίου προσκυνοῦμε καὶ διὰ τοῦ ὁποίου προσευχόμαστε, λέγει ὁ ἀπόστολος.

2. Ὅτι δὲ τὸ μυστήριο τοῦτο εἶναι ἀκατανόητο, ὄχι μόνο στοὺς ἀνθρώπους, ἀλλὰ καὶ στοὺς ἀγγέλους καὶ τοὺς ἀρχαγγέλους, ἀποδεικνύει σαφῶς καὶ τὸ γεγονὸς ποὺ ἑορτάζεται ἀπὸ ἐμᾶς σήμερα. Ὁ ἀρχάγγελος εὐαγγελίσθηκε στὴν Παρθένο τὴ σύλληψι· ὅταν δὲ αὐτὴ ἀναζητοῦσε τὸν τρόπο κι εἶπε πρὸς αὐτόν, «πῶς θὰ μοῦ συμβῆ τοῦτο, ἀφοῦ δὲν γνωρίζω ἄνδρα;», μὴ μπορώντας νὰ ἑρμηνεύση τὸν τρόπο κατὰ κανένα τρόπο ὁ ἀρχάγγελος, κατέφυγε καὶ αὐτὸς πρὸς τὸν Θεό, λέγοντας «Πνεῦμα ἅγιο θὰ ἔλθη σʼ ἐσὲ καὶ δύναμις Ὑψίστου θὰ σὲ ἐπισκιάση». Ὅπως δηλαδή, ἂν κανεὶς ἐρωτοῦσε τὸν Μωυσῆ, πῶς κατασκευάζεται ἀπὸ γῆ ἄνθρωπος, πῶς ἀπὸ χῶμα προέρχονται ὀστᾶ καὶ νεῦρα καὶ σάρκα, πῶς αἰσθητήρια ἀπὸ ἀναίσθητη ὕλη, πῶς πάλι ἄνθρωπος ἀπὸ τὴν ἀδαμιαία πλευρά, πῶς τὸ ὀστοῦν διαπλώθηκε καὶ διαιρέθηκε, ἑνώθηκε καὶ συνδέθηκε, πῶς ἀπὸ τὸ ὀστοῦν προῆλθαν σπλάγχνα καὶ χυμοὶ διάφοροι καὶ ὅλα τὰ ἄλλα; Ὅπως λοιπόν, ἂν κάποιος ἐρωτοῦσε αὐτὰ τὸν Μωυσῆ, δὲν θὰ ἔλεγε τίποτε περισσότερο πλὴν τοῦ ὅτι ὁ Θεὸς εἶναι ποὺ ἔλαβε χῶμα ἀπὸ τὴ γῆ καὶ ἔπλασε τὸν Ἀδάμ, καὶ μία ἀπὸ τὶς πλευρὲς τοῦ Ἀδὰμ καὶ κατασκεύασε τὴν Εὔα, ὥστε θὰ ἔλεγε μὲν ποιὸς εἶναι ὁ κτίστης, ἀλλὰ τὸν τρόπο κατὰ τὸν ὁποῖο ἔγιναν ἐκεῖνα δὲν θὰ τὸν ἔλεγε· ἔτσι καὶ ὁ Γαβριήλ, ὅτι τὸν ἄσπορο τόκο θὰ κατασκευάσουν τὸ ἅγιο Πνεῦμα καὶ ἡ δύναμις τοῦ Ὑψίστου, τὸ εἶπε, τὸ πῶς ὅμως, δὲν τὸ εἶπε. Ἂν μάλιστα, ὅταν ἐμνημόνευσε προηγουμένως τὴν Ἐλισάβετ, ὅτι συνέλαβε σὲ γηρατειὰ ἐνῶ ἦταν στεῖρα, δὲν εἶχε νὰ εἰπῆ τίποτε παραπάνω πλὴν τοῦ ὅτι δὲν εἶναι τίποτε ἀδύνατο γιὰ τὸν Θεό, πῶς θὰ μποροῦσε νὰ εἰπῆ τὸν τρόπο στὴν περίπτωσι αὐτῆς πού συνέλαβε κι ἐγέννησε παρθενικά;

3. Ἔχει ὅμως καὶ κάτι περισσότερο τὸ λεγόμενο ἀπὸ τὸν ἀρχάγγελο πρὸς τὴν Παρθένο, ποὺ ἐνέχει μεγαλύτερο μυστήριο· «θὰ ἔλθη», λέγει, «ἅγιο Πνεῦμα σʼ ἐσὲ καὶ δύναμις Ὑψίστου θὰ σʼ ἐπισκιάση». Γιατί; Διότι καὶ τὸ γεννώμενο δὲν εἶναι προφήτης οὔτε ἁπλῶς ἄνθρωπος, ὅπως ὁ Ἀδάμ, ἀλλὰ θὰ ὀνομασθῆ υἱὸς τοῦ Ὑψίστου, σωτὴρ καὶ λυτρωτὴς τοῦ ἀνθρωπίνου γένους καὶ βασιλεὺς αἰώνιος. Ὅπως τοὺς λίθους ποὺ ἐξέπεσαν ἀπὸ κορυφὴ ὅρους καὶ κινοῦνται ἕως τὸ τέλος τῆς ὑπωρείας τοὺς διαδέχονται πολλοὶ κρημνοί, ἔτσι κι ἐμᾶς, ἀφοῦ ἐξεπέσαμε ἀπὸ τὴ θεία ἐντολὴ στὸν παράδεισο κατεβήκαμε ἕως τὸν ἅδη, πολλὰ δεινά μας εὑρῆκαν διαδοχικά. Διότι δὲν εἶναι μόνο ἡ γῆ ποὺ ἀνέπτυξε ἀγκάθια καὶ τριβόλια αἰσθητά, κατὰ τὴν κατάρα πρὸς τὸν προπάτορα, ἀλλὰ ἐσπαρθήκαμε κι ἐμεῖς μὲ τὰ πολυειδὴ ἀγκάθια τῶν πονηρῶν παθῶν καὶ τὰ φοβερὰ τριβόλια τῆς ἁμαρτίας. Καὶ δὲν ἔλαβε τὸ γένος μας ἐκείνη μόνο τὴ λύπη τὴν ὁποία ἐκληροδότησε ἡ προμήτωρ διὰ τῆς πρὸς αὐτὴν κατάρας, ποὺ τὴν κατεδίκασε νὰ γεννᾶ μὲ λύπη, ἀλλὰ καὶ ὅλος ὁ βίος μας ἔγινε σχεδὸν ὀδύνη καὶ λύπη.

4. Ὁ Θεὸς ὅμως ποὺ μᾶς ἔπλασε ἀπὸ εὐσπλαγχνία ἐπέβλεψε πρὸς ἐμᾶς φιλανθρώπως καὶ ἀφοῦ ἔκλινε τοὺς οὐρανοὺς κατέβηκε καὶ παίρνοντας ἀπὸ τὴν ἁγία Παρθένο τὴ φύσι μας τὴν ἀνακαίνισε καὶ τὴν ἐπανέφερε, μᾶλλον δὲ τὴν ἀνεβίβασε σὲ θεῖο καὶ οὐράνιο ὕψος. Θέλοντας λοιπὸν νὰ πραγματοποιήση αὐτό, μᾶλλον δὲ νὰ φέρη σὲ πέρας τὴν προαιώνια βουλὴ του σήμερα, στέλλει τὸν ἀρχάγγελο Γαβριήλ, ὅπως λέγει ὁ εὐαγγελιστὴς Λουκᾶς, «στὴ Ναζαρὲτ πρὸς Παρθένο μνηστευμένη μὲ ἄνδρα, τοῦ ὁποίου τὸ ὄνομα ἦταν Ἰωσήφ, ἀπὸ τὸ γένος καὶ τὴν πατριὰ τοῦ Δαβίδ, καὶ τὸ ὄνομα τῆς Παρθένου ἦταν Μαριάμ».

5. Στέλλει λοιπὸν ὁ Θεὸς τὸν ἀρχάγγελο πρὸς Παρθένο καὶ τὴν καθιστᾶ μητέρα του μὲ μόνη τὴν προσφώνησι ἂν καὶ μένει παρθένος, ἐπειδὴ βέβαια, ἂν συλλαμβανόταν ἀπὸ σπέρμα, δὲν θὰ ἦταν νέος ἄνθρωπος οὔτε θὰ ἦταν ἀναμάρτητος καὶ σωτὴρ τῶν ἁμαρτωλῶν διότι ἡ κίνησις τῆς σαρκὸς γιὰ γέννησι, ἀφοῦ μένει ἀνυπότακτη πρὸς τὸν νοῦ ποὺ εἶναι ταγμένος νὰ ἡγεμονεύη τῶν λειτουργιῶν μας, δὲν εὑρίσκεται ἐντελῶς ἔξω ἀπὸ τὴν ἁμαρτία. Γιʼ αὐτὸ καὶ ὁ Δαβὶδ ἔλεγε, «μὲ ἀνομίες συνελήφθηκα καὶ μὲ ἁμαρτίες μ’ ἐκυοφόρησε ἡ μητέρα μου». Ἐὰν λοιπὸν ἡ σύλληψις τοῦ Θεοῦ ἦταν ἀπὸ σπέρμα, δὲν θὰ ἦταν νέος ἄνθρωπος οὔτε ἀρχηγὸς τῆς νέας καὶ μὴ παλαιουμένης καθόλου ζωῆς. Ἂν ἦταν τῆς παλαιᾶς μερίδος καὶ κληρονόμος ἐκείνου τοῦ πταίσματος, δὲν θὰ μποροῦσε νὰ φέρη στὸν ἑαυτὸ του τὸ πλήρωμα τῆς ἄφθαρτης θεότητος καὶ νὰ κάμη τὴν σάρκα τοῦ ἀνεξάντλητη ἁγιασμοῦ, ὥστε καὶ τῶν προπατόρων ἐκείνων νʼ ἀποπλύνη τὸν μολυσμὸ μὲ περίσσεια δυνάμεως καὶ στοὺς ἐπιγόνους ὅλους νὰ ἐπαρκῆ γιʼ ἁγιασμό. Γι’ αὐτὸ δὲν ἦλθε ἄγγελος οὔτε ἄνθρωπος, ἀλλʼ ὁ ἴδιος ὁ Κύριος ἦλθε καὶ μᾶς ἔσωσε, ποὺ συνελήφθηκε καὶ ἐσαρκώθηκε σὲ μήτρα Παρθένου κι ἔμεινε ἀναλλοιώτως Θεός.

6. Ἔπρεπε δὲ νὰ ἔχη καὶ μάρτυρα τῆς ἄσπορης συλλήψεως τὴν Παρθένο καὶ συνεργὸ σὲ ὅσα ἐπρόκειτο νὰ τελεσθοῦν κατʼ οἰκονομία. Ποιὰ εἶναι αὐτά; Ἡ ἄνοδος στὴ Βηθλεέμ, ὅπου θὰ ἐτελεῖτο καὶ ὁ ἐξαγγελλόμενος καὶ δοξαζόμενος τοκετός· ἡ προσέλευσις στὸ ἱερό, ὅπου τὸ βρέφος μαρτυρεῖται Κύριος ζωῆς καὶ θανάτου ἀπὸ τὸν Συμεὼν καὶ τὴν Ἄννα· ἡ φυγὴ στὴν Αἴγυπτο ἐμπρὸς στὸν Ἡρώδη καὶ ἡ ἐπάνοδος ἀπὸ τὴν Αἴγυπτο κατὰ τὶς ἱερὲς προφητεῖες καὶ τὰ ἄλλα ποὺ δὲν εἶναι εὔκολο τώρα νὰ ἀπαριθμήσω. Γιʼ αὐτὰ παρελήφθηκε ὡς μνηστὴρ ὁ Ἰωσὴφ καὶ ἐστάλθηκε ὁ ἄγγελος σὲ παρθένο μνηστευμένη μὲ ἄνδρα ὀνομαζόμενο Ἰωσήφ. Τὴν δὲ φράσι «ἀπὸ τὸν οἶκο καὶ τὴν πατριὰ τοῦ Δαβὶδ» θὰ τὴν ἐννοήσης καὶ γιὰ τοὺς δύο· διότι τόσο ἡ Παρθένος ὅσο καὶ ὁ Ἰωσὴφ ἀνέφεραν τὴν γενεά τους στὸν Δαβίδ.

7. Καὶ τὸ ὄνομα, λέγει, τῆς Παρθένου ἦταν Μαριάμ, ποὺ ἑρμηνεύεται Κυρία. Τοῦτο δεικνύει καὶ τὸ ἀξίωμα τῆς Παρθένου καὶ τὸ βέβαιό της παρθενίας, καὶ τὸ ἀλλοιώτικο καὶ προσεκτικὸ καὶ κατὰ κάποιον τρόπο παναμώμητό του βίου της· διότι, ἐπειδὴ ἦταν κυρίως παρθένος φερωνύμως, εἶχε τὴν πλήρη κατοχὴ τῆς ἁγνείας, ὄντας παρθένος καὶ στὸ σῶμα καὶ στὴν ψυχή, καὶ κατέχοντας τὶς ψυχικὲς δυνάμεις καὶ ὅλες τὶς αἰσθήσεις τοῦ σώματος ὑπεράνω κάθε μολυσμοῦ, καὶ μάλιστα τόσο κυρίως καὶ βεβαίως καὶ ἐγκύρως καὶ καθʼ ὅλα ἱερῶς ὅλον τὸν χρόνο, ὅπως ἡ κλεισμένη πύλη διατηρεῖ τοὺς θησαυροὺς καὶ τὸ σφραγισμένο βιβλίο διατηρεῖ τὰ γραπτὰ ἀνέγγικτα ἀπὸ τοὺς ὀφθαλμούς· διότι περὶ αὐτῆς ἔχει γραφή, τοῦτο εἶναι τὸ σφραγισμένο βιβλίο καὶ αὐτὴ ἡ πύλη θὰ εἶναι κλεισμένη, καὶ κανεὶς δὲν πρόκειται νὰ περάση ἀπὸ αὐτήν.

8. Ἀλλὰ καὶ μὲ ἄλλον τρόπο πάλι εἶναι Κυρία ἡ Παναγία κατʼ ἀξία, ὡς δεσπόζουσα τῶν ὅλων, ἐπειδὴ συνέλαβε σὲ παρθενία κι ἐγέννησε θείως τὸν κατὰ φύσι δεσπότη τοῦ παντός. Ἐπίσης βέβαια εἶναι Κυρία ὄχι μόνο ὡς ἐλευθέρα ἀπὸ δουλεία καὶ μέτοχος θείας κυριότητος, ἀλλὰ καὶ ὡς πηγὴ καὶ ρίζα τῆς ἐλευθερίας τοῦ γένους, καὶ μάλιστα μετὰ τὴν ἀπόρρητη καὶ χαρμόσυνη γέννα. Διότι αὐτὴ ποὺ συζεύχθηκε μὲ ἄνδρα εἶναι μᾶλλον κυριευμένη παρὰ κυρία, καὶ μάλιστα μετὰ τὴν περίλυπη καὶ ὀδυνηρὴ γέννα, κατὰ τὴν ἀρά ἐκείνη πρὸς τὴν Εὔα, «θὰ γεννήσης τέκνα μὲ λύπη, θὰ ἐξαρτᾶσαι ἀπὸ τὸν ἄνδρα σου καὶ αὐτὸς θὰ σὲ αὐθεντεύη»· γιὰ νὰ ἐλευθερώση ἀπὸ αὐτὴν τὴν ἀρά τὸ ἀνθρώπινο γένος ἡ παρθενομήτωρ, λαμβάνει τὴν χαρὰ καὶ τὴν εὐλογία διὰ τοῦ ἀγγέλου· διότι ὁ ἄγγελος, λέγει, ἀφοῦ εἰσῆλθε εἶπε πρὸς τὴν Παρθένο, «Χαῖρε κεχαριτωμένη, ὁ Κύριος εἶναι μαζί σου, εἶσαι εὐλογημένη ἀνάμεσα στὶς γυναῖκες»· Ὁ ἀρχάγγελος δὲν τῆς προαγγέλλει τὸ μέλλον λέγοντας, ὁ Κύριος εἶναι μαζί σου, ἀλλὰ ἐξαγγέλλει ὅ,τι ἔβλεπε τότε ἀοράτως νὰ τελῆται. Καὶ ἀντιλαμβανόμενος ὅτι αὐτὴ εἶναι τόπος θείων καὶ ἀνθρωπίνων χαρισμάτων καὶ στολισμένη μὲ ὅλα τὰ χαρίσματα τοῦ θείου Πνεύματος, κυριολεκτικῶς τὴν ἀναγόρευσε κεχαριτωμένη, βλέποντας δὲ ὅτι ἤδη ἔλαβε ἔνοικο αὐτὸν στὸν ὁποῖο εὑρίσκονται οἱ θησαυροὶ ὅλων τούτων καὶ προορώντας τὴν ἀνώδυνη κυοφορία καὶ τὴν γέννα ποὺ θὰ ἐγινόταν χωρὶς ὠδίνες, τῆς ἀπηύθυνε τὸ «χαίρειν» κι ἐβεβαίωσε ὅτι εἶναι ἡ μόνη εὐλογημένη καὶ εὐλόγως δοξασμένη ἀνάμεσα στὶς γυναῖκες· διότι κατὰ τὴν ὑπερβολὴ τῆς δόξας τῆς θεομήτορος Παρθένου δὲν ὑπάρχει ἄλλη δοξασμένη, κι ἂν ἐδοξάσθηκε.

9. Ἀλλὰ ἡ Παρθένος, καθὼς εἶδε κι ἐφοβήθηκε μήπως εἶναι κάποιος ἀπατηλὸς ἄγγελος, ποὺ παραπλανᾶ τὶς ἀπερίσκεπτες κατὰ τὸ παράδειγμα τῆς Εὔας, δὲν δέχθηκε ἀνεξετάστως τὸν χαιρετισμό· καὶ μὴ γνωρίζοντας ἀκόμη καθαρῶς τὸν σύνδεσμο πρὸς τὸν Θεὸ ποὺ εὐαγγελιζόταν αὐτός, ταράχθηκε, λέγει, μὲ τὸν λόγο του, ἐπιμένοντας σταθερὰ στὴν παρθενία, «καὶ διαλογιζόταν τί εἴδους ἀσπασμὸς εἶναι αὐτός»· Γιʼ αὐτὸ ὁ ἀρχάγγελος διαλύει ἀμέσως τὸν θεοφιλῆ φόβο τῆς χαριτωμένης Παρθένου, λέγοντάς της· «μὴ φοβῆσαι, Μαρία· διότι ἐπέτυχες τὴν χάρι τοῦ Θεοῦ». Ποιὰ χάρι; Αὐτὴ ποὺ εἶναι δυνατὴ μόνο σʼ αὐτὸν ποὺ δύναται τὰ ἀδύνατα καὶ φυλάχθηκε πρὸ τῶν αἰώνων σὲ σένα μόνη. «Ἰδοὺ θὰ συλλάβης τέκνο». Ἀκούοντας δὲ σύλληψι, λέγει, μὴ σκεφθῆς καμμιὰ ἀφαίρεσι τῆς παρθενίας, μὴ στενοχωρῆσαι καὶ μὴ ταράσσεσαι γιʼ αὐτό· διότι τοῦτο τὸ «ἰδοὺ θὰ συλλάβης», λεγόμενο τότε πρὸς αὐτὴν ποὺ ἦταν παρθένος, ὑπεδείκνυε πλέον τὴ σύλληψι ὡς συνοδοιπόρο μὲ τὴν παρθενία.

10. «Ἰδοὺ λοιπὸν θὰ συλλάβης καὶ θὰ γεννήσης υἱόν»· δηλαδὴ παραμένοντας ὅπως εἶσαι σήμερα καὶ διατηρώντας ἀνέπαφη τὴν παρθενία σου, θὰ συλλάβης ἔμβρυο καὶ θὰ γεννήσης τὸν υἱὸν τοῦ Ὑψίστου. Τοῦτο προβλέποντας καὶ ὁ Ἠσαΐας πρὶν ἀπὸ πολλὰ χρόνια, ἔλεγε, «ἰδοὺ ἡ Παρθένος θὰ κυοφορήση καὶ θὰ γεννήση υἱόν», καὶ «προσῆλθα πρὸς τὴν προφήτιδα. Πῶς λοιπὸν ὁ προφήτης προσῆλθε πρὸς τὴν προφήτιδα; Ὅπως τώρα ὁ ἀρχάγγελος πρὸς αὐτὴν διότι αὐτὸ ποὺ εἶδε τώρα αὐτός, τοῦτο προεῖδε καὶ προεῖπε ἐκεῖνος. Ὅτι δὲ ἡ Παρθένος ἦταν προφήτις, ποὺ εἶχε προφητικὴ χάρι, θὰ τὸ δείξη στὸν θέλοντα ἡ ὠδή της ποὺ περιέχεται στὸ εὐαγγέλιο.

11. Προσῆλθε λοιπόν, λέγει, ὁ Ἠσαΐας πρὸς τὴν προφήτιδα, ἀσφαλῶς μὲ τὸ προβλεπτικὸ πνεῦμα καὶ συνέλαβε τέκνο, πρὶν ἔλθη ὁ πόνος τῶν ὠδίνων, ἐξέφυγε καὶ ἐγέννησε ἀρσενικὸ τέκνο· ὁ δὲ ἀρχάγγελος λέγει τώρα πρὸς αὐτήν, «θὰ γεννήσης υἱὸν καὶ θὰ τὸν ὀνομάσης Ἰησοῦν, ποὺ ἑρμηνεύεται Σωτήρ· θὰ εἶναι δὲ μέγας». Εἶπε λοιπὸν πάλι ὁ Ἠσαΐας, «θαυμαστὸς σύμβουλος, Θεὸς ἰσχυρός, ἐξουσιαστής, ἄρχων εἰρήνης, πατὴρ τοῦ μέλλοντος αἰῶνος». Ὁμοίως μὲ αὐτὸν τώρα λέγει καὶ ὁ ἀρχάγγελος, «αὐτὸς θὰ εἶναι μέγας καὶ θὰ ὀνομασθῆ υἱὸς Ὑψίστου» (πῶς δὲ δὲν εἶπε, εἶναι μέγας καὶ υἱὸς Ὑψίστου, ἀλλὰ θὰ εἶναι καὶ θὰ ὀνομασθῆ; Τοῦτο συμβαίνει διότι ὡμιλοῦσε περὶ τοῦ ἀνθρωπίνου προσλήμματος τοῦ Χριστοῦ), ἐνῶ συγχρόνως δηλώνει ὅτι καὶ θὰ γνωσθῆ σὲ ὅλους καὶ ἀπὸ αὐτοὺς θὰ κηρυχθῆ ὅτι εἶναι τέτοιας λογῆς, ὥστε ὕστερα νὰ μπορῆ καὶ ὁ Παῦλος νὰ λέγη, «ὁ Θεὸς φανερώθηκε σὲ σάρκα, κηρύχθηκε στὰ ἔθνη, πιστεύθηκε στὸν κόσμο». Ἀλλὰ λέγει ἐπίσης, «θὰ τοῦ δώση ὁ Κύριος τὸν θρόνο τοῦ πατρὸς του Δαβίδ, καὶ θὰ βασιλεύση στὸ γένος τοῦ Ἰακὼβ ἐπὶ αἰῶνες καὶ τῆς βασιλείας του δὲν θὰ ὑπάρξη τέλος»· αὐτὸς δέ, τοῦ ὁποίου ἡ βασιλεία ὡς αἰωνία δὲν ἔχει τέλος, εἶναι ὁ ἴδιος ὁ Θεός. Ἀλλʼ αὐτὸς ἔχει καὶ πατέρα τὸν Δαβίδ, ἑπομένως εἶναι ὁ ἴδιος καὶ ἄνθρωπος, ὥστε αὐτὸς ποὺ θὰ γεννηθῆ νὰ εἶναι συγχρόνως Θεὸς καὶ ἄνθρωπος, υἱὸς ἀνθρώπου καὶ υἱὸς Θεοῦ, ποὺ ὡς ἄνθρωπος λαμβάνει τὴν ἀδιάδοχη βασιλεία ἀπὸ τὸν Θεὸ Πατέρα, ὅπως εἶδε καὶ προεξήγγειλε ὁ Δανιήλ· «παρατηροῦσα», λέγει, «ἕως ὅτου τοποθετήθηκαν θρόνοι κι κάθησε ὁ Παλαιὸς τῶν ἡμερῶν καὶ ἰδοὺ κάποιος ὡς υἱὸς ἀνθρώπου ἐρχόταν ἐπάνω στὶς νεφέλες τοῦ οὐρανοῦ καὶ ἔφθασε μέχρι τῶν Παλαιοῦ τῶν ἡμερῶν, κι ἐδόθηκε σʼ αὐτὸν ἡ τιμὴ καὶ ἡ ἐξουσία· καὶ ἡ βασιλεία του εἶναι βασιλεία αἰώνιος καὶ δὲν θὰ δοθῆ σὲ ἄλλον βασιλέα».

12. Θὰ καθήση δὲ στὸν θρόνο τοῦ Δαβὶδ καὶ θὰ βασιλεύση στὸ γένος τοῦ Ἰακώβ· ἐπειδὴ βέβαια ὁ μὲν Ἰακὼβ εἶναι πατριάρχης ὅλων τῶν θεοσεβῶν, ὁ δὲ Δαβὶδ εἶναι ὁ πρῶτος ἀπὸ ὅλους ποὺ ἐβασίλευσε θεοσεβῶς μαζὶ καὶ θεαρέστως σὲ τόπο τοῦ Χριστοῦ, ὁ ὁποῖος συνήνωσε σὲ μία ἀρχὴ οὐράνια καὶ αἰώνια τὴν πατριαρχία καὶ τὴν βασιλεία. Ἡ δὲ χαριτωμένη Παρθένος, μόλις ἄκουσε ἀπὸ τὸν ἀρχάγγελο τὰ τόσο ἐξαίσια καὶ θεία λόγια, ὅτι ὁ Κύριος εἶναι μαζί σου, καὶ ἰδοὺ θὰ συλλάβης καὶ θὰ γεννήσης υἱό, λέγει, «πῶς θὰ μοῦ συμβῆ τοῦτο; Διότι δὲν ἔχω σχέσεις μὲ ἄνδρα». Διότι ἂν καὶ μοῦ μεταφέρεις πολὺ πνευματικὸ καὶ ἀνώτερο σαρκικῶν παθῶν μήνυμα, ἀπὸ τὸ ἄλλο μέρος μου ἀναφέρεις σύλληψι στὴν γαστέρα καὶ κυοφορία καὶ τοκετό, προσθέτεις δὲ γιὰ τὴ σύλληψι καὶ τὸ ἰδού· πῶς λοιπὸν θὰ μοῦ συμβῆ τοῦτο; Διότι, λέγει, δὲν ἔχω σχέσεις μὲ ἄνδρα.

13. Λέγει δὲ τοῦτο ἡ Παρθένος, ὄχι ἀπὸ ἀπιστία, ἀλλʼ ἐπειδὴ ζητοῦσε νὰ μάθη κατὰ τὸ δυνατὸ πῶς ἔχει τὸ πράγμα· γιʼ αὐτὸ καὶ ὁ ἀρχάγγελος λέγει πρὸς αὐτή, «Πνεῦμα ἅγιο θὰ ἔλθη σʼ ἐσένα καὶ δύναμις τοῦ Ὑψίστου θὰ σʼ ἐπισκιάση· γιʼ αὐτὸ καὶ τὸ ἅγιο ποὺ θὰ γεννηθῆ θὰ ὀνομασθῆ Υἱὸς Θεοῦ». Ἁγία βέβαια εἶσαι ἐσύ, λέγει, καὶ χαριτωμένη, Παρθένε· Πνεῦμα δὲ πάλι ἅγιο θὰ ἔλθη σʼ ἐσένα, ποὺ θὰ ἑτοιμάση καὶ καταρτίση τὴν θεουργία μέσα σου μὲ ὑψηλότερα προσθήκη ἁγιασμοῦ· καὶ θὰ σὲ ἐπισκιάση δύναμις Ὑψίστου, ἡ ὁποία συγχρόνως θὰ σὲ ἐνδυμαμώνη καὶ διὰ τῆς ἐπισκιάσεως σʼ ἐσένα καὶ τῆς συνάφειας μὲ τὸν ἑαυτό της θὰ μορφώνη τὴν ἀνθρωπότητα, ὥστε τὸ γεννώμενο νὰ εἶναι ἅγιο, Υἱὸς Θεοῦ καὶ δύναμις Ὑψίστου μορφωμένη κατὰ ἄνθρωπο. Διότι ἐξ ἄλλου ἰδοὺ καὶ ἡ Ἐλισάβετ ἡ συγγενής σου, ποὺ πέρασε ὅλον τὸν βίο τῆς στείρα, τώρα μὲ τὴν βούλησι τοῦ Θεοῦ σὲ γηρατειὰ παραδόξως κυοφορεῖ, διότι κανένα πράγμα δὲν εἶναι ἀδύνατο γιὰ τὸν Θεό.

14. Τί πράττει λοιπὸν πρὸς αὐτὰ ἡ χαριτωμένη Παρθένος, ἡ θεία κατὰ τὴν σύνεσι καὶ ἀπαράμιλλη; Πάλι τρέχει πρὸς τὸν Θεὸ καὶ ἀπευθύνεται πρὸς αὐτὸν μὲ εὐχὴ λέγοντας πρὸς τὸν ἀρχάγγελο· ἄν, ὅπως λέγεις, ἔλθη σʼ ἐμένα ἅγιο Πνεῦμα, γιὰ νὰ μὲ καθαρίση περισσότερο καὶ νὰ μὲ δυναμώση νὰ δεχθῶ τὸ σωτήριο ἔμβρυο, ἂν μʼ ἐπισκιάση δύναμις τοῦ Ὑψίστου ποὺ θὰ μορφώση μέσα μου κατὰ τὸν ἄνθρωπο αὐτὸν ποὺ φέρει τὴν μορφὴ τοῦ Θεοῦ καὶ θὰ δημιουργήση ἄσπορη λοχεία, ἂν τὸ γεννώμενο θὰ εἶναι ἅγιο καὶ Υἱὸς Θεοῦ καὶ Θεὸς καὶ βασιλεὺς αἰώνιος, βέβαια τίποτε δὲν εἶναι ἀδύνατο γιὰ τὸν Θεό, «ἰδοὺ ἐγὼ ἡ δούλη τοῦ Κυρίου, ἂς γίνη σύμφωνα μὲ τὸ λόγο σου». Κι ἔφυγε ἀπὸ ἐκεῖ ὁ ἄγγελος, ἀφοῦ ἄφησε στὴν γαστέρα της τὸν ποιητὴ τοῦ σύμπαντος συνημμένο μὲ σῶμα καὶ ἀφοῦ μὲ τὴν συνάφεια αὐτή, ποὺ ἐξυπηρέτησε, προξένησε τὴν σωτηρία τοῦ κόσμου. Ἔτσι καὶ ὁ Ἠσαΐας προεικόνισε ἐναργῶς μὲ ὅσα ἀξιώθηκε ἤδη μακαρίως νὰ πάθη. Διότι αὐτὸς δὲν εἶδε τὸ Σεραφεὶμ νὰ παίρνη ἀμέσως τὸν ἄνθρακα ἀπὸ τὸ νοητὸ θυσιαστήριο τοῦ οὐρανοῦ· τοῦτον τὸν ἐπῆρε τό Σεραφεὶμ μὲ τὴν λαβίδα, μὲ τὴν ὁποία ἔγγισε καὶ τὰ χείλη του, δίδοντας τὴν κάθαρσι. Αὐτὴ ἡ ἐμπειρία τῆς λαβίδας ἦταν τὸ ἴδιο μʼ ἐκεῖνο τὸ μεγάλο θέαμα ποὺ εἶδε ὁ Μωυσῆς, μία βάτο ποὺ ἦταν ἀναμμένη μὲ πῦρ καὶ δὲν κατακαιόταν.

15. Ποιὸς δὲν γνωρίζει ὅτι ἐκείνη ἡ βάτος καὶ αὐτὴ ἡ λαβίδα ἤσαν σὰν ἡ παρθενομήτωρ, ποὺ συνέλαβε μέσα της τὸ θεῖο πῦρ ἀπυρπολήτως, ἀφοῦ καί. ἐδῶ ἀρχάγγελος ἐμεσίτευε στὴν σύλληψι καὶ συνήνωνε δι’ αὐτῆς τὸν αἴροντα τὴν ἁμαρτία τοῦ κόσμου μὲ τὸ ἀνθρώπινο γένος καὶ μὲ τὴν ἀπόρρητη συνάφεια μᾶς ἐξάγνισε; Ἑπομένως αὐτὴ ἡ παρθενομήτωρ εἶναι ἡ μόνη μεθόριο κτιστῆς καὶ ἄκτιστης φύσεως· ὅσοι βέβαια γνωρίζουν τὸν Θεὸ θὰ ἀναγνωρίσουν καὶ αὐτὴν ὡς χώρα τοῦ ἀχωρήτου καὶ αὐτὴν θὰ ὑμνήσουν μετὰ τὸν Θεὸ ὅσοι ὑμνοῦν τὸν Θεό. Αὐτὴ εἶναι καὶ αἰτία τῶν πρὶν ἀπὸ αὐτὴ καὶ προστάτις τῶν μετὰ ἀπὸ αὐτὴ καὶ πρόξενος τῶν αἰωνίων ἀγαθῶν. Αὐτὴ εἶναι ὑπόθεσις τῶν προφητῶν, ἀρχὴ τῶν Ἀποστόλων, ἑδραίωμα τῶν μαρτύρων, κρηπίδα τῶν διδασκάλων. Αὐτὴ εἶναι ἡ δόξα τῶν ἐπὶ γῆς, ἡ τερπνότης τῶν οὐρανίων, τὸ ἐγκαλλώπισμα ὅλης τῆς κτίσεως. Αὐτὴ εἶναι ἡ καταρχή, ἡ πηγὴ καὶ ἡ ρίζα τῆς ἀποθησαυρισμένης γιὰ μᾶς ἐλπίδος στοὺς οὐρανούς.

16. Αὐτὴν τὴν ἐλπίδα εἴθε νʼ ἀποκτήσουμε ὅλοι ἐμεῖς μὲ τὶς δικές της προσβεῖες γιά μᾶς, σὲ δόξα τοῦ πρὸ αἰώνων γεννηθέντος ἀπὸ τὸν Πατέρα καὶ σαρκωθέντος κατὰ τοὺς τελευταίους αἰῶνες ἀπὸ αὐτὴν Ἰησοῦ Χριστοῦ τοῦ Κυρίου μας. Σʼ αὐτὸν πρέπει κάθε δόξα, τιμὴ καὶ προσκύνησις, τώρα καὶ πάντοτε καὶ στοὺς αἰῶνες τῶν αἰώνων. Γένοιτο.

_________________

«Σταυρός, ο φύλαξ πάσης της οικουμένης.
Σταυρός, η ωραιότης της Εκκλησίας.
Σταυρός, βασιλέων το κραταίωμα.
Σταυρός, πιστών το στήριγμα.
Σταυρός, αγγέλων η δόξα
και των δαιμόνων
το τραύμα»


Κορυφή
 Προφίλ  
Απάντηση με παράθεση  
UNREAD_POSTΔημοσιεύτηκε: Τετ 25 Σεπ 2013, 15:26 
Χωρίς σύνδεση
Site Admin
Site Admin
Άβαταρ μέλους

Εγγραφή: Τρί 08 Ιαν 2008, 14:48
Δημοσιεύσεις: 10521
Στήν Ἁγία Μαρία Θεοτόκο

Ἅγιος Ἡσύχιος Ἱεροσολύμων


Κάθε γλώσσα, εὐγνώμονου ἀνθρώπου, ὅπως εἶναι φυσικό, τιμᾶ τήν Παρθένο καί Θεοτόκο, καί μιμεῖται ὅσο τοῦ ἐπιτρέπουν οἱ δυνάμεις του τόν ἄρχοντα τῶν ἀγγέλων Γαβριήλ. Ἄλλος Τῆς ἀπευθύνει τό «χαῖρε», ἐξαιτίας τοῦ Κυρίου πού γεννήθηκε ἀπό Αὐτήν καί ἐμφανίσθηκε στό ἀνθρώπινο γένος ὡς ἄνθρωπος. Ἄλλος Τῆς ἀπευθύνει τό λόγο καί λέει: «ὁ Κύριος προέρχεται ἀπό Σένα» (Λουκ. 1, 28). Ὁ ἕνας Τήν ἐπονομάζει Μητέρα τοῦ φωτός, ὁ ἄλλος Ἀστέρι τῆς ζωῆς. Ἄλλος Τήν ἀποκαλεῖ Θρόνο τοῦ Θεοῦ, ἄλλος Ναό πλατύτερο ἀπό τόν οὐρανό καί ἄλλος Καθέδρα ὄχι κατώτερη ἀπό τήν καθέδρα ἐκείνη τῶν Χερουβείμ.

Ἄλλος πάλι Τήν ὀνομάζει Κῆπο ἄσπαρτο, εὔφορο, ἀκαλλιέργητο· ἀμπέλι μέ ἄφθονα σταφύλια, ἀκμαῖο, ἀνέγγιχτο· τρυγόνα καθαρή, περιστέρα ἁγνή· σύννεφο πού συλλαμβάνει τίς βροχές χωρίς φθορά· σάκκο πού κρύβει μαργαριτάρι λαμπρότερο ἀπό τόν ἥλιο· μεταλλεῖο ἀπό τό ὁποῖο προέρχεται ὁ λίθος πού καλύπτει ὅλη τή γῆ, χωρίς κανένας νά τόν λατομεῖ (Δαν. 2,45)· πλοῖο γεμάτο ἀπό φορτίο καί πού δέν ἔχει ἀνάγκη ἀπό κυβερνήτη· θησαυροφυλάκιο πού φέρνει πλοῦτο.

Ἄλλοι πάλι Τήν ὀνομάζουν λυχνάρι χωρίς φιτίλι, πού ἀνάβει ἀπό μόνο του· Κιβωτό πιό πλατειά, πιό ἐπιμήκη καί πιό ἔνδοξη ἀπό ἐκείνη τοῦ Νῶε. Ἐκείνη ἦταν κιβωτός ζώων, ἐνῶ Αὐτή εἶναι ἡ Κιβωτός ζωῆς. Ἐκείνη ἦταν κιβωτός φθαρτῶν ζώων, Αὐτή εἶναι ἡ Κιβωτός τῆς ἄφθαρτης ζωῆς. Ἐκείνη κράτησε τόν Νῶε, ἐνῶ Αὐτή τόν Δημιουργό τοῦ Νῶε. Ἐκείνη εἶχε δύο καί τρεῖς ὀρόφους, ἐνῶ Αὐτή ὅλο τό πλήρωμα τῆς Ἁγίας Τριάδος. Γιατί καί τό Πνεῦμα ἦταν παρόν, καί ὁ Πατέρας Τήν ἐπισκίασε, καί ὁ Υἱός κατασκήνωσε μέσα Της, ὡς βρέφος κυοφορούμενος. Λέει ἡ Ἁγία Γραφή: «Πνεῦμα Ἅγιο θά ἔρθει ἐπάνω σου καί θά σέ ἐπισκιάσει ἡ δύναμη τοῦ Ὑψίστου. Γι᾽ αὐτό καί τό ἅγιο πού θά γεννηθεῖ, θά ὀνομασθεῖ Υἱός τοῦ Θεοῦ» (Λουκ. 1,35).

Βλέπεις πόσο μεγάλο εἶναι τό ἀξίωμα τῆς Θεοτόκου Παρθένου; Γιατί ὁ Μονογενής Υἱός τοῦ Θεοῦ, ὁ Δημιουργός τοῦ κόσμου, κρατήθηκε ἀπό Αὐτήν ὡς βρέφος, καί ξαναέπλασε τόν Ἀδάμ, καί ἁγίασε τήν Εὔα, καί κατάργησε τό δράκοντα, καί ἄνοιξε τόν παράδεισο, καί ἄφησε ἄφθαρτη τή σφραγίδα τῆς παρθενικῆς μήτρας. Πολύ φυσικά καί σύμφωνα μέ τή λογική καί τά δύο. Ἄνοιξε τόν παράδεισο, ἐπειδή ἐπρόκειτο νά φέρει καί νά ὁδηγήσει ὁ Ἴδιος μέσα τό Ληστή καί ὅλους τούς κληρονόμους τῆς

Βασιλείας. Ἀσφάλισε τή σφραγίδα τῆς παρθενικῆς μήτρας, ἐπειδή Αὐτός πού ἔπαιρνε σάρκα ἦταν ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ, καί δέν εἶχε ἀνάγκη ἀπό καμμιά θύρα γιά τήν εἴσοδο ἤ ἔξοδο Του.

Σέ Σένα λοιπόν, Παρθένε, οἱ Προφῆτες ἀπονέμουν τούς ἐπαίνους, καί ὁ καθένας ἐξυμνεῖ Σέ τήν Θεοφόρο ἀνάλογα μέ τό πῶς καί πόσο, τοῦ ἔχουν ἀποκαλυφθεῖ τά μυστήρια αὐτά. Καί ἄλλος Σέ ἀποκαλεῖ ράβδο τοῦ Ἰεσσαί δείχνοντας ἔτσι τό ἄτρωτο καί ἀκέραιο τῆς παρθενίας Σου. Ἄλλος Σέ παρουσιάζει ὡς βάτο πού φλέγεται ἀλλά δέν καίγεται, γιά νά ὑπαινιχθεῖ μ᾽ αὐτό καί τόν Μονογενή πού προσέλαβε σάρκα καί παράλληλα τήν Παρθενία τῆς Θεοτόκου. Γιατί ἡ Παρθένος φλεγόταν, ἀλλά δέν καιγόταν, ἐπειδή γέννησε χωρίς νά φθαρεῖ ἡ μήτρα Της. Συνέλαβε καί παρέμεινε σφραγισμένη ἡ μήτρα. Θήλασε καί διαφύλαξε τούς μαστούς Της ἀνέγγιχτους. Κράτησε στά χέρια Της παιδί, καί τόν πατέρα Του δέν γνώρισε. Ἔγινε μητέρα, καί χωρίς νά ἔχει γίνει νύφη. Τρεφόταν Υἱός, καί ὁ Πατέρας δέν παραβρισκόταν.

Τό χωράφι καρποφοροῦσε, καί ὁ καρπός δέν ἀνῆκε σέ κανένα γεωργό. Ἀπέδωσε καρπό τόν καιρό τοῦ θερισμοῦ, χωρίς νά ἔχει δεχθεῖ σπόρο. Ποτάμι ἔτρεχε καί ἡ πηγή ἀπό παντοῦ ἦταν κλεισμένη, γιά νά ἀποδειχθεῖ ἔτσι Παρθένε, ὅτι καί μητέρα ἔγινες, καί δέν ὑπέφερες ὅσα περνᾶνε οἱ μητέρες. Γέννησες σάν γυναίκα καί δέν δέχθηκες φθορά ὡς γυναίκα. Κυοφοροῦσες σύμφωνα μέ τόν νόμο τῆς φύσεως, ἀφοῦ περίμενες τόν καιρό τόν πόνων τοῦ τοκετοῦ, ἀλλ᾽ ὅμως συνέλαβες ἔξω ἀπό τόν νόμο τῆς φύσεως.

Ἄλλος Σέ ἀποκάλεσε Πύλη κλεισμένη πού εἶσαι στραμμένη πρός τήν ἀνατολή, καί πού εἰσάγει τόν Βασιλιά ἐνῶ οἱ πόρτες εἶναι κλειστές (Ἰεζ. 44,2). Κατά τόν ἴδιο τρόπο

Σέ ὀνόμασε καί πύλη πού ὁδηγεῖς πρός τά ἔξω, ἐπειδή ἔγινες πόρτα πού ὁδήγησε στήν ἐπίγεια ζωή τόν Μονογενή. Καί Σέ ὀνόμασε Πύλη πού βρίσκεται στραμμένη πρός τήν ἀνατολή, ἐπειδή τό φῶς τό ἀληθινό, πού φωτίζει κάθε ἄνθρωπο πού ἔρχεται στόν κόσμο, προέρχεται ἀπό τήν κοιλιά Σου, σάν ἀπό κάποιο βασιλικό θάλαμο. Ἐσύ ἔβαλες μέσα Σου τόν Βασιλιά, ἐνῶ οἱ πόρτες ἦταν κλειστές, καί πάλι ἔτσι Τόν πέρασες ἔξω. Γιατί ὁ Βασιλιάς τῆς δόξας δέν ἄνοιξε τίς πόρτες τῆς μήτρας Σου, οὔτε χαλάρωσε τό φραγμό τῆς παρθενίας Σου, οὔτε ὅταν συλλαμβανόταν, ἀλλά καί οὔτε ὅταν γεννιόταν. Ἐσένα ὀνόμασε Κῆπο κλεισμένο καί Πηγή σφραγισμένη ὁ Νυμφίος πού προῆλθε ἀπό Σένα, καί προφήτευσε στά Ἄσματα (Ἆσμ, Ἀσ. 4,12).

Κῆπο κλεισμένο Σέ ὀνόμασε, ἐπειδή Ἐσένα δέν Σέ ἄγγιξε δρεπάνι φθαρτό ἤ τρυγητός. Ἄνθος ἐπίσης, πού βλάστησε καθαρά ἀπό τή ράβδο τοῦ Ἰεσσαί στό γένος τῶν ἀνθρώπων Σέ ἀποκάλεσε, γιά νά δείξει ὅτι καλλιεργήθηκες μόνο ἀπό τό καθαρό καί ἄσπιλο Πνεῦμα. Σέ ὀνόμασε Πηγή σφραγισμένη, γιατί ὁ ποταμός τῆς ζωῆς, πού προῆλθε ἀπό Σένα, πλημμύρισε τήν οἰκουμένη. Ἀλλά κάδος γάμου τή δική Σου πηγή ποτέ δέν τήν ἄντλησε.

Γιά Σένα ὁ Δαβίδ, καί παίρνοντας ἀπό Σένα τήν ἔμπνευση, δέν παύει νά κρούει τό ψαλτήρι καί νά ψάλλει: «Ἀναστήσου, Κύριε, νά πᾶς στόν τόπο τῆς ἀναπαύσεώς Σου, Σύ καί ἡ Κιβωτός τοῦ ἁγιάσματός Σου» (Ψαλμ. 131,8). «Ἀναστήσου». Ἀπό ποῦ; Ἀπό τούς κόλπους τοῦ Πατέρα, ὄχι γιά νά χωριστεῖς ἀπό τόν Πατέρα (γιατί αὐτό δέν ἐπιτρέπεται οὔτε νά τό σκέφτεται κανείς, οὔτε καί νά τό λέει), ἀλλά γιά νά ἐκπληρώσεις κατά τή Θεία Οἰκονομία, αὐτό πού ἀπό τήν ἀρχή, πρίν ἀπό τούς αἰῶνες καί πρίν ἀπό τίς γενεές, εἶχε ὁρισθεῖ. «Ἀναστήσου», γιά νά σηκώσεις τούς πεσμένους, γιά νά ἀνορθώσεις αὐτούς πού βρίσκονται νεκρωμένοι. «Ἀναστήσου», γιά νά πάρεις πίσω ἀπό τόν ἐχθρό αὐτό πού Σοῦ ἀνήκει καί μέχρι τώρα τυραννιέται ἀπό αὐτόν. «Ἀναστήσου, Κύριε, νά πᾶς στόν τόπο τῆς ἀναπαύσεώς σου», σ᾽ Αὐτήν πού διάλεξες πάνω στή γῆ, καί πού Τήν ἔταξες στή Βηθλεέμ, στό σπήλαιο, στή φάτνη καί στά σπάργανα. Γιατί στούς οὐρανούς δέν ἔχεις ἀνάγκη ἀπό ἀνάπαυση, ἀφοῦ Ἐσύ εἶσαι ἡ ἀνάπαυση ὅλης τῆς κτίσης.

Στή γῆ ὅμως γιά χάρη μας ὑποφέρεις τά ἀνθρώπινα. Φυσικά, δέν ἐννοῶ τήν πείνα καί τή δίψα, τά ὁποῖα ὑπέμεινες. Γιατί καί πεινώντας, Ἐσύ εἶσαι ὁ Ἄρτος τῆς ζωῆς, καί διψώντας, Σύ εἶσαι ἡ παρηγοριά αὐτῶν πού διψοῦν. Γιατί Ἐσύ ἔγινες ποταμός ἀφθαρσίας. Καί ἐνῶ κοπιάζεις περπατώντας στήν ξηρά, δρασκελίζεις ἄκοπα πάνω στῆς θάλασσας τά κύματα.

«Σήκω, Κύριε, νά πᾶς στόν τόπο τῆς ἀναπαύσεώς Σου, Σύ καί ἡ κιβωτός τοῦ ἁγιάματός Σου». Εἶναι ὁλοφάνερο ὅτι ἡ κιβωτός ἐδῶ εἶναι ἡ Παρθένος, ἡ Θεοτόκος. Γιατί ἄν Ἐσύ εἶσαι τό μαργαριτάρι, εὔλογα Ἐκείνη εἶναι ἡ Κιβωτός. Ἐφόσον Σύ εἶσαι Ἥλιος, φυσικά ἡ Παρθένος θά ὀνομασθεῖ οὐρανός. Ἐπειδή Σύ εἶσαι ἄνθος ἀμάραντο, ἄρα ἡ Παρθένος εἶναι φυτό ἀφθαρσίας, ὁ παράδεισος τῆς ἀθανασίας. Βλέποντας αὐτά στήν Παρθένο ὁ Ἠσαΐας προφήτεψε λέγοντας: «Νά, ἡ Παρθένος θά συλλάβει, καί θά γεννήσει γιό, καί θά τόν ὀνομάσουν Ἐμμανουήλ» (Ἠσ. 7,14). Νά ἡ Παρθένος.

Ποιά; Ἡ ξεχωριστή ἀνάμεσα στίς γυναῖκες, ἡ διαλεχτή ἀνάμεσα στίς Παρθένες, τό σεμνό στολίδι τῆς φύσης μας, τό καύχημα τοῦ δικοῦ μας πηλοῦ· Αὐτή πού ἀπάλλαξε ἀπό τή ντροπή τήν Εὔα, καί ἀπό τήν ἀπειλή τόν Ἀδάμ· Αὐτή πού ἔκοψε τό θράσος τοῦ δράκοντα καί τήν Ὁποία δέν ἄγγιξε καπνός ἐπιθυμίας, οὔτε Τήν ἔβλαψε τό σκουλήκι τῆς ἡδυπάθειας. «Νά, ἡ Παρθένος θά συλλάβει». Ἀπό ποῦ, προφήτη; Δέν θά τό πῶ, λέει. Γιατί αὐτό τό μυστικό εἶναι προνόμιο ἀποκλειστικά φυλαγμένο γιά τό Γαβριήλ.

Πολλοί μιλοῦν γιά τά θαύματα τῆς Θεοτόκου, ἀλλά καί πολλά ἀπό αὐτά παραλείπονται. Ἐγώ ὅμως πιστεύω μ᾽ ὅλη μου τήν ψυχή σ᾽ Αὐτόν πού γέννησε ἡ Ἀειπάρθενη. Ὁ Μιχαίας ἀναφέρει τό χῶρο πού ἔγινε τό θαῦμα, καί ὁ Δαβίδ τό χρόνο. Γιατί αὐτός πρόσθεσε στήν προφητεία τῶν Ψαλμῶν: «Σέ γέννησα ἀπό τήν κοιλιά μου πρίν ἀπό τόν Ἑωσφόρο» (Ψαλμ. 109,3). Ὁ Γαβριήλ ὅμως θά μᾶς πεῖ τό ἀπό ποῦ. Γιατί ἐκεῖνος κατεβαίνει ἀπό τόν οὐρανό. Ἐκεῖνος ἀποκλειστικά γιά τό σκοπό αὐτό στέλνεται στήν Παρθένο.

Ἐκεῖνος ἔρχεται τόν καιρό τοῦ τοκετοῦ καί ἀναλαμβάνει κατά συνέπεια νά ἑρμηνεύσει τό γεγονός τῆς γέννας. Ἐάν ὅμως θέλεις νά μάθεις καί ἀπό μένα, ἄκουσε τή συνέχεια τῆς προφητείας: «Καί θά γεννήσει γιό, καί θά τόν ὀνομάσουν Ἐμμανουήλ». Τί σημαίνει τό ὄνομα Ἐμμανουήλ; «Ὁ Θεός εἶναι μαζί μας». Μήπως λοιπόν ὁ Θεός συλλαμβάνεται μέ γάμο ἀνθρώπινο, καί μπορεῖ νά γεννηθεῖ ἤ νά σαρκωθεῖ μέ ἄνδρα καί μέ σαρκική συζυγία; Καθόλου, ἀλλά μέ τήν ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ, μέ τήν ἐπιφύτευση τοῦ Ὑψίστου, μέ τήν παρουσία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.

Πράγματι, τί εἶπε τότε στό Γαβριήλ ἡ Παρθένος; «Πῶς θά γίνει αὐτό σέ μένα, ἀφοῦ δέν ἔχω ἄνδρα;» (Λουκ. 1,34). Δηλαδή· Τό θαῦμα μέ ἐκπλήσσει, ὁ λόγος μέ ἀφήνει κατάπληκτη, καί ἡ εἴδηση τοῦ Ἀγγέλου μέ κάνει ὡς Παρθένο νά ἐξίσταμαι. Λές πράγματα θαυμαστά, σέ μένα ὅμως εἶναι ὕποπτα, γιατί εἶναι πρωτόγνωρα.

Φοβᾶμαι τό πρωτάκουστο, χαρούμενο μήνυμα· θορυβοῦμαι ἀπό τά πολύ ἀσυνήθιστα λόγια. «Πῶς θά γίνει αὐτό σέ μένα, ἀφοῦ δέν ἔχω ἄνδρα;». Πῶς θά γίνω μητέρα, ἀφοῦ δέν ἔχω γίνει νύφη; Δέν καταστράφηκε τό ἄνθος τῆς ἁγνότητας, δέν ἔλυσα τόν ζωστήρα τῆς παρθενίας, δέν χαλάρωσα τό δεσμό τῆς μήτρας, δέν κατήργησα τή σφραγίδα τῆς μήτρας. Καί ὁ Ἄγγελος ἀμέσως πρόσθεσε: «Θά ἔρθει Ἅγιο

Πνεῦμα σέ Σένα καί θά Σέ σκιάσει δύναμη τοῦ Ὑψίστου» (Λουκ. 1,35). Δηλαδή· Ἄν εἶχες ἄνδρα δέν θά γεννοῦσες Θεό, ὁ Ὁποῖος καταδέχθηκε νά πάρει γιά χάρη Σου, μέσα ἀπό Σένα μορφή δούλου, χωρίς φθορά. Δέν θά γινόσουν ὄργανο γιά νά πάρει σάρκα Ἐκεῖνος ὁ Ὁποῖος δημιούργησε τά πάντα. Ἀλλ᾽ ἐπειδή εἶσαι καθαρή ἀπό συζυγική σχέση, ἐπειδή κράτησες τό ναό ἀδιάφθορο καί ἐπειδή διατήρησες τή σκηνή μακριά ἀπό κάθε ρύπο, γι᾽ αὐτό καί ὁ Πατέρας ἔρχεται σέ Σένα, καί τό Πνεῦμα Σέ ἐπισκιάζει, καί ὁ Μονογενής γεννιέται ἀπό Σένα, ὡς ἄνθρωπος.

Ἐσύ λοιπόν νά μήν ἀμφιβάλεις καθόλου γιά τά μυστήρια πού θά ἐπακολουθήσουν. Νά μήν ἀμφιβάλεις γεννώντας στό σπήλαιο τόν Δημιουργό ὅλης τῆς κτίσης. Νά μήν παραξενευτεῖς καθώς θά τοποθετεῖς στή φάτνη Ἐκεῖνον πού κάθεται πάνω στά Χερουβείμ, καί πού στή γῆ δέν βρίσκεται τόπος γιά νά Τόν δεχτεῖ. Μήν ἐκπλαγεῖς πού θά εἶσαι μητέρα τοῦ Βασιλιά τοῦ οὐρανοῦ καί τῆς γῆς. Γιατί μέ τή θέλησή Του γεννιέται φτωχός ἀπό Σένα, γιά νά χαλιναγωγήσει τούς πλούσιους καί νά γίνει στήριγμα ὑπομονῆς γιά τούς φτωχούς, καί δάσκαλος εὐχαριστίας.

Μέ τή θέλησή Του τοποθετεῖται Ἐκεῖνος στή φάτνη, γιά νά ἔρθουν οἱ ἀποκτηνωμένοι καί νά βροῦν τόν Λόγο μέσα στή φάτνη, καί νά ᾽ρθουν ἔτσι στά σύγκαλά τους. Γιά νά ᾽ρθουν νά βροῦν σιτάρι, ἐνῶ περίμεναν νά βροῦν ἄχυρα. Γιά νά ἔρθουν σάν κτήνη, νομίζοντας ὅτι θά βροῦν στή φάτνη δεμάτια κριθαριοῦ, καί νά φάνε τόν Ἄρτο τόν ἀληθινό, τήν τροφή τῆς ζωῆς, τό δεῖπνο τοῦ φωτός, τήν τροφή τῆς χαρᾶς, τή γλυκύτητα τῆς ἀφθαρσίας.Νά βροῦν Ἐκεῖνον ἀπό τόν Ὁποῖο προέρχεται ἡ γνώση τῆς Βασιλείας, ὁ ἀρραβώνας τῆς υἱοθεσίας, ἡ κληρονομία τῶν οὐρανῶν, ἡ κοινωνία τοῦ Πατέρα καί τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.

Σ᾽ Αὐτόν ἀνήκει ἡ δόξα στούς αἰῶνες τῶν αἰώνων. Ἀμήν.

_________________

«Σταυρός, ο φύλαξ πάσης της οικουμένης.
Σταυρός, η ωραιότης της Εκκλησίας.
Σταυρός, βασιλέων το κραταίωμα.
Σταυρός, πιστών το στήριγμα.
Σταυρός, αγγέλων η δόξα
και των δαιμόνων
το τραύμα»


Κορυφή
 Προφίλ  
Απάντηση με παράθεση  
UNREAD_POSTΔημοσιεύτηκε: Τετ 25 Σεπ 2013, 15:27 
Χωρίς σύνδεση
Site Admin
Site Admin
Άβαταρ μέλους

Εγγραφή: Τρί 08 Ιαν 2008, 14:48
Δημοσιεύσεις: 10521
Γιά τή Θεομήτορα

Ἁγίου Σιλουανοῦ τοῦ Ἀθωνίτου


Ὅταν ἡ ψυχή κατέχεται ἀπό τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, τότε, ὤ, πῶς εἶναι ὅλα εὐχάριστα, ἀγαπημένα καί χαρούμενα. Αὐτή ἡ ἀγάπη ὅμως συνεπάγεται θλίψη· κι ὅσο βαθύτερη εἶναι ἡ ἀγάπη, τόσο μεγαλύτερη εἶναι κι ἡ θλίψη.

Ἡ Θεοτόκος δέν ἁμάρτησε ποτέ, οὔτε κἄν μέ τό λογισμό, καί δέν ἔχασε ποτέ τή Χάρη, ἀλλά κι Αὐτή εἶχε μεγάλες θλίψεις. Ὅταν στεκόταν δίπλα στό Σταυρό, τότε ἦταν ἡ θλίψη Της ἀπέραντη σάν τόν ὠκεανό κι οἱ πόνοι τῆς ψυχῆς Της ἦταν ἀσύγκριτα μεγαλύτεροι ἀπό τόν πόνο τοῦ Ἀδάμ μετά τήν ἔξωση ἀπό τόν Παράδεισο, γιατί κι ἡ ἀγάπη Της ἦταν ἀσύγκριτα μεγαλύτερη ἀπό τήν ἀγάπη τοῦ Ἀδάμ στόν Παράδεισο. Κι ἄν ἐπέζησε, ἐπέζησε μόνο μέ τή Θεία δύναμη, μέ τήν ἐνίσχυση τοῦ Κυρίου, γιατί ἦταν θέλημά Του νά δῆ τήν Ἀνάσταση κι ὕστερα, μετά τήν Ἀνάληψή Του, νά παραμείνη παρηγοριά καί χαρά τῶν Ἀποστόλων καί τοῦ νέου χριστιανικοῦ λαοῦ.

Ἐμεῖς δέν φτάνουμε στήν πληρότητα τῆς ἀγάπης τῆς Θεοτόκου, καί γι᾽ αὐτό δέν μποροῦμε νά ἐννοήσωμε πλήρως τό βάθος τῆς θλίψεώς Της. Ἡ ἀγάπη Της ἦταν τέλεια. Ἀγαποῦσε ἄπειρα τό Θεό καί Υἱό Της, ἀλλ᾽ ἀγαποῦσε καί τό λαό μέ μεγάλη ἀγάπη. Καί τί αἰσθανόταν τάχα, ὅταν ἐκεῖνοι, πού τόσο πολύ ἀγαποῦσε ἡ Ἴδια καί πού τόσο πολύ ποθοῦσε τή σωτηρία τους, σταύρωναν τόν ἀγαπημένο Υἱό Της;

Αὐτό δέν μποροῦμε νά τό συλλάβωμε, γιατί ἡ ἀγάπη μας γιά τό Θεό καί τούς ἀνθρώπους εἶναι λίγη. Κι ὅμως ἡ ἀγάπη τῆς Παναγίας ὑπῆρξε ἀπέραντη καί ἀκατάληπτη, ἔτσι ἀπέραντος ἦταν κι ὁ πόνος Της πού παραμένει ἀκατάληπτος γιά μᾶς.

Ἄσπιλε Παρθένε Θεοτόκε, πές σ᾽ ἐμᾶς τά παιδιά Σου, πῶς ἀγαποῦσες τόν Υἱό Σου καί Θεό, ὅταν ζοῦσες στή γῆ; Πῶς χαιρόταν τό πνεῦμα Σου γιά τό Θεό καί Σωτῆρα Σου; Πῶς ἀντίκρυζες τήν ὀμορφιά τοῦ προσώπου Του; Πῶς σκεφτόσουν ὅτι Αὐτός εἶναι Ἐκεῖνος, πού Τόν διακονοῦν μέ φόβο καί ἀγάπη ὅλες οἱ Δυνάμεις τῶν οὐρανῶν;

Πές μας, τί ἔνοιωθε ἡ ψυχή Σου, ὅταν κρατοῦσες στά χέρια Σου τό Θαυμαστό Νήπιο; Πῶς τό ἀνέτρεφες; Πῶς πονοῦσε ἡ ψυχή Σου, ὅταν μαζί μέ τόν Ἰωσήφ Τόν ἀναζητοῦσες τρεῖς μέρες στήν Ἱερουσαλήμ; Ποιάν ἀγωνία ἔζησες, ὅταν ὁ Κύριος παραδόθηκε στήν σταύρωση καί πέθανε στό Σταυρό;

Πές μας, ποιά χαρά αἰσθάνθηκες γιά τήν Ἀνάσταση ἤ πῶς σπαρταροῦσε ἡ ψυχή Σου ἀπό τόν πόθο τοῦ Κυρίου μετά τήν Ἀνάληψη;

Οἱ ψυχές μας λαχταροῦν νά γνωρίσουν τή ζωή Σου μέ τόν Κύριο στή γῆ· ἀλλά Σύ δέν εὐδόκησες νά τά παραδώσης ὅλ᾽ αὐτά στή Γραφή, ἀλλά σκέπασες τό μυστήριό Σου μέ σιγή.

Πολλά θαύματα καί ἐλέη εἶδα ἀπό τόν Κύριο καί τή Θεοτόκο, ἀλλά μοῦ εἶναι τελείως ἀδύνατο ν᾽ ἀνταποδώσω κάπως αὐτή τήν ἀγάπη.

Τί ν᾽ ἀναταποδώσω ἐγώ στήν Ὑπεραγία Θεοτόκο, πού δέν μέ περιφρόνησε ἐνῶ ἤμουν βυθισμένος στήν ἁμαρτία, ἀλλά μ᾽ ἐπισκέφθηκε σπλαγχνικά καί μέ συνέτισε; Δέν Τήν εἶδα, ἀλλά τό Ἅγιο Πνεῦμα μοῦ ἔδωσε νά Τήν ἀναγνωρίσω ἀπό τά γεμάτα χάρη λόγια Tης καί τό πνεῦμα μου χαίρεται κι ἡ ψυχή μου παρασύρεται τόσο ἀπό τήν ἀγάπη πρός Αὐτήν, ὥστε καί μόνη ἡ ἐπίκληση τοῦ ὀνόματός Tης γλυκαίνη τήν καρδιά μου.

Ὅταν ἤμουν νεαρός ὑποτακτικός, προσευχόμουν μιά φορά μπροστά στήν εἰκόνα τῆς Θεομήτορος καί μπῆκε τότε στήν καρδιά μου ἡ προσευχή τοῦ Ἰησοῦ κι ἄρχισε ἀπό μόνη της νά προφέρεται ἐκεῖ.

Μιά ἄλλη φορά ἄκουγα στήν ἐκκλησία τήν ἀνάγνωση τῶν προφητειῶν τοῦ Ἡσαΐα, καί στίς λέξεις «Λούσασθε καί καθαροί γίνεσθε» (Ἡσ. α ́ 16) σκέφτηκα: «Μήπως ἡ Παναγία ἁμάρτησε ποτέ, ἔστω καί μέ τό λογισμό;». Καί, ὤ τοῦ θαύματος! Μέσα στήν καρδιά μου μιά φωνή ἑνωμένη μέ τήν προσευχή πρόφερε ρητῶς: «Ἡ Θεοτόκος ποτέ δέν ἁμάρτησε, οὔτε κἄν μέ τήν σκέψη». Ἔτσι τό Ἅγιο Πνεῦμα μαρτυροῦσε στήν καρδιά μου γιά τήν ἁγνότητά Της.

Ἐν τούτοις κατά τόν ἐπίγειο βίο Tης δέν εἶχε ἀκόμα τήν πληρότητα τῆς γνώσεως καί ὑπέπεσε σ᾽ ὁρισμένα ἀναμάρτητα λάθη ἀτέλειας. Αὐτό φαίνεται ἀπό τό Εὐαγγέλιο· ὅταν ἐπέστρεφε ἀπό τήν Ἱερουσαλήμ, δέν ἤξερε πού εἶναι ὁ Υἱός Της καί Τόν ἀναζητοῦσε τρεῖς μέρες μέ τόν Ἰωσήφ (Λουκ. β ́ 44-46).

Ἡ ψυχή μου γεμίζει ἀπό φόβο καί τρόμο, ὅταν ἀναλογίζωμαι τή δόξα τῆς Θεομήτορος.

Εἶναι ἐνδεής ὁ νοῦς μου καί φτωχή κι ἀδύναμη ἡ καρδιά μου, ἀλλά ἡ ψυχή μου χαίρεται καί παρασύρομαι στό νά γράψω ἔστω καί λίγα λόγια γι᾽ Αὐτήν.

Ἡ ψυχή μου φοβᾶται νά τό ἀποτολμήση, ἀλλά ἡ ἀγάπη μέ πιέζει νά μήν κρύψω τίς εὐεργεσίες τῆς εὐσπλαγχνίας Tης.

Ἡ Θεοτόκος δέν παρέδωσε στή Γραφή οὔτε τίς σκέψεις Tης οὔτε τήν ἀγάπη Tης γιά τόν Υἱό καί Θεό Tης οὔτε τίς θλίψεις τῆς ψυχῆς Tης, κατά τήν ὥρα τῆς σταυρώσεως, γιατί οὔτε καί τότε θά μπορούσαμε νά τά συλλάβωμε. Ἡ ἀγάπη Tης γιά τό Θεό ἦταν ἰσχυρότερη καί φλογερότερη ἀπό τήν ἀγάπη τῶν Χερουβείμ καί τῶν Σεραφείμ κι ὅλες οἱ Δυνάμεις τῶν Ἀγγέλων καί Ἀρχαγγέλων ἐκπλήσσονται μ᾽ Αὐτήν.

Παρ᾽ ὅλο ὅμως πού ἡ ζωή τῆς Θεοτόκου σκεπαζόταν, θά λέγαμε, ἀπό τήν ἅγια σιγή, ὁ Κύριος ὅμως φανέρωσε στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μας πώς ἡ Παναγία μας ἀγκαλιάζει μέ τήν ἀγάπη Tης ὅλο τόν κόσμο καί βλέπει μέ τό Ἅγιο Πνεῦμα ὅλους τούς λαούς τῆς γῆς καί, ὅπως καί ὁ Υἱός Tης, ἔτσι κι Ἐκείνη σπλαγχνίζεται καί ἐλεεῖ τούς πάντες.

Ὤ, καί νά γνωρίζαμε πόσο ἀγαπᾶ ἡ Παναγία ὅλους, ὅσους τηροῦν τίς ἐντολές τοῦ Χριστοῦ, καί πόσο λυπᾶται καί στενοχωριέται γιά κείνους πού δέν μετανοοῦν! Αὐτό τό δοκίμασα μέ τήν πείρα μου.

Δέν ψεύδωμαι, λέω τήν ἀλήθεια ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ, πώς γνωρίζω πνευματικά τήν Ἄχραντη Παρθένο. Δέν Τήν εἶδα, ἀλλά τό Ἅγιο Πνεῦμα μοῦ ἔδωσε νά γνωρίσω Αὐτήν καί τήν ἀγάπη Tης γιά μᾶς. Χωρίς τήν εὐσπλαγχνία Tης ἡ ψυχή θά εἶχε χαθῆ ἀπό πολύν καιρό. Ἐκείνη ὅμως εὐδόκησε νά μ᾽ ἐπισκεφθῆ καί νά μέ νουθετήση, γιά νά μήν ἁμαρτάνω. Μοῦ εἶπε: «Δέν μ᾽ ἀρέσει νά βλέπω τά ἔργα σου». Τά λόγια Της ἦταν εὐχάριστα, ἤρεμα, μέ πραότητα καί συγκίνησαν τήν ψυχή. Πέρασαν πάνω ἀπό σαράντα χρόνια, μά ἡ ψυχή μου δέν μπορεῖ νά λησμονήση ἐκείνη τή γλυκειά φωνή καί δέν ξέρω πῶς νά εὐχαριστήσω τήν ἀγαθή καί σπλαγχνική Μητέρα τοῦ Θεοῦ.

Ἀληθινά, Αὐτή εἶναι ἡ βοήθειά μας ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ καί μόνο τ᾽ ὄνομά Της χαροποιεῖ τήν ψυχή. Ἀλλά κι ὅλος ὁ οὐρανός κι ὅλη ἡ γῆ χαίρονται μέ τήν ἀγάπη Tης.

Ἀξιοθαύμαστο κι ἀκατανόητο πράγμα. Ζῆ στούς οὐρανούς καί βλέπει ἀδιάκοπα τήν δόξα τοῦ Θεοῦ, ἀλλά δέν λησμονεῖ κι ἐμᾶς τούς φτωχούς κι ἀγκαλιάζει μέ τήν εὐσπλαγχνία Της ὅλη τή γῆ κι ὅλους τούς λαούς.

Κι Αὐτή τήν Ἄχραντη Μητέρα Του ὁ Κύριος τήν ἔδωσε σ᾽ ἐμᾶς.

Αὐτή εἶναι ἡ χαρά καί ἡ ἐλπίδα μας.

Αὐτή εἶναι ἡ πνευματική μας Μητέρα καί βρίσκεται κοντά μας κατά τή φύση σάν ἄνθρωπος καί κάθε χριστιανική ψυχή ἑλκύεται ἀπό τήν ἀγάπη πρός Αὐτήν.



Ἀπό το βιβλίο: Ἅγιος Σιλουανός ὁ Ἀθωνίτης

Ἔκδ.Ἱερᾶς Μονῆς Τιμίου Προδρόμου ΕΣΣΕΞ

_________________

«Σταυρός, ο φύλαξ πάσης της οικουμένης.
Σταυρός, η ωραιότης της Εκκλησίας.
Σταυρός, βασιλέων το κραταίωμα.
Σταυρός, πιστών το στήριγμα.
Σταυρός, αγγέλων η δόξα
και των δαιμόνων
το τραύμα»


Κορυφή
 Προφίλ  
Απάντηση με παράθεση  
UNREAD_POSTΔημοσιεύτηκε: Τετ 25 Σεπ 2013, 15:28 
Χωρίς σύνδεση
Site Admin
Site Admin
Άβαταρ μέλους

Εγγραφή: Τρί 08 Ιαν 2008, 14:48
Δημοσιεύσεις: 10521
Περί τῆς ἀειπαρθενίας τῆς Θεοτόκου

Ἅγιος Νεκτάριος Πενταπόλεως


Ἡ ὀρθόδοξος Ἐκκλησία ὁμολογεῖ ὅτι ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος ἦν πρό τόκου παρθένος, καί ἐν τόκῳ παρθένος, καί μετά τόκον πάλιν παρθένος διέμεινε, φυλάξασα ἀλώβητον τήν ἑαυτῆς παρθενίαν. (Ὁμολογία Ὀρθοδόξου πίστεως ἐν ἐρωταποκρίσει λθ´).

Ὁ προφήτης Ἡσαΐας, ὁ προφητεύσας τήν ἐκ παρθένου γέννησιν τοῦ Σωτῆρος, παρθένον τήν μητέρα τοῦ Ἐμμανουήλ ὠνόμασεν· «Ἰδού ἡ Παρθένος ἐν γαστρί ἕξει καί τέξεται υἱόν, καί καλέσει τό ὄνομα αὐτοῦ Ἐμμανουήλ». (Ἡσ. ζ´. 14). Τοῦτο δέ δηλοῖ οὐ μόνον τήν πρό τόκου παρθένον, ἀλλά καί τήν ἐν τόκῳ καί τήν μετά τόκον παρθένον, διότι ἡ παρθένος ἔμελλε νά ἀναδειχθῇ μήτηρ τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ, ὅν θά ἐκυοφόρει, θά ἐγαλακτοτρόφει καί θά ἀνέτρεφε κατά τήν βρεφικήν καί παιδικήν αὐτοῦ ἡλικίαν.

Ἡ παρθένος ἀνεδείχθη μήτηρ τοῦ Ἐμμανουήλ οὐχί μόνον διά τόν χρόνον τῆς κυήσεως, ἀλλά διά τό διηνεκές. Κατά τόν προφήτην ὁ Θεός παρθένον, ἤτοι ἐλευθέραν παντός συζυγικοῦ δεσμοῦ ἐξελέξατο, καί πρός οὐδένα ὑποχρεωμένην. Τοῦτο δηλοῖ καί ἡ λέξις ἁελμάχ, ὡς μαρτυρεῖται καί ἐκ τοῦ βιβλίου τῆς Γενέσ. κεφ. κδ´, 43, ἔνθα ἡ παρθένος Ρεβέκκα καλεῖται ἁελμάχ, καί ἐκ τοῦ βιβλίου τῶν ψαλμῶν (ἐν ψαλμῷ ξζ´. ἑβδμ. ἤ ξη´. Ἑβραϊκ.), ἔνθ᾿ αἱ τυμπανίστριαι νεάνιδες καλοῦνται ἁελμόθ, ἤτοι αἱ παρθένοι. Ἐπίσης καί εἰς τό Ἆσμα τῶν Ἀσμάτων κεφ. Α´. στίχ. 3 φέρεται κατά τούς ἑβδομήκοντα «διά τοῦτο νεάνιδες ἠγάπησάν σε»· τό δέ ἑβραϊκόν ἔχει ἁελμόθ, ἤτοι παρθένοι ἠγάπησάν σε. Βεβαίως ἐνταῦθα οὐ περί ἐγγάμων ἤ μεμνηστευμένων πρόκειται· ὅτι δέ περί παρθένων πρόκειται, τοῦτο εἶναι εὔδηλον καί οὐδείς δύναται νά τό ἀρνηθῇ.

Ὥστε ὁ προφήτης προλέγων τήν ἐκ παρθένου γέννησιν τοῦ Ἐμμανουήλ, θεωρεῖ τήν παρθενίαν ἀπηλλαγμένην πάσης πρός τινας ὑποχρεώσεως. Ἐκ τῆς προφητείας δηλοῦται ὅτι ἡ παρθένος αὕτη ἦν προορισμένη πρό αἰώνων καί ἐκλελεγμένη ἐκ πασῶν τῶν γενεῶν, ὅπως γίνῃ μήτηρ τοῦ Θεοῦ. Ὥστε ἡ παρθένος ἡ μήτηρ τοῦ Ἐμμανουήλ ὡς ἐκλελεγμένη ὑπό τοῦ Θεοῦ, μόνῳ τῷ Θεῷ ἀνῆκε καί οὐδενί ἑτέρῳ· ἐάν δέ ὁ Θεός πρός ἐξυπηρέτησιν τῆς θείας βουλῆς ἔδωκεν αὐτῇ τόν Ἰωσήφ ὡς μνηστῆρα, ὁ δεσμός οὗτος ἦν ὅλως πνευματικοῦ χαρακτῆρος καί οὐδέν παρεῖχε δικαίωμα συζυγίας τῷ Ἰωσήφ. Τοῦτο ἐδηλώθη σαφῶς ὑπό τοῦ Ἀρχαγγέλου τῷ Ἰωσήφ, ὅστις ἐπιγνούς τῆς θείας οἰκονομίας τό μυστήριον, ἐδείχθη πρόθυμος ὑπηρέτης τῆς θείας βουλῆς. Οὐκ ἄρα ὁ Θεός τήν μνηστήν τοῦ Ἰωσήφ ἐξελέξατο ὡς μητέρα τοῦ Ἐμμανουήλ, ἀλλά τήν προεκλελεγμένην ἤδη ἐκ πασῶν τῶν γενεῶν ἐνεπιστεύθη τῷ Ἰωσήφ πρός ἀμοιβήν τῆς αὐτοῦ ἀρετῆς· διότι πάντως ὁ Ἰωσήφ ἦτον ἐκλελεγμένος μεταξύ ἁπάντων τῶν Ἰουδαίων.

Κατά ταῦτα ἡ ἁγία Παρθένος προωρίσθη νά ἀναδειχθῇ μήτηρ τοῦ Ἐμμανουήλ. Ὡς τοιαύτη δέ ἔδει νά ᾖ μήτηρ τοῦ Ἐμμανουήλ εἰς τό διηνεκές· διότι ἀφοῦ πρός τοῦτο προωρίσθη, χρεών ἦν νά ἀφοσιωθῇ ὅλῃ ψυχῇ καί καρδίᾳ τῷ ὑψηλῷ αὑτῆς προορισμῷ, καί οὗτος μόνος νά ᾖ ἡ ἀδιάλειπτος αὐτῆς μέριμνα καί φροντίς, τό μόνον μέλημα, καί ἡ ἄπαυτος μελέτη· διότι ἀληθῶς πᾶσα ἑτέρα φροντίς ἤ μέριμνα, ἤ πᾶν ἕτερον μέλημα καί ἑτέρα μελέτη καί ἀπασχόλησις, ὡς ἀποσπῶσα αὐτήν τοῦ ὑψηλοῦ αὐτῆς προορισμοῦ καί τῆς ἁγίας αὐτῆς ἀποστολῆς θά ἐδείκνυον αὐτήν ἐστερημένην τῆς πρωτίστης ἀρετῆς τῆς συναισθήσεως τοῦ ὑψίστου αὐτῆς καθήκοντος καί τῆς μετ᾿ αὐταπαρνήσεως τελείας πληρώσεως αὐτοῦ.

Ἡ ἁγία παρθένος ὡς μήτηρ τοῦ Ἐμμανουήλ δέν ἠδύνατο νά ἀναλάβῃ τήν ὑποχρέωσιν νά γίνῃ μήτηρ ἄλλων τέκνων. Πρῶτον διότι ἡ μητρική στοργή πρός τό θεῖον τέκνον, ἡ εὐλάβεια πρός αὐτό, ἡ ἀφοσίωσις καί ἡ λατρεία πρός αὐτό, τό θεῖον πῦρ τό διαφλέξαν τήν καρδίαν αὐτῆς καί ἐκπυρακτῶσαν αὐτήν, τό πληρῶσαν αὐτήν τοῦ τελείου ἀγαθοῦ, τό μηδεμίαν θέσιν καταλιπόν ταῖς γηΐναις ἀπολαύσεσι καί ἐπιθυμίαις, οὐδόλως ἐπέτρεπον αὐτῇ νά ἀναλάβῃ ἑτέραν ὑποχρέωσιν πρός ἕτερα τέκνα.

Δεύτερον διότι ἡ πτερωθεῖσα αὐτῆς διάνοια, ἡ τό θεῖον διερευνῶσα βρέφος καί πρός αὐτό μόνον τήν ἀνύψωσιν ἔχουσα, καί περί αὐτοῦ μόνον ἀσχολουμένη, καθίστα ἀδύνατον τήν περί ἄλλας σκέψεις καί φροντίδας τροπήν.

Τρίτον διότι τό θεῖόν ἐστι ζηλότυπον, ζητεῖ δέ ἀπόλυτον ἀγάπην· ἀγάπην ἐξ ὅλης ψυχῆς, ἐξ ὅλης ἰσχύος, ἐξ ὅλης καρδίας, καί ἐξ ὅλης διανοίας· ἐάν δέ ὁ Ἰησοῦς ἀπῄτησε τοιαύτην ἀγάπην παρά τῶν ἑαυτοῦ ὀπαδῶν, πολλῷ μᾶλλον τοῦτο ἀπῄτει παρά τῆς μητρός αὐτοῦ. Ἐπειδή δέ πᾶν τό ὑπό τοῦ Σωτῆρος ἀπαιτούμενον εἶναι δώρημα παρ᾿ αὐτοῦ διδόμενον, παρά δέ τῶν λαμβανόντων διαθέσεως μόνον δεόμενον, ἕπεται ὅτι ἡ Μήτηρ τοῦ Κυρίου, ἡ τοιαύτης ἀξιωθεῖσα χάριτος καί δωρεᾶς, ἠγάπησε τόν Υἱόν αὑτῆς ἐξ ὅλης τῆς διανοίας, καί ἐκολλήθη ἡ ψυχή αὐτῆς ὀπίσω τοῦ υἱοῦ αὐτῆς, καί οὐδεμία δύναμις ἠδύνατο νά ἀποσπάσῃ αὐτήν ἀπό τῆς ἀγάπης τοῦ θείου αὐτῆς τέκνου.

Τέταρτον διότι ἡ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἐπιφοίτησις καί ἡ μοναδική γέννησις τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ οὐ μόνον ἀνέδειξαν τήν Παρθένον Μαρίαν Ὑπεραγίαν Θεοτόκον, ἀλλά καί ναόν Ἅγιον καί κατοικητήριον τοῦ Θεοῦ ἀπέδειξαν. Τά δέ ἅπαξ τῷ Θεῷ ἀφιερωθέντα καί ὑπό τοῦ Θεοῦ ἁγιασθέντα οὐ γίνονται κοινά, ἀλλ᾿ εἰς τό παντελές διαμένουσι ἱερά καί ἅγια τῷ Θεῷ καί μόνῳ αὐτῷ ἀνήκουσι. Δέν ἠδύνατο ἄρα ἡ Θεοτόκος νά τέκῃ ἄλλα τέκνα. Ἐάν δέ παρθένοι τῷ Θεῷ ἀφιερωθεῖσαι καί ἐκ τῆς ἀγάπης τοῦ Νυμφίου Χριστοῦ τρωθεῖσαι βασιλείων γάμων καταφρονῶσι, τί περί τῆς Ὑπεραγίας Δεσποίνης ἡμῶν Θεοτόκου ἐροῦμεν;

Τήν ἀειπαρθενίαν τῆς Θεοτόκου προεκήρυξαν ἤδη πρό αἰώνων καί οἱ προφῆται. Καί ἐν πρώτοις, μετά τούς λόγους τοῦ Ἡσαΐου, οἱ λόγοι τοῦ προφήτου Ἰεζεκιήλ περί τῆς πύλης τῶν ἁγίων τῆς ἐξωτέρας τῆς βλεπούσης κατά ἀνατολάς, ἥν ὁ Θεός ἐπέδειξεν αὐτῷ ἐν ὁράσει τινί ἔσται κεκλεισμένη, τήν Παρθένον ἐδήλουν. Ἰδού δέ οἱ λόγοι οὗτοι τοῦ προφήτου· «Καί ἐπέστρεψέ με κατά τήν ὁδόν τῆς πύλης τῶν ἁγίων τῆς ἐξωτέρας, τῆς βλεπούσης κατά ἀνατολάς· καί αὕτη ἦν κεκλεισμένη. Καί εἶπε Κύριος πρός με· ἡ πύλη αὕτη κεκλεισμένη ἔσται, οὐκ ἀνοιχθήσεται καί οὐδείς μή διέλθῃ δι᾿ αὐτῆς· ὅτι Κύριος ὁ Θεός τοῦ Ἰσραήλ εἰσελεύσεται δι᾿ αὑτῆς καί ἔσται κεκλεισμένη. Δότι ὁ ἡγούμενος οὗτος καθήσεται ἐν αὐτῇ τοῦ φαγεῖν ἄρτον ἐναντίον Κυρίου» (Ἰεζεκιήλ μδ´ 1-3).

Διά τῶν λόγων τούτων τῆς ὁράσεως ὁ προφήτης προαναγγέλει μυστικῶς τήν μέλλουσαν ἐκ παρθένου σάρκωσιν καί γέννησιν τοῦ Ἐμμανουήλ καί τήν ἀειπαρθενίαν τῆς Μητρός τοῦ Κυρίου.

Πάντες οἱ ἅγιοι Πατέρες ἀπό τῶν πρώτων αἰώνων καί ἐξ ἀποστολικῆς παραδόσεως οὕτως ἡρμήνευσαν τήν ὅρασιν ταύτην τοῦ Προφήτου. Ἀλλά πλήν τούτου, ἐάν ἡ προφητεία αὕτη, ἡ δι᾿ ὁράσεως γενομένη, δέν ἔλαβε τήν ἔκβασιν ἐν τῇ γεννήσει τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ, τοῦ ἡγουμένου τοῦ Ἰσραήλ, ἐκ τῆς παρθένου Μαρίας, τότε οὐδέποτε πλέον ἔκβασιν λήψεται διά τήν ἔλευσιν τοῦ Σωτῆρος. Διότι διά τῆς ὁράσεως ἀπεκαλύφθη τῷ προφήτῃ ἡ εἴσοδος τοῦ Βασιλέως τοῦ Μεγάλου εἰς τόν κόσμον τοῦτον ὡς υἱοῦ τοῦ ἀνθρώπου, ἥτις ἐγένετο διά τῆς παρθένου Μαρίας· ἀπεκαλύφθη ὅτι μόνος ὁ ἡγούμενος τοῦ Ἰσραήλ ὁ μέλλων φαγεῖν ἄρτον ἐν αὐτῇ τῇ πύλῃ, τῇ παρθένῳ, ἤτοι ἐνσαρκωθῆναι ἐν αὐτῇ, διελεύσεται δι᾿ αὐτῆς καί ἔσται κεκλεισμένη. Ὥστε ἡ ἀειπαρθενία τῆς Θεοτόκου ἦν προωρισμένη ὑπό τῆς θείας βουλῆς ὡς καί αὕτη ἡ παρθένος ἦν προωρισμένη ἐκ πασῶν τῶν γενεῶν ὑπό τῆς θείας βουλῆς, ὅπως γίνῃ καί μείνῃ μήτηρ τοῦ Ἐμμανουήλ.

Ὁ ἅγιος Ἀμβρόσιος ἑρμηνεύων τήν ὅρασιν ταύτην τοῦ προφήτου Ἰεζεκιήλ λέγει: «Τίς ἐστιν αὕτη ἡ πύλη, εἰμή ἡ Μαρία κεκλεισμένη διά τοῦτο, διότι παρθένος; Πύλη λοιπόν ἡ Μαρία, δι᾿ ἧς ὁ Χριστός εἰσῆλθεν εἰς τοῦτον τόν κόσμον, ὅτε ἐκ παρθενικοῦ τόκου προῆλθε, τά τῆς παρθενίας κλεῖθρα μή λύσας». (Ambros. De instit. Virgin).

Τήν Ἁγίαν Παρθένον θείᾳ εὐδοκίᾳ κυοφοροῦσαν, τίκτουσαν καί μετά τόκον ὡς πρό τόκου διαμένουσαν, προδιετύπωσαν ἐν τῇ Παλαιᾷ Διαθήκῃ ἐξαίσια προσέτι γεγονότα. Ἡ βάτος ἡ φλεγόμενη καί μή κατακαιομένη, ἡ ἄφλεκτος διαμείνασα μετά τήν τοῦ θείου πυρός ἐπιφοίτησιν, τήν Παρθένον προδιετύπωσεν. Ἡ θάλασσα ἡ μετά τήν πάροδον τοῦ Ἰσραήλ μείνασα ἄβατος, τήν ἀειπαρθενίαν τῆς Θεοτόκου προεσήμηνεν.

Ἡ πέτρα ἡ ἐκβλύσασα τό ὕδωρ τό ζῶν τήν Παρθένον προεικόνισεν. Ἡ πύρινος στήλη ἡ τόν Ἰσραήλ φωταγωγήσασα καί ἡ ὁλόφωτος νεφέλη ἐν αἷς ἐγένετο Κύριος ὁ Θεός, τήν Παρθένον προενέφηναν. Ἡ σκηνή τοῦ Μαρτυρίου τήν Παρθένον προεδήλωσεν. Ἡ Κιβωτός τῆς Διαθήκης τήν Παρθένον ὑπέδειξεν. Ἡ ῥάβδος τοῦ Ἀαρών ἡ βλαστήσασα τήν Παρθένον προεμήνυσεν. Ἡ στάμνος ἡ τό οὐράνιον μάννα χωρήσασα τήν Παρθένον διετύπωσεν.

Ἡ κλῖμαξ τοῦ Ἰακώβ, δι᾿ ἧς κατέβη ὁ Θεός, τήν Παρθένον προεσήμηνεν. Ὁ πόκος ὁ ἔνδροσος τήν Παρθένον προϋπέγραψεν. Αὐτός ὁ Ναός τῆς Ἱερουσαλήμ τόν Ναόν τόν ἔμψυχον τοῦ Παμβασιλέως ὑπετύπωσεν. Ἡ λαβίς ἡ μυστική, ἥν εἶδεν ὁ Ἡσαΐας, ἡ λαβοῦσα τόν ἄνθρακα ἐκ τοῦ θυσιαστηρίου, τήν Παρθένον ὑπέδειξε, τήν συλλαβοῦσαν ἐν γαστρί τον θεῖον ἄνθρακα Χριστόν. Τό ὄρος τό ἀλατόμητον ἐξ οὗ ἐτμήθη ὁ ἀκρογωνιαῖος λίθος Χριστός τήν Παρθένον προδιετύπωσεν.

Πῶς ἤδη ἡ Παρθένος ἡ προωρισμένη γενέσθαι μήτηρ Θεοῦ, ἡ ἐκλελεγμένη ἐκ πασῶν τῶν γενεῶν, ἡ προδιατυπωθεῖσα διά τοιούτων μυστικῶν συμβολικῶν παραστάσεων, ἡ ἀφιερωμένη τῷ Θεῷ, ἠδύνατο νά ἀποβῇ σύζυγος τοῦ Ἰωσήφ; Οὐδέποτε! Οὐδέποτε! Ἡ Παρθένος ἦν πρό τόκου Παρθένος, καί ἐν τόκῳ Παρθένος, καί μετά τόκον πάλιν Παρθένος διέμεινε. Τά ἅγια οὐδέποτε γίνονται κοινά· τά ἀφιερωθέντα τῷ Θεῷ μόνῳ τῷ Θεῷ ἀνήκουσι· διό καί ἱερόσυλοι οἱ συλῶντες τά ἱερά καί ἀσεβεῖς θεωροῦνται καί ἄξιοι κατακρίσεως, ὅτι τά τῷ Θεῷ ἀφιερωθέντα ἐσύλησαν.

Ὁ Εὐαγγελιστής Λουκᾶς περί τῆς ἀειπαρθενίας τῆς Παναγίας Μητρός τοῦ Κυρίου ἱστορεῖ τά ἑξῆς· «Τῷ ἕκτω μηνί ἀπεστάλη ὁ ἄγγελος Γαβριήλ ὑπό τοῦ Θεοῦ εἰς πόλιν τῆς Γαλιλαίας, ᾗ ὄνομα Ναζαρέτ, πρός παρθένον μεμνηστευμένην ἀνδρί, ᾧ ὄνομα Ἰωσήφ, ἐξ οἴκου Δαβΐδ καί τό ὄνομα τῆς παρθένου Μαριάμ. Καί εἰσελθών ὁ ἄγγελος πρός αὐτήν εἶπε· Χαῖρε, κεχαριτωμένη· ὁ Κύριος μετά σοῦ· εὐλογημένη σύ ἐν γυναιξίν. Ἡ δέ ἰδοῦσα διεταράχθη ἐπί τῷ λόγῳ αὐτοῦ, καί διελογίζετο, ποταμός εἴη ὁ ἀσπασμός οὗτος. Καί εἶπεν ὁ ἄγγελος αὐτῇ· Μή φοβοῦ, Μαριάμ εὗρες γάρ χάριν παρά τῷ Θεῷ. Καί ἰδού συλλήψῃ ἐν γαστρί, καί τέξῃ υἱόν καί καλέσεις τό ὄνομα αὐτοῦ Ἰησοῦν. Οὗτος ἔσται μέγας καί υἱός ὑψίστου κληθήσεται. Καί δώσει αὐτῷ Κύριος ὁ Θεός τόν θρόνον Δαυΐδ τοῦ Πατρός αὐτοῦ· καί βασιλεύσει ἐπί τόν οἶκον Ἰακώβ εἰς τούς αἰῶνας, καί τῆς βασιλείας αὐτοῦ οὐκ ἔσται τέλος. Εἶπε δέ Μαριάμ πρός τόν ἄγγελον· Πῶς ἔσται μοι τοῦτο, ἐπεί ἄνδρα οὐ γινώσκω; Καί ἀποκριθείς ὁ ἄγγελος εἶπεν αὐτῇ· Πνεῦμα Ἅγιον ἐπελεύσεται ἐπί σέ, καί δύναμις ὑψίστου ἐπισκιάσει σοι· διό καί τό γεννώμενον ἅγιον κληθήσεται Υἱός Θεοῦ…Εἶπε δέ Μαριάμ· «Ἰδού ἡ δούλη Κυρίου· γένοιτό μοι κατά τό ῥῆμά σου. Καί ἀπῆλθεν ἀπ᾿ αὐτῆς ὁ ἄγγελος».

Ἐκ τῆς διηγήσεως ταύτης τοῦ Εὐαγγελιστοῦ Λουκᾶ δηλοῦται α´) ὅτι ἡ μεμνηστευμένη τῷ Ἰωσήφ Μαριάμ, οὖσα ἐν τῇ οἰκίᾳ τοῦ Ἰωσήφ διετέλει παρθένος. β´) ὅτι θαυμάζει περί τοῦ τρόπου τῆς πληρώσεως τῶν λόγων τοῦ ἀγγέλου ὡς μή γνοῦσα ἄνδρα καί ὡς μή γνωσομένη τοιοῦτον· διότι ἐάν προὔκειτο νά ἔλθῃ εἰς γάμου κοινωνίαν τῷ Ἰωσήφ, ἦν λίαν φυσικόν, μεμνηστευμένη οὖσα, νά ὑποθέσῃ ὅτι ὁ ἄγγελος διαλέγεται αὐτῇ περί τοῦ συλληφθησομένου ἐκ τοῦ γάμου· ἀλλ᾿ οὐχ ὑπέθεσε, διότι ἀφιερωμένη ἦν τῷ Θεῷ· γ´) ἡ τοῦ Ἀγγέλου ἀναγγελία, ὅτι εὗρε χάριν παρά τῷ Θεῷ, δηλοῖ ὅτι αὕτη ἐξελέγη, ἵνα γίνῃ καί διατελῇ μήτηρ τοῦ Θεοῦ· διό καί ἔστιν εὐλογημένη ἐν γυναιξί.

Πῶς εἶναι ἤδη δυνατόν νά ὑποθέσῃ τις ὅτι ἡ ἀφιερωμένη τῷ Θεῷ Παρθένος, ἡ εὑροῦσα χάριν παρά τῷ Θεῷ, ὅπως γίνῃ Μήτηρ τοῦ Λόγου τοῦ Θεοῦ, ἡ εὐλογημένη ἐν γυναιξίν, ἡ γενομένη ἔμψυχος ναός τοῦ Σωτῆρος, αὕτη ἐγκαταλείπει τό θεῖον κλέος και αὐτόν τόν θεῖον Υἱόν ἵνα γίνῃ μήτηρ υἱῶν ἀνθρώπου καί μερίζει τήν ἀγάπην καί τήν φροντίδα τήν ὀφειλομένην πρός τό θεῖον τέκνον καί πρός ἄλλα τέκνα; Οἱ τοιαῦτα ὑποτιθέντες ἀγνοοῦσι τί ἐστιν ἀγάπη τρωθείσης καρδίας ἐκ τῆς ἀγάπης τοῦ θείου, καί μάλιστα κόρης Θεομήτορος.

Ὁ εὐαγγελιστής Ματθαῖος ἱστορῶν τήν γέννησιν τοῦ Σωτῆρος λέγει ὅτι ὁ ἄγγελος Κυρίου ἐφανερώθη τῷ Ἰωσήφ καί ἐγνώρισεν αὐτῷ τήν σύλληψιν τῆς παρθένου Μαρίας ἐκ Πνεύματος Ἁγίου· καί ὅτι τοῦτο ὅλον γέγονεν ἵνα πληρωθῇ τό ῥηθέν ὑπό τοῦ Κυρίου διά τοῦ προφήτου λέγοντος· «Ἰδού ἡ παρθένος ἐν γαστρί ἕξει καί τέξεται υἱόν καί καλέσουσι τό ὄνομα αὐτοῦ Ἐμμανουήλ, ὅ ἐστι μεθερμηνευόμενον μεθ᾿ ἡμῶν ὁ Θεός». Ἐνταῦθα παρατηροῦμεν ὅτι ὁ Ἄγγελος, ἐν ᾧ, καλεῖ τήν Μαριάμ γυναῖκα τοῦ Ἰωσήφ, ἐν τούτοις βεβαιοῖ αὐτήν παρθένον.

Ἀλλά, καί τοι οὕτω σαφῶς εἰσιν εἰρημένα τά περί τῆς ἀειπαρθενίας τῆς Θεοτόκου, τινές παρεξηγοῦντες τούς λόγους τοῦ Εὐαγγελιστοῦ τούς ῥηθέντας ἐπί τούτῳ ὅπως δείξῃ ὅτι ὁ μονογενής υἱός τῆς Παρθένου ἐκ τῆς Παρθένου ἐγεννήθη ὡς καί συνελήφθη ὑπό τῆς Παρθένου, ὑποθέτουσιν ὅτι μετά τόν θεῖον τοκετόν ἔτεκεν αὕτη καί ἄλλα τέκνα, συνάγοντες τό συμπέρασμα ἐκ τῆς ἑξῆς περικοπῆς τοῦ Εὐαγγελίου· «Καί παρέλαβε τήν γυναῖκα αὑτοῦ καί οὐκ ἐγίνωσκεν αὐτήν, ἕως οὗ ἔτεκε τόν υἱόν αὐτῆς τόν πρωτότοκον». Ἀλλ᾿ ἀγνοοῦσι φαίνεται οἱ τό τοιοῦτον συμπέρασμα συνάγοντες, ὅτι τό «ἕως οὗ» καί τό «πρωτότοκος» ἐν τῇ Γραφῇ εἰσι δηλωτικά ἐννοίας πολύ διαφόρου τῆς κοινῆς ἐννοίας.

Τό «ἕως οὗ», ὁσάκις ἀπαντᾷ ἐν τῇ Ἁγία Γραφῇ, δηλοῖ τό διηνεκές, καθώς καί ὁ θεῖος Χρυσόστομος λέγει· «Τοῦτο ἀκούοντες μή ὑποπτεύσωμεν διά τοῦ ἕως ὅτι μετά αὐτήν ἔγνω· τό γάρ ἕως ἔθος ἐστί τῇ Γραφῇ πολλάκις τιθέναι εἰς τό διηνεκές· οἷον «οὐχ ὑπέστρεψεν ὁ κόραξ εἰς τήν κιβωτόν, ἕως οὗ ἐξηράνθη ἡ γῆ»· καί τοι γε οὐδέ μετά ταῦτα ἐπέστρεψε». Καί ὁ Ἰσίδωρος· «Τό ἕως ὡς τό «ἕως ἄν θῶ τούς ἐχθρούς σου ὑποπόδιον τῶν ποδῶν σου» καί τό «ἕως ἄν κατηγηράσητε ἐγώ εἰμι», καί τό «οὐκ ἐπέστρεψε ἡ περιστερά πρός τόν Νῶε ἕως τοῦ ξηρανθῆναι τό ὕδωρ», ἅπερ εἰσί διηνεκῶς εἰρημένα. Νοητέον δέ καί οὕτως· «οὐκ ἐγίνωσκεν αὐτήν πόθεν συνέλαβεν «ἕως οὗ ἔτεκε» καί εἶδε τά γενόμενα σημεῖα.»

Ἐπίσης καί τό «πρωτότοκος» ἔχει ἐν τῇ Γραφῇ ἄλλην σημασίαν. Ὁ Ζυγαδηνός λέγει «Πρωτότοκον δέ λέγει νῦν οὐ τόν πρῶτον ἐν ἀδελφοῖς, ἀλλά τόν καί πρῶτον καί μόνον· ἔστι γάρ τι καί τοιοῦτον εἶδος ἐν ταῖς σημασίαις τοῦ πρωτοτόκου. Καί γάρ πρῶτον ἔστιν ὅτε τόν μόνον ἡ Γραφή καλεῖ. Ὡς τό «ἐγώ εἰμι Θεός πρῶτος καί μετ᾿ ἐμέ οὐκ ἔσται ἕτερος» (Ἡσ. μδ´, 6). Ὁ δέ Μέγας Βασίλειος ἐν τῇ ὁμιλίᾳ εἰς τήν γέννησιν τοῦ Χριστοῦ λέγει· «Οὐ πάντως ὁ πρωτότοκος πρός τούς ἐπιγινομένους ἔχει τήν σύγκρισιν, ἀλλ᾿ ὁ πρῶτον διαγοίγων μήτραν πρωτότοκος ὀνομάζεται». Καί ὁ Θεοφύλακτος ἐν κεφ. ΙΙ τοῦ Λουκᾶ (σελ. 315) λέγει· «Πρωτότοκον υἱόν ὠνόμασε τῆς Παρθένου τόν Κύριον, καί τοι μή δευτέρου τινός τεχθέντος, εἰκότως· πρωτότοκος γάρ λέγεται καί ὁ πρῶτος τεχθείς, κἄν μή δεύτερος ἐπετέχθη». Καί ὁ αὐτός πάλιν ἐν κεφ. Ι πρός Κολοσσαεῖς (σελ. 635) λέγει· «Ὁ πρωτότοκος οὐ πάντως πρός τούς ἑξῆς λέγεται παρά τῇ Γραφῇ, ἀλλ᾿ ἀπολύτως οὕτως, ὁ πρῶτος τεχθείς. Οὕτως οὖν καί ἡ Θεοτόκος Μαριάμ ἔτεκεν αὐτόν τόν κατά σάρκα πρωτότοκον οὐκ ἔχοντα πάντως ἀδελφούς ἐφεξῆς αὐτῷ· μονογενής γάρ καί ἐκ ταύτης».

Ὁ Παῦλος ἐν τῇ πρός Ρωμαίους ἐπιστολῇ (η´ 29) καλεῖ τόν Χριστόν «πρωτότοκον ἐν πολλοῖς ἀδελφοῖς»· καί ἐν Κολοσσαεῖς (α´ 15) καλεῖ τόν Χριστόν πρωτότοκον πάσης κτίσεως, λέγων· «Ὅς ἐστιν εἰκών τοῦ Θεοῦ τοῦ ἀοράτου, πρωτότοκος πάσης κτίσεως· ὅτι ἐν αὐτῷ ἐκτίσθη τά πάντα»· καί ἐν στίχῳ 18 λέγει· «καί αὐτός ἐστι κεφαλή τοῦ σώματος, τῆς Ἐκκλησίας· ὅς ἐστιν ἀρχή, πρωτότοκος ἐκ τῶν νεκρῶν». Καί ἐν τῇ πρός Ἑβραίους (α´ 5-6) λέγει· «Υἱός μου εἶ σύ, ἐγώ σήμερον γεγέννηκά σε· καί πάλιν· ἐγώ ἔσομαι αὐτῷ εἰς πατέρα, καί αὐτός ἔσται μοι εἰς Υἱόν· ὅταν δέ πάλιν εἰσαγάγῃ τόν πρωτότοκον εἰς τήν οἰκουμένην λέγει· Καί προσκυνησάτωσιν αὐτῷ πάντες ἄγγελοι Θεοῦ»· καί ἐν κεφ. ιβ´ 23 τήν Ἐκκλησίαν καλεῖ «Ἐκκλησίαν πρωτοτόκων».

Ἐκ τῶν χωρίων τούτων δηλοῦται ὅτι τό πρωτότοκος ἐν τῇ Γραφῇ, ὁσάκις λέγεται περί τοῦ Σωτῆρος ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, ἐκφράζει τήν ἔννοιαν τοῦ μονογενής· ὥστε τό πρωτότοκος εἶναι ἴσον τῷ μονογενής.

Ὁ Θεοφύλακτος σαφηνίζων τοῦτο λαμπρῶς λέγει· «Ἐκ πατρός πρωτότοκος, οὐχ ὡς πρός τά λοιπά κτίσματα, ἀλλ᾿ ἀπολύτως· μονογενής γάρ καί κατά τήν ἄνω γέννησιν» (ἐν τῷ μέρει Ἀπόστολοι σελ. 346). Καί ὁ Μέγας Βασίλειος· «Εἰ δέ πρωτότοκος νεκρῶν εἴρηται διά τό αἴτιος εἶναι τῆς ἐκ νεκρῶν ἀναστάσεως, οὕτω καί πρωτότοκος κτίσεως διά τό αἴτιος εἶναι τοῦ ἐξ οὐκ ὄντων εἰς τό εἶναι παραγαγεῖν τήν κτίσιν» (κατά Εὐνομιανῶν). Οἱ αἱρετικοί Εὐνομιανοί, οἱ ἀρνούμενοι τήν ἀειπαρθενίαν τῆς Θεοτόκου, καί οἱ σημερινοί ὀπαδοί αὐτῶν ὡς δευτέραν ἔνστασιν προσάγουσι τά ἐν τοῖς εὐαγγελισταῖς ἀπαντῶντα χωρία, ἐν οἷς ἀναφέρονται ἀδελφοί τοῦ Ἰησοῦ (Ματθ. ιβ´ 46-48, 49, Μαρκ. ς´. 3, Ἰωάν. β´. 17, ζ´. 3), ἀλλ᾿ ἐκ τούτων δέν ἕπεται ποσῶς, ὅτι οἱ ἀδελφοί οὗτοί εἰσι τέκνα τῆς Παναγίας Παρθένου

Μαρίας. Ἐν ταῖς ἁγίαις Γραφαῖς καλοῦνται ἀδελφοί καί οἱ συγγενεῖς. Ἐπί παραδείγματι ὁ Ἀβραάμ καί ὁ Λώτ ὠνομάσθησαν ἀδελφοί (Γεν. ιγ´. 8). ἐν ᾧ ὁ Λώτ ἦτο ἀνεψιός τοῦ Ἀβραάμ (Γεν. ιβ´ 4, 5, ιδ´ 14-16). Ὁ Ἰακώβ καί ὁ Λάβαν ὠνομάσθησαν ἐπίσης ἀδελφοί, ἐν ὧ ὁ Ἰακώβ ἦτο ἀνεψιός τοῦ Λάβαν ὡς υἱός τῆς ἀδελφῆς αὐτοῦ Ρεβέκκας, συζύγου τοῦ Ἰσαάκ (Γεν. κη´ καί κθ´ καί λς´ καί λζ´). Ἐν ταύτῃ τῇ ἐννοίᾳ ἐπίσης δέον νά ληφθῇ καί ἡ ἐπωνυμία ἀδελφοί τοῦ Κυρίου, ἤτοι οἱ πλησίον συγγενεῖς καί οὐχί ἀδελφοί ὁμομήτριοι. Διότι οἱ καλούμενοι ἀδελφοί τοῦ Κυρίου εἰσί τέκνα τοῦ Ἰωσήφ ἐκ τῆς πρώτης αὐτοῦ γυναικός.

Ὅτι δέ ἡ Θεοτόκος μόνον τόν Ἰησοῦν ἀφράστως ἔτεκε μαρτυροῦσι α´) οἱ λόγοι τοῦ Σωτῆρος οἱ ἀπό τοῦ Σταυροῦ πρός τήν Μητέρα ἑαυτοῦ καί πρός τόν Ἰωάννην, δι᾿ ὧν συνίστα πρός μέν τόν Ἰωάννην τήν Μητέρα ἑαυτοῦ ὡς Μητέρα τοῦ Ἰωάννου, πρός δέ τήν Μητέρα τόν Ἰωάννην ὡς Υἱόν αὐτῆς (Ἰωάν. ιθ´. 26). Ἐάν ἡ Μήτηρ τοῦ Ἰησοῦ εἶχε καί ἕτερα τέκνα, ἡ σύστασις αὕτη ἦν ὅλως περιττή· τά τέκνα αὐτῆς θά ἐφρόντιζον περί αὐτῆς. β´) Ἡ ἀρχαιοτάτη παράδοσις περί τῆς ἀειπαρθενίας τῆς Θεοτόκου, ἥτις ἐπιβεβαιοῖ τοῦτο. γ´) Ἡ καταδίκη τῶν Εὐνομιανῶν καί ὅλων ἐκείνων τῶν αἱρετικῶν τῶν ἀρνουμένων τήν ἀειπαρθενίαν τῆς ὑπεραγίας Δεσποίνης ἡμῶν Θεοτόκου καί ἀειπαρθένου Μαρίας ὑπό τῶν ἁγίων Οἰκουμενικῶν Συνόδων, ἥτις μαρτυρεῖ ἐπίσης τό ἑνιαῖον φρόνημα τῆς μιᾶς ἁγίας καθολικῆς καί Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας περί τῆς ἀειπαρθενίας τῆς Θεοτόκου.

Τό περί τῆς ἀειπαρθενίας τῆς ὑπεραγίας Θεοτόκου δόγμα στηρίζεται ἐπί ἀκραδάντου βάσεως, τῆς χριστιανικῆς ἀρχαιότητος καί ὁμολογεῖται ὑπό τῶν ἀρχαιοτάτων τῆς Ἐκκλησίας Πατέρων.

Ἰγνάτιος ὁ θεοφόρος, ἀποστολικός Πατήρ, μαθητής Ἰωάννου τοῦ Ἀποστόλου καί θέμεθλος τῆς Ἀντιοχέων Ἐκκλησίας ἐν τῇ πρός Ἐφεσίους ἐπιστολῇ καλεῖ τήν Θεοτόκον Μαρίαν Παρθένον. Προστίθησι δέ τάδε· «Τρία τινά ἔλαθον τόν ἄρχοντα τοῦ αἰῶνος τούτου, τουτέστι τόν Διάβολον· ἡ παρθενία Μαρίας, ὁ τοκετός Αὐτῆς καί ὁ θάνατος τοῦ Κυρίου». «Οὗτος ἐκυοφορήθη ἐκ Μαρίας κατ᾿ οἰκονομίαν ἐκ σπέρματος μέν Δαυΐδ, πνεύματος δέ Ἁγίου…Καί ἔλαθε τόν ἄρχοντα τοῦ αἰῶνος τούτου ἡ παρθενία Μαρίας, ὁ τοκετός Αὐτῆς, ὁμοίως καί ὁ θάνατος τοῦ Κυρίου». Ἄρα ὑπερφυσικῶς ἔτεκεν ἡ Θεοτόκος Μαρία, καί Παρθένος, ὡς ἦν, μετά τόκον διέμεινεν. Ἐντεῦθεν ὁ θεῖος οὗτος πατήρ τόν τοκετόν τοῦτον ὀνομάζει Μυστήριον, ἐπισυνάπτων τοῖς εἰρημένοις· «Τρία μυστήρια κραυγῆς, ἅτινα ἐν ἡσυχία ἐπράχθη, ἡμῖν δέ ἐφανερώθη».

Κατά τάς ἀρχάς δέ τοῦ Β´ αἰῶνος καί ὁ Εἰρηναῖος, ἐπίσκοπος Λουγδούνων, ἀντιπολεμῶν πρός τούς τήν παρθενίαν τῆς Θεοτόκου πολεμοῦντας Θεοδοτίωνα, Ἀκύλαν κτλ. κηρύττει ἀπολύτως τήν Θεοτόκον Μαρίαν Παρθένον, λέγων· «Καθώς ἐκείνη (ἡ Εὔα) ἔχουσα μέν τόν Ἀδάμ, παρθένος δέ εἰσέτι ὑπάρχουσα… παρακούσασα, καί ἑαυτῇ καί παντί τῷ ἀνθρωπίνῳ γένει αἰτία ἐγένετο θανάτου, οὕτω καί ἡ Μαρία προωρισμένον μέν ἔχουσα ἄνδρα, παρθένος δέ οὖσα ὑπακούσασα, καί ἑαυτῇ καί παντί τῷ ἀνθρωπίνῳ γένει αἰτία ἐγένετο σωτηρίας».

Καί πάλιν· «ὅ ἔδησεν ἡ Εὔα παρθένος δι᾿ ἀπιστίαν, τοῦτο ἔλυσεν ἡ Παρθένος Μαρία διά τήν πίστιν». Καί πάλιν· «Ὥσπερ ἐκείνη (ἡ Εὔα) διά λόγου ἀγγέλου ἀπεχωρίσθη, ὥστε ἐκφεύγειν τόν Θεόν, ὡς παραβᾶσα τό ρῆμα αὐτοῦ, οὕτω καί αὕτη (ἡ Μαρία) δι᾿ ἀγγελικοῦ λόγου εὐηγγελίσθη, ὥστε βαστάζειν τόν Θεόν, ὡς ὑπακούσασα τῷ ῥήματι Αὐτοῦ. Ἐκείνη μέν παρήκουσε τοῦ Θεοῦ, αὕτη δε ἐπείσθη ὑπακοῦσαι τῷ Θεῷ, ὥστε τῆς παρθένου Εὔας ἡ Παρθένος Μαρία ἐγένετο συνήγορος». (Adνer. Haeres III, c. 21 § 4 καί V, c, 19).

Ὁ δέ Ὡριγένης ὡσαύτως λέγει: «Αὕτη ἡ παρθένος Θεόν ἐγέννησε καί μήτηρ ἐγένετο, ἀλλά τήν παρθενίαν οὐκ ἀπέβαλεν». (ὁμιλ. Α´. εἰς Ματθ.).

Καί ὁ Ἅγιος Ἐπιφάνιος (ἐν Αἱρέσ. οη´) διακηρύττει τά ἑξῆς· «Τίς ποτε Μαρίαν εἰπών καί διερωτηθείς οὐχί τήν παρθένον προσέθετο;» Ὁ δέ Ἱερώνυμος, ἀκμάσας περί τά μέσα τοῦ Δ´ αἰῶνος, κατά τοῦ αἱρετικοῦ Πελαγίου γράφων, λέγει· «Μόνος ὁ Χριστός τάς πύλας τῆς παρθενικῆς μήτρας ᾐνέωξεν, αἵ καί ἑξῆς κεκλεισμέναι διέμειναν» (διάλογ. β´).

Καί ὁ ἱερός Αὐγουστῖνος, ὡσαύτως περί τά μέσα τοῦ Δ´ αἰῶνος, ἐδίδασκε τάδε· «Ἡ Μαρία τόν τύπον ἐν ἑαυτῇ τῆς Ἁγίας Ἐκκλησίας ἐνέδειξεν· ὥσπερ τόν Υἱόν γεννῶσα παρθένος διέμεινεν, οὕτως αὕτη ἐν παντί καιρῷ τά μέλη ἑαυτῆς γεννᾷ καί τῆς παρθενίας οὐ στέρεται». (De symbol. Ad Catech. Libr. IV, 1). Καί ἐν τῷ περί παρθενίας (κεφ. 4) ὁ αὐτός τά ἑξῆς· «Ἡ Παρθενία τῆς Μαρίας εἶναι τοσούτῳ μᾶλλον πολύτιμος καί κεχαριτωμένη, ὅσω εἶναι ἀφιερωμένη τῷ Θεῷ παρ᾿ αὐτῆς τῆς Παρθένου πρό τῆς συλλήψεως αὐτῆς τοῦ Χριστοῦ.

Τοῦτο δέ δείκνυται ἐκ τῶν λόγων αὐτῆς πρός τόν Ἄγγελον τόν εὐαγγελισάμενον αὐτῇ τήν σύλληψιν· «Πῶς ἔσται μοι τοῦτο, ἐπεί ἄνδρα οὐ γινώσκω;» Βεβαίως ἡ παρθένος δέν θά ὡμίλει οὕτως ἐάν αὕτη δέν εἶχε ὁριστικῶς ὑποσχεθῇ τῷ Θεῷ νά μείνῃ Παρθένος. Ἀλλ᾿ ὡς τοῦτο ἦτο ἐναντίον τοῖς Ἰουδαϊκοῖς ἤθεσιν αὕτη ἐμνηστεύθη μετά ἀνδρός δικαίου, ὅστις ὤφειλεν οὐ μόνον νά σέβηται αὐτήν, ἀλλ᾿ ἔτι νά καθιστᾶ καί τοῖς ἄλλοις σεβαστόν ὅ,τι αὕτη ἀφιέρωσε τῷ Θεῷ».

Ὁ δέ Τερτυλλιανός λέγει· «Εἰς παρθένον ἔτι τήν Εὔαν εἶχεν εἰσέλθῃ ὁ λόγος ὁ τῆς ζωῆς ποιητικός, ὥστε τό ἀπολεσθέν διά τοιούτου φύλου (τῆς γυναικός), διά τοῦ αὐτοῦ πάλιν φύλου νά ἀποκαταστηθῇ». De carne Christi cap. 17).

Ὁ Μέγας δέ καί Οὐρανοφάντωρ Βασίλειος, ὄχι μόνον Παρθένον, ἀλλά καί ἀειπάρθενον κηρύττει τήν Θεοτόκον, λέγων ἐν τῷ εἰς τήν Γέννησιν τοῦ Χριστοῦ λόγῳ ὅτι «οὐκ ἐπαύσατό ποτε παρθένος εἶναι ἡ Θεοτόκος», καί διατρανῶν ὅτι οὐδέ εἶναι δυνατόν τά ὦτα τῶν φιλοχρίστων νά καταδεχθῶσαι νἀκούσωσι τό ἐναντίον· «Διά τό μή καταδέχεσθαι τῶν φιλοχρίστων τήν ἀκοήν, ὅτι ποτέ ἐπαύσατο εἶναι παρθένος ἡ Θεοτόκος, ἐκείνας ἡγοῦμαι τάς μαρτυρίας αὐτάρκεις».

Καί ὁ χρυσοῦς τήν γλῶτταν Ἰωάννης ἐν τῷ εἰς τόν Εὐαγγελισμόν λόγῳ (πθ´), πρός τήν Παρθένον ἀποτεινόμενος, λέγει· «Εὗρες νυμφίον φυλάσσοντά σου τήν παρθενίαν». Καί ἀλλαχοῦ «Δέσποιναν ἁγίαν καί ἀειπαρθένον» τήν Θεοτόκον καλεῖ (ὁμιλ. LXII tομ. VI). Καί πάλιν· «Θεοτόκον καί ἀειπαρθένον Μαρίαν» (ὁμιλ. CXI τόμ.V).

Κύριλλος ὁ Ἀλεξανδρείας «ἀπειρόζυγον δάμαλιν» καλεῖ τήν Παρθένον. Καί ὁ ἅγιος Ἀθανάσιος ὁ μέγας, περί τῆς Παναγίας Παρθένου λαλῶν, λέγει· «Διό καί Παρθενομήτωρ, ὡς Θεοτόκος, ἡ ἁγία Παρθένος» (τόμ. ΙΙ σελ. 34).

Καί αὐτός δέ ὁ Ἀρεοπαγίτης Διονύσιος ἐν τῷ περί οὐρανίου Ἱεραρχίας (IV σελ. 49) «Θεομήτορα τήν Παναγίαν Παρθένον» καλεῖ.

Ὁ δέ Γρηγέντιος (ἐν ταῖς συζητήσεσι πρός Ἰουδαῖον) «ἀείπαιδα καί Θεοτόκον» τήν Μαρίαν ὀνομάζει. Καί ὁ Καισάριος ἐν διαλόγῳ (ἐρωτήσει ΧΧ) λέγει· «ἡ θεανδρική τοῦ λόγου ἐκ τῆς ἀείπαιδος Μαρίας προέλευσις». Καί Τίτος ὁ Βόστρων «πανάμωμον» τήν ὄντως πανάμωμον ἀποκαλεῖ.

Αὐτή ἡ Ἐκκλησία τέλος εἰς ἀρχαιοτάτας αὑτῆς ᾠδάς ὑμνεῖ τήν Παναγίαν Παρθένον Μαρίαν, ὡς θεοτόκον, θεογεννήτριαν, ἀειπαρθένον, θεομήτορα, παρθενομήτορα, ἀπειρόγαμον μητέρα, ἄγαμον νύμφην, μητροπάρθενον, φαεσφόρον, ναόν ἔμψυχον, ἀνύμφευτον νύμφην, ἁγνείας θησαύρισμα, χώραν ἀνήροτον, σκηνήν ἐπουράνιον. Συνελέξαμεν δέ πλέον τῶν ἑκατόν τιμητικῶν ἐπιθέτων τῆς Θεοτόκου ἐκφραστικῶν τοῦ περί τῆς ἀειπαρθενίας Αὐτῆς φρονήματος τῆς ἁγίας ἡμῶν ἐκκλησίας. Πολλά δέ τούτων εὑρίσκονται καί ἐν τοῖς συγγράμμασι ἀρχαίων τῆς Ἐκκλησίας Πατέρων.

Ἡ ὑμνῳδία ἄλλως τῆς ἁγίας ἡμῶν Ἐκκλησίας ἐκφράζει τό στερρόν τῆς καθόλου ἐκκλησίας φρόνημα τό ἐπικρατῆσαν ἐν αὐτῇ ἀπό τῶν πρώτων αἰώνων καί μέχρις ἡμῶν διασωθέν. Ἐκεῖ δέ ὅπου λαλεῖ ἡ οἰκουμενική ἐκκλησία σιγησάτω πᾶσα γλῶσσα βροτεία· διότι ὅταν ὁμιλῇ ἡ ἐκκλησία, ὁμιλεῖ τό πνεῦμα τοῦ Θεοῦ τό ἅγιον· ὁ δέ τῇ ἐκκλησίᾳ ἀντιλέγων τῷ Πνεύματι τῷ ἁγίῳ ἀντιλέγει.

Ἀντιλέγουσι δέ τῷ ὄντι τῷ Πνεύματι τῷ ἁγίῳ οἱ τήν ἀειπαρθενίαν τῆς Θεοτόκου ἀρνούμενοι, ὡς ἀρνούμενοι, αὐτήν τήν ἀλήθειαν, ἥν καί διά τῶν κατά τόπους καί καιρούς θεοφόρων Πατέρων καί διά αὐτῶν τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων ἡ Ἐκκλησία ἐκύρωσεν ὡς παράδοσιν ἁγίαν καί ἀποστολικήν πάντοτε, πανταχοῦ καί ὑπό πάντων τῶν εὐσεβῶν καί ὀρθοδόξων παραδεδεγμένην.

Αὐτή ἡ Α´ Οἰκουμενική Σύνοδος, ἡ ἐν Νικαίᾳ συγκροτηθεῖσα, διακηρύττει φαεινῶς τήν ἀειπαρθενίαν τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου ἐν αὐτῷ τῷ Συμβόλῳ τῆς Πίστεως, λέγουσα περί τῆς σαρκώσεως τοῦ Χριστοῦ καί τῆς θείας ἐναναθρωπήσεως, ὅτι ἐγένετο «ἐκ Πνεύματος Ἁγίου καί Μαρίας τῆς Παρθένου». Ἡ ἐπίσημος δέ αὕτη ἀνακήρυξις τῆς παρθενίας τῆς Θεοτόκου ὑπό Οἰκουμενικῆς Συνόδου ἐκφράζει τό πνεῦμα τῆς καθόλου Ἐκκλησίας ἀπό τῶν ἀποστολικῶν χρόνων. Οὐχ ἧττον τό δόγμα τοῦτο καί οἰκουμενικαί καί τοπικαί καί ἐπαρχιακοί Σύνοδοι ὡς δόγμα πίστεως ἀπαράβατον ἐπεκύρωσαν.

Ἡ ΣΤ´ μάλιστα οἰκουμενική Σύνοδος μακρόν ποιεῖται λόγον περί τῆς παρθενίας καί ἀειπαρθενίας τῆς Θεοτόκου (ἐν πράξει ια´) καί κηρύττει τήν Θεοτόκον παρθένον πρό τόκου καί ἐν τόκῳ καί μετά τόκον. Ὁμοίως καί ἐν τῷ Α´ κανόνι ἡ Σύνοδος αὕτη ἀνομολογεῖ τήν Θεοτόκον ἀειπάρθενον, κηρύττουσα ἕνα Χριστόν, τόν υἱόν τοῦ Θεοῦ σαρκωθέντα καί τήν αὐτόν τεκοῦσαν ἀσπόρως ἀειπάρθενον, κυρίως καί κατ᾿ ἀλήθειαν Θεοτόκον. Ἡ δέ ἐν Τρούλλῳ Σύνοδος καλεῖ τήν παρθένον «ἄχραντον παρθενομήτορα» (ἐν Κανόνι LXXIX).

Πᾶσαι αὗται αἱ μαρτυρίαι τῶν Ἁγίων Πατέρων καί τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων, τῶν διατηρησασῶν ἀναλοίωτον τήν ἱεράν ἀποστολικήν παράδοσιν, εἰσίν ἱκαναί ὅπως πείσωσι καί πληροφορήσωσι πάντας τούς πιστεύοντας ἐν καθαρᾷ καρδίᾳ εἰς τάς ἀληθείας τῆς Ἐκκλησίας. Οὐχ ἧττον τήν ἀλήθειαν καί τό κῦρος τῆς ἀληθείας τῶν οἰκουμενικῶν συνόδων δέχεται οὐ μόνον ἡ Δυτική ἐκκλησία ἀλλά καί αὐτή ἡ Ἀγγλικανική. Ἐπί τοῦ κύρους δέ τούτου στηριζόμενοι καί μεγάλοι ἄνδρες τῆς Ἀγγλικανικῆς ἐκκλησίας ἀποδέχονται τήν ἀειπαρθενίαν τῆς Θεοτόκου. Οὕτως ὀ Νέλσων λέγει· «Τό ἰδίως ἔξοχον καί ἀσύγκριτον προνόμιον ἐκείνης τῆς μητρός, ἡ ὀφειλομένη ἐξαίρετος τιμή καί προσκύνησις εἰς ἐκεῖνον τόν υἱόν, ἥτις παρ᾿ αὐτῆς πάντοτε προσηνέχθη αὐτῷ, τό σέβας πρός ἐκεῖνο τό Ἅγιον Πνεῦμα τό ἐπισκιάσαν αὐτήν, ἡ υἱϊκή ἀγαθότης καί εὐσέβεια τοῦ Ἰωσήφ, ᾧτινι ἐδόθη ὡς νύμφη, ἐπληροφόρησαν τήν Ἐκκλησίαν τοῦ Θεοῦ καθ᾿ ὅλους τούς αἰῶνας, ὥστε νά πιστεύσῃ ὅτι αὕτη (ἡ Θεοτόκος) εἰσέτι ἐξακολουθεῖ οὖσα εἰς τήν ἰδίαν Παρθενίαν. Καί λοιπόν ἡμεῖς ἔχομεν χρέος νά ὁμολογῶμεν Αὐτήν Παρθένον Μαρίαν» (Nelsons Fest. London 1732 pag. 172).

Καί ὁ John Pearson λέγει: «Ὅταν λέγηται· «ἐγώ πιστεύω εἰς τόν Ἰησοῦ Χριστόν τόν γεννηθέντα ἐκ τῆς παρθένου Μαρίας», διά τούτου πρέπει νά ἐννοῶμεν τόσον· «ἐγώ συνομολογῶ τοῦτο, ὡς ἀληθεστάτην καί ἀλανθαστοτάτην ἀλήθειαν, ἤγουν ὅτι ὑπῆρξε γυνή τις ὀνόματι Μαρία, νύμφη τοῦ Ἰωσήφ τοῦ ἐκ Ναζαρέτ, ἥτις πρό καί μετά τά νυμφεῖα ὑπῆρξε καθαρά καί ἄμωμος Παρθένος, καί ἐνῷ ἦτο καί ἠκολούθει νά εἶναι εἰς τοιαύτην παρθενίαν, συνέλαβε, διά τῆς ἀμέσου τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἐνεργείας, ἐν τῇ μήτρᾳ αὑτῆς τόν μονογενῃ Υἱόν τοῦ Θεοῦ· καί μετά τόν φυσικόν τῶν ἄλλων γυναικῶν καιρόν, ἐγέννησεν αὐτόν, ὡς πρωτότοκον αὑτῆς Υἱόν, ἀκολουθοῦσα εἰσέτι νά εἶναι ὁποία καθαρωτάτη καί μόνη ἄμωμος παρθένος». (Παράβλ. Καί Ἐπιστολμ. Διατριβή ἤτοι ἀνασκευή τῆς ὑπό τοῦ Κ. Ἀλβέρτου ἀπαντήσεως ὑπέρ τῆς ἀειπαρθενίας τῆς Θεοτόκου Μαρίας ὑπό Ἀρσένη Παύδη. Κέρκυρα 1850).

Οὕτω λοιπόν καί διά τῶν Ἁγίων Συνόδων καί διά τῶν Θεοφόρων Πατέρων καί διά τῆς ἐν γένει ἀποστολικῆς καί Ἐκκλησιαστικῆς παραδόσεως, καθώς καί διά τῆς μαρτυρίας αὐθεντικοῦ κύρους ἀνδρῶν ἀλλοδόξων, ἐπικυροῦται καί ἐπιστηρίζεται τό ἑδραῖον καί ἀκλόνητον τῆς ἁγίας ἡμῶν Ἐκκλησίας δόγμα περί τῆς ἀειπαρθενίας τῆς Παναχράντου καί Παναμώμου τοῦ Κυρίου ἡμῶν Μητρός.

Εἰς ἐπισφράγισιν τῶν ὅσων περί τῆς ἀειπαρθενίας τῆς παναγίας Μητρός τοῦ Κυρίου εἴπομεν, παραθέτομεν ἐνταῦθα καί τά θαυμάσια ταῦτα ρήματα τοῦ Μεγάλου Φωτίου, ἅτινα ἔγραψε «Γρηγορίῳ τῷ παρακανδιδάτῳ, αἰτησαμένῳ λύσιν ἀπορίας».

«Ὁ ἀσπασμός ἄνωθεν· ἡ σύλληψις ἄσπορος, κύησις ἄφραστος, ὠδῖνες ἀλόχευτοι· σφραγίς τῆς παρθενίας, ἡ τῶν ὠδίνων διάλυσις, (ὁ γάρ τόκος ἄφθορος καί ἡ τεκοῦσα παρθένος καί μετά γέννησιν). Ὁ Θεός ἐν σαρκί τό τικτόμενον· χορός ἀγγέλων ᾆσμα τό θαῦμα ποιούμενοι· ἔνθα τοσούτων καί τηλικούτων συνδρομήν, πῶς ἄν τις διαμφισβητήσειε, κἄν πάντα ἀσεβεῖν ἔθετο μελέτην, ὅτι μή οὐχί παρθένος ἡ παρθένος καί μέχρι τέλους διέμεινεν; Εἰ δέ τό «οὐκ ἐγίνωσκεν αὐτήν, ἕως οὗ ἔτεκε τόν υἱόν αὐτῆς τόν πρωτότοκον», ὑπόθεσιν βλασφημίας ἑαυτοῖς τινες ἀνευρίσκουσιν, ἴστωσαν, ὡς ἡ τῶν ἀχράντων λογίων ἀλήθεια τό μέν παράδοξον καί ὑπερφυές καί ὑπέρ κατάληψιν ἠβουλήθη παραστῆσαι, ὅπερ ἐστί τόκος ἄνευ ἀνδρός ἐπιγνώσεως· τό δέ μετά ταῦτα νοεῖν κατέλιπεν ὡς ἀκόλουθον. Τό γάρ τήν ἐν τόκῳ παρθενεύουσαν καί τό λοιπόν διά βίου παρθενεύειν, οὔτε καινόν ὅλως ἤ παράδοξον, ἀλλά καί τοῖς προηγιασμένοις ἐξ ἀναγκαίου μᾶλλον ἑπόμενον. Ἄλλως τε δέ καί τῶν Ἰουδαίων τέως ἐπιστομίζειν ἔγνω τό βλάσφημον, οἵ ἐκ πορνείας τόν ἄσπορον τόκον διέσυρον· διό καί πρός τήν ἐκείνων ἵσταται κακόνοιαν, δι᾿ ᾧν τρανοῖ καί ἀνακηρύττει τῆς τεκούσης τό ἀνέπαφον. Κἀκεῖνο δέ συνιέτωσαν, ὅτι μηδ᾿ αὐτάς τάς λέξεις, ἐξ ὧν οἱ θεῖοι χρησμοί, συνιέναι ἠβουλήθησαν· εἰ γάρ ἄν τό «Ἕως» κατέμαθον ἐνίοτε μέν πρός ἀντιδιαστολήν τοῦ ἐφεξῆς χρόνου παραλαμβανόμενον, ἐνίοτε δέ ἐπί δηλώσει μεγάλων μέν ἔργων καί θεοπρεπῶν·καθάπερ καί νῦν, οὐ τήν πρός ἀντιδιαστολήν ἑτέρου χρόνου τινός, ἀλλά καί τοὐναντίον εἰς ὑποδήλωσιν ἀπεράντου διαστήματος.

Καί ἀνά χεῖρα τά παραδείγματα· «Ἀνατελεῖ γάρ ἐν ταῖς ἡμέραις αὐτοῦ δικαιοσύνη καί πλῆθος εἰρήνης, ἕως οὗ ἀνταναιρεθῇ ἡ σελήνη·» καί, «Κάθου ἐκ δεξιῶν μου (ἀνάγραπτός ἐστιν ὁ Πατήρ λέγων τῷ Υἱῷ) ἕως ἄν θῶ τούς ἐχθρούς σου ὑποπόδιον τῶν ποδῶν σου·» καί, «Ἰδού, ἐγώ μεθ᾿ ὑμῶν εἰμι (πάλιν ὁ Σωτήρ τοῖς μαθηταῖς φησιν) ἕως τῆς συντελείας τοῦ αἰῶνος». Καί δῆλον ὡς ἐνταῦθα τό ἕως οὗ χρονικόν τι μεθόριον καί πέρας παρεισάγει, μέγεθος δέ θείων πραγμάτων ἡ λέξις συμπαραδηλοῦσα εἰς ἀπεριόριστον παράτασιν τόν νοῦν τῶν ἐντυγχανόντων ἀναπέμπει. Οὐ μόνο δέ, ἀλλά καί τρίτον ἐστίν ἰδεῖν αὐτοῦ σημαινόμενον, δι᾿ οὗ μέγα μέν καί ὑπέρογκον οὐδέν ὑποδηλοῦται, ἁπλῶς δέ τό ἐναντίον τοῦ προτέρου ἕως διασημαίνεται· ὡς τό, «Οὐκ ἀνέστρεψε πρός τόν Νῶε ἡ περιστερά, ἕως τοῦ καταξηρανθῆναι τήν γῆν·» καί, «Ἕως ἄν καταγηράσητε, (ἀλλαχοῦ φησιν) ἐγώ εἰμι ὁ Θεός»· καί ἄλλα μυρία, δι᾿ ὧν εὔδηλον καί τοῖς λίαν ἐθελοκωφοῦσι καθίσταται, ὡς ἀντί τοῦ διηνεκῶς καί εἰς τόν αἰῶνα ἡ λέξις παραλαμβάνεται. Ὅταν οὖν δείξωσιν οἱ πάντα θρασεῖς, μετά τήν τῆς σελήνης ἀναίρεσιν, τήν τοῦ Χριστοῦ καί Θεοῦ ἡμῶν δικαιοσύνην εἰς τό μή ὄν καταδύουσαν, καί τό πλῆθος αὐτοῦ τῆς εἰρήνης μειούμενον, καί εἰς ἔχθραν διαχεόμενον· καί μετά γε τό ὑποτεθεικένει τούς ἐχθρούς αὑτοῦ ὑπό τούς πόδας αὐτοῦ, τῆς δεξιῶν καθέδρας τοῦ Πατρός παρακινούμενον· (τόδε τό βλάσφημον εἰς τάς τῶν ἀναισχυντούντων κεφαλάς·) εἶτα δέ καί μετά τήν συντέλειαν τοῦ αἰῶνος, ὅτε μᾶλλον τοῖς μαθηταῖς ἡ οἰκείωσις, αὐτῶν ἀφιστάμενον· καί ἐπειδάν καταγηράσωσιν οἱ τότε ἄνθρωποι, μηκέτι ὄντα τόν Θεόν· εἰ βούλει δέ, καί τήν περιστεράν μετά τό ξηρανθῆναι τήν γῆν πρός τόν Νῶε ἀναστρέψασαν, τότε διαπορείτωσαν, καί εἰ μετά τόν ἄρρητον καί παρθένιον τόκον, ἀνδρός ὁμιλίαν ἡ παρθένος ἐμελέτησεν. Εἰδέ μή κατ᾿ ἐντολήν ἔγραφον, πλείους ἄν, Θεοῦ διδόντος, τάς ἀποδείξεις σοι παρεθέμεθα· ἀλλ᾿ ἱκανά καί ταῦτα οἷς μή μετά τῆς ἀγνοίας καί ἡ διάνοια προσαπώλετο.»

_________________

«Σταυρός, ο φύλαξ πάσης της οικουμένης.
Σταυρός, η ωραιότης της Εκκλησίας.
Σταυρός, βασιλέων το κραταίωμα.
Σταυρός, πιστών το στήριγμα.
Σταυρός, αγγέλων η δόξα
και των δαιμόνων
το τραύμα»


Κορυφή
 Προφίλ  
Απάντηση με παράθεση  
UNREAD_POSTΔημοσιεύτηκε: Πέμ 26 Σεπ 2013, 22:10 
Χωρίς σύνδεση
Site Admin
Site Admin
Άβαταρ μέλους

Εγγραφή: Τρί 08 Ιαν 2008, 14:48
Δημοσιεύσεις: 10521
Ἁγ. Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου

εω-11. Πάλι σήμερα ἔχουμε χαρμόσυνες εἰδήσεις, πάλι ἔχουμε μηνύματα ἐλευθερίας, πάλι ἔχουμε μία ἀνάκληση ἀπὸ τὴν πτώση καὶ μία ἐπάνοδο στὴ ζωή, μία ὑπόσχεση εὐφροσύνης καὶ μία ἀπαλλαγὴ ἀπὸ τὴ δουλεία. Ἕνας ἄγγελος συνομιλεῖ μὲ τὴν Παρθένο, γιὰ νὰ μὴν ξαναμιλήσει ὁ διάβολος μὲ γυναίκα. Λέει ἡ Γραφή· «Τὸν ἕκτο μήνα τῆς ἐγκυμοσύνης τῆς Ἐλισάβετ στάλθηκε ἀπὸ τὸν Θεὸ ὁ ἄγγελος Γαβριὴλ σὲ μία παρθένο, ποὺ ἦταν μνηστευμένη μὲ ἕναν ἄνδρα». Στάλθηκε ὁ Γαβριήλ, γιὰ νὰ ἀποκαλύψει τὴν παγκόσμια σωτηρία τῶν ἀνθρώπων. Στάλθηκε ὁ Γαβριήλ, νὰ φέρει στὸν Ἀδὰμ τὴ βέβαιη ἀποκατάστασή του. Στάλθηκε ὁ Γαβριήλ, στὴν παρθένο, γιὰ νὰ μεταβάλει τὴν ἀτιμία τοῦ γυναικείου φίλου σὲ τιμή. Στάλθηκε ὁ Γαβριήλ, γιὰ νὰ προετοιμάσει τὸν νυμφικὸ θάλαμο, ὥστε νὰ εἶναι ἀντάξιος γιὰ τὸν ἀμόλυντο Νυμφίο. Στάλθηκε ὁ Γαβριήλ, γιὰ νὰ συντελέσει νὰ νυμφευθεῖ τὸ πλάσμα μὲ τὸν πλάστη.

Στάλθηκε ὁ Γαβριήλ, στὸ ἔμψυχο παλάτι τοῦ βασιλιᾶ τῶν ἀγγέλων. Στάλθηκε ὁ Γαβριὴλ στὴν παρθένο ποὺ ἦταν ἀρραβωνιασμένη μὲ τὸν Ἰωσήφ, ἀλλὰ ποὺ προοριζόταν γιὰ τὸν Ἰησοῦ, τὸν Υἱὸ τοῦ Θεοῦ. Στάλθηκε ὁ ἀσώματος δοῦλος σὲ ἀμόλυντη παρθένο. Στάλθηκε ὁ χωρὶς ἁμαρτίες σ’ αὐτὴν ποὺ δὲν θὰ γνώριζε τὴ φθορά. Στάλθηκε ὁ λύχνος, γιὰ νὰ ἀναγγείλει τὸν ἥλιο τῆς δικαιοσύνης. Στάλθηκε ὁ ὄρθρος, ποὺ ἔρχεται πρὶν ἀπὸ τὸ φῶς τῆς ἡμέρας. Στάλθηκε ὁ Γαβριήλ, γιὰ νὰ διαλαλήσει αὐτὸν ποὺ βρίσκεται στοὺς κόλπους τοῦ Πατέρα καὶ στὴν ἀγκαλιὰ τῆς μητέρας. Στάλθηκε ὁ Γαβριήλ, γιὰ νὰ δείξει αὐτὸν ποὺ κάθεται σὲ θρόνο ἀλλὰ καὶ σὲ σπηλιά. Στάλθηκε ἕνας στρατιώτης, γιὰ νὰ διατυμπανίσει τὸ μυστήριο τοῦ μεγάλου βασιλιᾶ. Χαρακτηρίζω μυστήριο αὐτὸ ποὺ γίνεται κατανοητὸ μὲ τὴν πίστη καὶ δὲν ἐξερευνᾶται μὲ τὴ φιλομάθεια, πρόκειται γιὰ μυστήριο ποὺ εἶναι ἄξιο προσκυνήσεως καὶ ὄχι σχολαστικῆς ἐξετάσεως, δηλαδὴ γιὰ μυστήριο ποὺ εἶναι ἀντικείμενο θεολογικῆς ἔρευνας καὶ ὄχι γιὰ κάτι ποὺ ὑπόκειται σὲ ἀκριβῆ μέτρηση.

2. « Τὸν ἕκτο μήνα στάλθηκε ὁ Γαβριὴλ στὴν παρθένο». Ποιὸν ἕκτο μήνα; Ποιόν; Ἀπὸ τότε ποὺ ἡ Ἐλισάβετ δέχθηκε τὸ χαρμόσυνο μήνυμα, ἀπὸ τότε ποὺ συνέλαβε τὸν Ἰωάννη. Ἀπὸ ποῦ τὸ συμπεραίνουμε αὐτό; Τὸ ἀποκαλύπτει ὁ ἴδιος ὁ ἀρχάγγελος ὅταν λέει στὴν Παρθένο· « νά, ἡ Ἐλισάβετ ἡ συγγενής σου καὶ αὐτὴ συνέλαβε γιὸ στὰ γεράματά της. Κι αὐτὸς εἶναι ὁ ἕκτος μήνας τῆς ἐγκυμοσύνης της, αὐτῆς ποὺ θεωροῦνταν στείρα». Ὁ ἕκτος μήνας λοιπὸν εἶναι ὁ ἕκτος μήνας ἀπὸ τὴ σύλληψη τοῦ Ἰωάννη. Ἔπρεπε λοιπὸν ὁ στρατιώτης νὰ φθάσει πρῶτος, ἔπρεπε ὁ ἀκόλουθος νὰ προηγηθεῖ, ἔπρεπε νὰ προπορευθεῖ αὐτὸς ποὺ θὰ ἀποκάλυπτε τὴ δεσποτικὴ παρουσία.

«Τὸν ἕκτο μήνα στάλθηκε ὁ ἄγγελος Γαβριὴλ στὴν Παρθένο, ποὺ ἦταν ἀρραβωνιασμένη μὲ ἕναν ἄνδρα», ἀρραβωνιασμένη ὄχι παντρεμένη· ἀρραβωνιασμένη, ἀλλὰ ἄθικτη. Γιατί ἦταν ἀρραβωνιασμένη; Γιὰ νὰ μὴ μάθει πολὺ γρήγορα ὁ διάβολος τὸ μυστήριο. Γιὰ τὸ ὅτι ἐπρόκειτο διὰ μέσου Παρθένου νὰ ἔλθει ὁ Βασιλιάς, αὐτὸ τὸ γνώριζε ὁ πονηρός, γιατί εἶχε ἀκούσει τὶς προφητεῖες τοῦ Ἠσαΐα ποὺ ἔλεγαν· « Νά, θὰ συλλάβει ἡ παρθένος καὶ θὰ γεννήσει γιό». Κάθε φορά λοιπόν, ὅπως εἶναι φυσικό, ἐξέταζε ὅ,τι ἀναφερόταν στὴν παρθένο, ὥστε ὅταν ἀντιληφθεῖ ὅτι ὁλοκληρώνεται αὐτὸ τὸ μυστήριο, νὰ προετοιμάσει τὶς κατηγορίες του. Γιʼ αὐτὸ ὁ Δεσπότης ἦλθε στὴ γῆ διὰ μέσου ἀρραβωνιασμένης, γιὰ νὰ ξεγελάσει δηλαδὴ τὸν πονηρό, ἀφοῦ αὐτὴ ὄντας ἀρραβωνιασμένη ἐξασφάλιζε αὐτό.

3. «Τὸν ἕκτο μήνα στάλθηκε ὁ ἄγγελος Γαβριὴλ σὲ μία Παρθένο, ποὺ ἦταν ἀρραβωνιασμένη μὲ κάποιον ποὺ λεγόταν Ἰωσήφ». Ἄκουσε, ἀκροατή, τί λέει ὁ προφήτης γιʼ αὐτὸν τὸν ἄνθρωπο καὶ γιʼ αὐτὴν τὴν παρθένο. «Θὰ δοθεῖ αὐτὸ τὸ κλειστὸ βιβλίο σὲ ἕναν ἄνθρωπο, ποὺ γνωρίζει γράμματα». Τί σημαίνει κλειστὸ βιβλίο, ἢ τί σημαίνει γενικὰ ἡ ἀμόλυντη παρθένος; Ἀπὸ ποιοὺς θὰ δοθεῖ; Εἶναι φανερὸ πὼς θὰ δοθεῖ ἀπὸ τοὺς ἱερεῖς. Σὲ ποιόν; Στὸν Ἰωσὴφ τὸν μαραγκό. Οἱ ἱερεῖς λοιπὸν ἀρραβώνιασαν τὴ Μαρία μὲ τὸν Ἰωσήφ, ἐπειδὴ ἦταν σώφρονας, καὶ τὴν ἔδωσαν σ’ αὐτὸν περιμένοντας τὸν καιρὸ τοῦ γάμου καὶ αὐτὸς βέβαια ἐπρόκειτο παίρνοντας τὴν νὰ φυλάξει ἀμόλυντη τὴν Παρθένο. Αὐτὸ πρὶν ἀπὸ πολλὰ χρόνια ὁ προφήτης τὸ προφήτεψε· «Θὰ δοθεῖ αὐτὸ τὸ κλειστὸ βιβλίο σὲ ἕναν ἄνθρωπο, ποὺ γνωρίζει γράμματα» καὶ ὁ ὁποῖος θὰ πεῖ· «δὲν μπορῶ νὰ τὸ διαβάσω». Γιατί Ἰωσὴφ δὲν μπορεῖς; Αὐτὸς θὰ ἀπαντήσει· «Δὲν μπορῶ νὰ τὸ διαβάσω, γιατί τὸ βιβλίο εἶναι κλειστό». Γιὰ ποιὸν φυλάγεται; «Φυλάγεται γιὰ κατοικία τοῦ Δημιουργοῦ τοῦ σύμπαντος».

4. Ἀλλὰ ἂς ξαναγυρίσουμε στὸ θέμα μας. «Τὸν ἕκτο μήνα στάλθηκε ὁ Γαβριὴλ στὴ Παρθένο» καὶ εἶχε πάρει περίπου τέτοιες ἐντολὲς ἀπὸ τὸν Θεό. «Ἔλα λοιπόν, ἀρχάγγελε, γίνε ὑπηρέτης τοῦ φοβεροῦ καὶ κρυμμένου μυστηρίου, ἐξυπηρέτησε τὸ θαῦμα. Βιάζομαι ἐξαιτίας τῆς εὐσπαχνίας μου νὰ κατέβω ἀπὸ τὸν οὐρανὸ καὶ νὰ ἀναζητήσω τὸν πλανεμένο Ἀδάμ. Ἡ ἁμαρτία ἐξασθένησε τὸν ἄνθρωπο, ποὺ πλάσθηκε σύμφωνα μὲ τὴν εἰκόνα μου, σάπισε τὸ δημιούργημα τῶν χεριῶν μου καὶ θάμπωσε τὴν ὀμορφιὰ πού ἔπλασα. Ὁ λύκος κατατρώει τὸ δημιούργημά μου, εἶναι ἔρημη ἡ θέση του στὸν παράδεισο, τὸ δένδρο τῆς ζωῆς φυλάγεται ἀπὸ τὴν πύρινη ρομφαία, ἔχει κλείσει πιὰ ὁ τόπος τῆς τρυφῆς. Ἐπιθυμῶ νὰ ἐλεήσω τὸν κατατρεγμένο ἄνθρωπο καὶ νὰ συλλάβω τὸν ἐχθρὸ διάβολο. Ἐπιθυμῶ αὐτὸ τὸ μυστήριο νὰ μὴν τὸ μάθουν ὅλες οἱ οὐράνιες δυνάμεις, σὲ σένα μόνο τὸν ἐμπιστεύομαι. Πήγαινε λοιπὸν στὴν παρθένο Μαρία. Πήγαινε στὴ ζωντανὴ πόλη, γιὰ τὴν ὁποία ὁ προφήτης ἔλεγε· «Πόλη τοῦ Θεοῦ, δοξασμένα καὶ ἐξαίσια εἰπώθηκαν γιὰ σένα». Πήγαινε στὸν λογικό μου παράδεισο, πήγαινε πρὸς τὴν πύλη τῆς ἀνατολῆς, πήγαινε στὸ ἄξιο κατοικητήριο τοῦ Λόγου μου, πήγαινε στὸν δεύτερο οὐρανὸ ποὺ βρίσκεται πάνω στὴ γῆ, πήγαινε στὸ ἐλαφρὸ καὶ ταχυκίνητο σύννεφο, πληροφόρησε τὴν γιὰ τὴ βροχὴ τῆς παρουσίας μου, πήγαινε στὸ ἁγίασμα ποὺ ἑτοιμάστηκε γιὰ μένα, πήγαινε στὸν νυμφικὸ κοιτώνα τῆς ἐνανθρωπήσεως, πήγαινε στὸν ἀμόλυντο νυμφικὸ κοιτώνα τῆς κατὰ σάρκα γεννήσεώς μου. Μίλησε στὰ αὐτιὰ τῆς λογικῆς κιβωτοῦ, προετοίμασέ τα νὰ μ’ ἀκούσουν χωρὶς νὰ τὰ τρομάξεις, οὔτε νὰ ταράξεις τὴν ψυχὴ τῆς Παρθένου. Κόσμια ἐμφανίσου στὸν ἔμψυχο ναό μου, πὲς σ’ αὐτὴν πρῶτα τὴ χαρούμενη εἴδηση. Ἐσὺ πὲς στὴ Μαριὰμ τὸ «Χαῖρε Κεχαριτωμένη», ὥστε ἐγὼ νὰ ἐλεήσω τὴν ἐξουθενωμένη Εὔα».

5. Τ’ ἄκουσε αὐτὰ ὁ ἀρχάγγελος καὶ ὅπως ἦταν φυσικὸ μονολογοῦσε· «Παράξενη εἶναι αὐτὴ ἡ ὑπόθεση, ξεπερνάει κάθε σκέψη αὐτὸ ποὺ εἰπώθηκε. Ὁ φοβερὸς στὰ Χερουβίμ, ὁ ἀθέατος στὰ Σεραφίμ, ὁ ἀκατάληπτος σ’ ὅλες τὶς οὐράνιες ἀγγελικὲς δυνάμεις, ὑπόσχεται μία ξεχωριστὴ ἐπικοινωνία στὴν κόρη, προμηνύει μία αὐτοπρόσωπη παρουσία του, μᾶλλον ὑπόσχεται μία εἴσοδο διὰ μέσου τῆς ἀκοῆς καὶ βιάζεται αὐτὸς πού καταδίκασε τὴν Εὔα νὰ δοξάσει τόσο πολὺ τὴ θυγατέρα της; Λέει “ἂς ἑτοιμαστεῖ ἡ εἴσοδός μου διὰ μέσου τῆς ἀκοῆς”. Ὅμως εἶναι δυνατὸν ἀνθρώπινη κοιλιὰ νὰ χωρέσει τὸν ἀχώρητο; Πραγματικὰ αὐτὸ τὸ μυστήριο εἶναι φοβερό».

Ἐνῶ αὐτὰ εἶχε στὸ νοῦ του ὁ ἄγγελος, ὁ Δεσπότης τοῦ λέει· «Γιατί ταράζεσαι καὶ παραξενεύεσαι Γαβριήλ; Δὲν σ’ ἔστειλα προηγουμένως στὸν ἱερέα Ζαχαρία; Δὲν τοῦ μετέφερες τὴ χαρμόσυνη εἴδηση τῆς γεννήσεως τοῦ Ἰωάννη; Δὲν ἐπέβαλες τὴν τιμωρία τῆς σιωπῆς στὸν ἱερέα πού δὲν σὲ πίστεψε; Δὲν καταδίκασες τὸν γέροντα σὲ ἀφωνία; Ἐσὺ δὲν τὸ ἀνακοίνωσες κι ἐγὼ τὸ ἐπικύρωσα; Δὲν ἀκολούθησε τὴ χαρμόσυνη εἴδησή σου ἡ πράξη; Δὲν συνέλαβε ἡ στείρα γυναίκα; Δὲν ὑπάκουσε ἡ μήτρα της; Δὲν ἐξαφανίστηκε ἡ ἀρρώστια τῆς ἀτεκνίας; Δὲν ὑποχώρησε ἡ ἀπραξία τῆς φύσης; Τώρα δὲν κυοφορεῖ αὐτὴ πού προηγουμένως ἦταν στείρα; Μήπως γιὰ μένα τὸν Δημιουργὸ ὑπάρχει κάτι πού εἶναι ἀκατόρθωτο; Πῶς λοιπὸν σὲ κυρίεψε ἡ ἀμφιβολία;».

6. Τί ἀπάντησε ὁ ἄγγελος; « Δέσποτα, τὸ νὰ θεραπεύσεις τὰ σφάλματα τῆς φύσης, τὸ νὰ ἠρεμήσεις τὴν τρικυμία τῶν παθῶν τῶν ἀνθρώπων, τὸ νὰ ἀνακαλέσεις στὴ ζωὴ νεκρωθέντα ἀνθρώπινα μέλη, τὸ νὰ διατάξεις τὴ φύση ὥστε νὰ γεννήσει μία στείρα γυναίκα, τὸ νὰ θεραπεύσεις τὴ στείρωση σὲ γερασμένα μέλη, τὸ νὰ μετασχηματίσεις ἕνα γερασμένο ξερὸ καλάμι σὲ χλοερό, τὸ νὰ κάνεις τὴν ἄγονη γῆ ξαφνικὰ πηγὴ σπαρτῶν, εἶναι πράγματα ποὺ γίνονται πάντοτε μὲ τὴ δική σου δύναμη. Μάρτυρες ποὺ ἀποδεικνύουν ὅλα τὰ παραπάνω εἶναι ἡ Σάρρα, ἡ Ρεβέκκα καὶ ἡ Ἄννα, οἱ ὁποῖες, ἐνῶ ἦταν ὑποδουλωμένες στὴ φοβερὴ ἀσθένεια τῆς στειρώσεως, ἀπελευθερώθηκαν ἀπὸ σένα. Τὸ νὰ γεννήσει ὅμως παρθένος χωρὶς τὴ συμμετοχὴ ἄνδρα, αὐτὸ ξεπερνάει ὅλους τούς νόμους τῆς φύσης, ἀλλὰ καὶ προαναγγέλει τὴ δική σου παρουσία στὴν κόρη. Ἐσένα δὲν σὲ χωροῦν τὰ πέρατα τοῦ οὐρανοῦ καὶ τῆς γῆς, πῶς θὰ σὲ χωρέσει μία παρθενικὴ μήτρα;». Ὁ Δεσπότης ἀπάντησε· «Πῶς μὲ χώρεσε ἡ σκηνὴ τοῦ Ἀβραάμ;». Ὁ ἄγγελος εἶπε· « Ἐπειδή, Δέσποτα, ὑπῆρχε ἕνα πέλαγος φιλοξενίας, ἐκεῖ ἐμφανίστηκες στὸν Ἀβραάμ, δηλαδὴ στὴ σκηνή του, ποὺ ἦταν δίπλα στὸ δρόμο καὶ τὴ ξεπέρασες, ἐπειδὴ τὰ πάντα γεμίζει ἡ παρουσία σου. Πῶς θὰ φέρεις τὸ πῦρ τῆς θεότητος στὴ Μαριάμ; Ὁ θρόνος σου φλέγεται ἀκτινοβολώντας ἀπὸ τὴν αἴγλη σου καὶ θὰ μπορέσει ἡ εὐκολόκαυστη παρθένος νὰ σὲ δεχτεῖ;».

Ὁ Δεσπότης λέει· «Πράγματι, ἂν ἡ φωτιὰ στὴν ἔρημο ἔβλαψε τὴ βάτο, κατὰ τὸν ἴδιο τρόπο καὶ ἡ παρουσία μου θὰ βλέψει τὴ Μαρία. Ἂν ἐκείνη ἡ φωτιά, ἡ ὁποία σκιαγραφοῦσε τὴν παρουσία ἀπὸ τὸν οὐρανὸ τῆς θεϊκῆς φωτιᾶς πότιζε τὴ βάτο καὶ δὲν τὴν ἔκαιγε, τί θὰ ἔλεγες γιὰ τὴν ἀλήθεια πού κατεβαίνει ἀπὸ τὸν οὐρανὸ ὄχι σὰν πύρινη φλόγα, ἀλλὰ σὰν βροχή;».

Τότε πλέον ὁ ἄγγελος ἐκτέλεσε τὴ διαταγὴ ποὺ πῆρε καὶ ἀφοῦ παρουσιάστηκε στὴν Παρθένο τῆς εἶπε πανηγυρικά· «Χαῖρε, Κεχαριτωμένη, ὁ Κύριος εἶναι μαζὶ σου». Ποτὲ πιὰ ὁ διάβολος δὲν θὰ εἶναι ἐναντίον σου, γιατί τὸ σημεῖο ποὺ πλήγωσε ὁ ἐχθρός σου προηγουμένως, σ’ αὐτὸ πρῶτα–πρῶτα τώρα ὁ ἰατρὸς τῆς σωτηρίας ἐπιθέτει τὸ ἔμπλαστρο. Ἀπὸ ἐκεῖ ὅπου ἐμφανίστηκε ὁ θάνατος, ἀπὸ ἐκεῖ μπῆκε ἡ ζωή. Ἀπὸ τὴ γυναίκα προέρχονται ὅλες οἱ συμφορές, ἀλλὰ καὶ ἀπὸ τὴ γυναίκα πηγάζουν ὅλα τὰ καλά. Χαῖρε Κεχαριτωμένη, μὴ ντρέπεσαι σὰν νὰ εἶσαι αἰτία καταδίκης. Θὰ γίνεις μητέρα αὐτοῦ ποὺ καταδίκασε καὶ λύτρωσε τὸν ἄνθρωπο. Χαῖρε, ἀμίαντη μητέρα τοῦ Νυμφίου Χριστοῦ στὴν ὀρφανὴ ἀνθρωπότητα. Χαῖρε, ἐσὺ ποὺ καταπόντησες στὴ μήτρα σου τὸν θάνατο τῆς μητέρας τῆς ἀνθρωπότητας Εὔας. Χαῖρε, ὁ ζωντανὸς ναὸς τοῦ Θεοῦ. Χαῖρε, σὺ ποὺ εἶσαι ἐξίσου κατοικία οὐρανοῦ καὶ γῆς. Χαῖρε, εὐρύχωρε τόπε τῆς ἀπόρρητης φύσης». Ἀφοῦ ὅλα αὐτὰ ἔτσι ἔχουν, ἐξαιτίας της ἦλθε ὁ γιατρὸς γιὰ τοὺς ἀρρώστους, «ὁ ἥλιος τῆς δικαιοσύνης, γιὰ νὰ φωτίσει αὐτοὺς ποὺ ζοῦν στὸ σκοτάδι», ἡ ἄγκυρα γιὰ ὅλους τούς ταλαιπωρημένους καὶ τὸ ἀσφαλισμένο λιμάνι. Γεννήθηκε ὁ Δεσπότης τῶν δούλων ποὺ μισοῦνται ἀδιάλλαχτα, ὁ σύνδεσμος τῆς εἰρήνης, ἐμφανίσθηκε ὁ λυτρωτὴς τῶν αἰχμαλώτων δούλων, ἡ εἰρήνη αὐτῶν ποὺ βρίσκονται σὲ πόλεμο. «Αὐτὸς βέβαια εἶναι ἡ εἰρήνη μας», τὴν ὁποία εἰρήνη μακάρι νὰ ἀπολαύσουμε ὅλοι μας μὲ τὴ χάρη καὶ τὴ φιλανθρωπία τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, στὸν Ὁποῖο ἀνήκει ἡ δόξα, τιμὴ καὶ δύναμη τώρα καὶ πάντοτε καὶ σ’ ὅλους τούς αἰῶνες. Ἀμήν.

Ἀπό τό βιβλίο ΘΕΟΜΗΤΟΡΙΚΟΝ, τ. β΄, Ἔκδ. ΛΥΔΙΑ

_________________

«Σταυρός, ο φύλαξ πάσης της οικουμένης.
Σταυρός, η ωραιότης της Εκκλησίας.
Σταυρός, βασιλέων το κραταίωμα.
Σταυρός, πιστών το στήριγμα.
Σταυρός, αγγέλων η δόξα
και των δαιμόνων
το τραύμα»


Κορυφή
 Προφίλ  
Απάντηση με παράθεση  
UNREAD_POSTΔημοσιεύτηκε: Σάβ 28 Σεπ 2013, 20:43 
Χωρίς σύνδεση
Site Admin
Site Admin
Άβαταρ μέλους

Εγγραφή: Τρί 08 Ιαν 2008, 14:48
Δημοσιεύσεις: 10521
Λόγος εἰς τὸν Εὐαγγελισμὸ τῆς Θεοτόκου
Ἅγιος Λουκᾶς Κριμαίας


Τρία σημαντικότατα γεγονότα στὴν ἱστορία τοῦ κόσμου ἑορτάζει σήμερα ἡ Ἐκκλησία μας.

To πρῶτο εἶναι ὁ Εὐαγγελισμὸς τῆς Θεοτόκου, τὸν ὁποῖο ἑορτάζουμε σήμερα μὲ χαρὰ καὶ ἀγάπη, ἀλλὰ καὶ μὲ δέος ἐνώπιόν του μεγαλείου του γεγονότος αὐτοῦ, τὸ ὁποῖο ὀνομάζεται «κεφάλαιον» (δηλαδὴ ἀρχὴ) τῆς σωτηρίας μας.

Ἐννέα μῆνες μετὰ τὸν Εὐαγγελισμὸ πραγματοποιήθηκε καὶ τὸ δεύτερο ἀπὸ τὰ σημαντικότερα γεγονότα, ἡ κατὰ σάρκα Γέννηση τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ. Κορυφὴ καὶ ὁλοκλήρωση τῆς σωτηρίας μας θὰ εἶναι ἡ ἀνάσταση τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ μετὰ ἀπὸ ἕνα φρικτὸ θάνατο πάνω στὸ Σταυρό.

Ὄχι μόνο μία φορὰ ἀλλὰ πολλὲς φορὲς φανερώθηκαν στοὺς ἁγίους ἄγγελοι. Ἔξι μῆνες πρὶν τὸν Εὐαγγελισμὸ τῆς Παναγίας Παρθένου Μαρίας στάλθηκε ὁ ἀρχάγγελος Γαβριὴλ στὸν ἱερέα Ζαχαρία, ὁ ὁποῖος ὑπηρετοῦσε στὸ ναό, γιὰ νὰ τοῦ ἀναγγείλει, ὅτι ἀπ’ αὐτὸν θὰ γεννηθεῖ ὁ μεγαλύτερος μεταξὺ τῶν ἀνθρώπων, ὁ Πρόδρομος τοῦ Κυρίου ὁ Ἰωάννης. Καὶ σήμερα ὁ ἴδιος φέρνει τὸ χαρμόσυνο ἄγγελμα στὴν Ὑπεραγία καὶ ἄχραντο Παρθένο Μαρία, ἡ ὁποία ζοῦσε στὸ ταπεινὸ φτωχόσπιτο τοῦ ξυλουργοῦ Ἰωσήφ.

Ὁ διάλογός του μὲ τὴν Παναγία εἶναι τόσο ἅγιος καὶ μεγαλειώδης ποὺ δὲν τολμῶ νὰ τὸν περιγράψω μὲ δικά μου λόγια ἀλλὰ πρέπει νὰ τὸν ἐπαναλάβω μὲ Εὐαγγελικὰ λόγια.

Ὅταν μπῆκε ὁ ἀρχάγγελος στὸ ὑπερῶο, εἶπε:

«Χαῖρε, κεχαριτωμένη· ὁ Κύριος μετὰ σοῦ· εὐλογημένη σὺ ἐν γυναιξίν. ἡ δὲ ἰδοῦσα διεταράχθη ἐπὶ τῷ λόγῳ αὐτοῦ, καὶ διελογίζετο ποταπὸς εἴη ὁ ἀσπασμὸς οὗτος. καὶ εἶπεν ὁ ἄγγελος αὐτῇ· μὴ φοβοῦ, Μαριάμ· εὗρες γὰρ χάριν παρὰ τῷ Θεῷ. καὶ ἰδοὺ συλλήψῃ ἐν γαστρὶ καὶ τέξῃ υἱόν, καὶ καλέσεις τὸ ὄνομα αὐτοῦ ᾿Ιησοῦν. οὗτος ἔσται μέγας καὶ υἱὸς ὑψίστου κληθήσεται, καὶ δώσει αὐτῷ Κύριος ὁ Θεὸς τὸν θρόνον Δαυῒδ τοῦ πατρὸς αὐτοῦ, καὶ βασιλεύσει ἐπὶ τὸν οἶκον ᾿Ιακὼβ εἰς τοὺς αἰῶνας, καὶ τῆς βασιλείας αὐτοῦ οὐκ ἔσται τέλος. εἶπε δὲ Μαριὰμ πρὸς τὸν ἄγγελον· πῶς ἔσται μοι τοῦτο, ἐπεὶ ἄνδρα οὐ γινώσκω; καὶ ἀποκριθεὶς ὁ ἄγγελος εἶπεν αὐτῇ· Πνεῦμα ῞Αγιον ἐπελεύσεται ἐπὶ σὲ καὶ δύναμις ὑψίστου ἐπισκιάσει σοι· διὸ καὶ τὸ γεννώμενον ἅγιον κληθήσεται υἱὸς Θεοῦ. καὶ ἰδοὺ ᾿Ελισάβετ ἡ συγγενής σου καὶ αὐτὴ συνειληφυῖα υἱὸν ἐν γήρει αὐτῆς, καὶ οὗτος μὴν ἕκτος ἐστὶν αὐτῇ τῇ καλουμένῃ στείρᾳ· ὅτι οὐκ ἀδυνατήσει παρὰ τῷ Θεῷ πᾶν ρῆμα. εἶπε δὲ Μαριάμ· ἰδοὺ ἡ δούλη Κυρίου· γένοιτό μοι κατὰ τὸ ρῆμά σου. καὶ ἀπῆλθεν ἀπ᾿ αὐτῆς ὁ ἄγγελος.» (Λουκ. 1, 28-38).

Σᾶς ἔχω πεῖ πολλὰ τὰ προηγούμενα χρόνια γι’ αὐτὸν τὸ μοναδικὸ στὴν Ἱστορία τοῦ κόσμου διάλογο. Ἀλλὰ τώρα θὰ σταθῶ στὰ λόγια τοῦ Ἀρχαγγέλου:

«Πνεῦμα Ἅγιον ἐπελεύσεται ἐπὶ σὲ καὶ δύναμις ὑψίστου ἐπισκιάσει σοι διὸ καὶ τὸ γεννώμενον ἅγιον κληθήσεται υἱὸς Θεοῦ».

Κανεὶς ποτέ, ἀπὸ τὴ δημιουργία τοῦ κόσμου καὶ μέχρι τὴ συντέλειά του, δὲν γεννήθηκε καὶ δὲν θὰ γεννηθεῖ κατὰ τὸν τρόπο, κατὰ τὸν ὁποῖο γεννήθηκε ὁ Θεάνθρωπος Ἰησοῦς Χριστός. Κανεὶς ποτὲ δὲ γεννήθηκε χωρὶς ἄνδρα. Κανεὶς δὲ γεννήθηκε καὶ δὲν θὰ γεννηθεῖ μὲ τὴν ἐπέλευση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Σὲ κανέναν ποτὲ δὲν κατοίκησε τὸ Ἅγιο Πνεῦμα μὲ τέτοια ὁλοκληρωμένη πληρότητα, μὲ τὴν ὁποία ἐγκατοίκησε στὴν Παναγία Παρθένο Μαρία. Κανέναν δὲν ἐπισκίασε ἡ δύναμη τοῦ Ὑψίστου καὶ τὰ μητρικὰ σπλάγχνα καμμίας γυναίκας δὲν ἁγίασε, μὲ τέτοια πληρότητα καὶ δύναμη, ὅπως τὰ σπλάγχνα τῆς Ὑπεραγίας Παρθένου Μαρίας.

Κρατῆστε βαθειὰ στὴν καρδιά σας, αὐτὸ ποὺ σᾶς λέω γιὰ τὴν πλήρη ἑνότητα τοῦ Πνεύματος τοῦ Θεοῦ καὶ τῆς ἀνθρώπινης οὐσίας τῆς Μαρίας.

Ἡ ψυχὴ καὶ τὸ πνεῦμα τοῦ ἄνθρωπου ἔχουν τὴν ἀρχή τους στὸ Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ. To δεύτερο κεφάλαιο τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης λέει, ὅτι ἔπλασε ὁ Θεὸς τὸν πρῶτο ἄνθρωπο, τὸν Ἀδάμ, «χοῦν ἀπὸ τῆς γῆς καὶ ἐνεφύσησεν εἰς τὸ πρόσωπον αὐτοῦ πνοὴν ζωῆς» (Γέν. 2, 7).

Μὲ τὸ Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ μόνο τὸ πνεῦμα τοῦ ἀνθρώπου εἶναι δυνατὸν νὰ κοινωνεῖ, ἐφόσον ἀπὸ Ἐκείνον προέρχεται, ὅπως συμβαίνει καὶ στὴν φύση, συγγενῆ δηλαδὴ μεταξύ τους πράγματα νὰ ἔχουν πραγματικὴ ἐπικοινωνία.

Τὴν δυνατότητα τῆς ἀληθινῆς κοινωνίας μὲ τὸν Θεὸ τὴν διδαχθήκαμε ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸν Κύριό μας Ἰησοῦ Χριστό, ὁ ὁποῖος λέει:

«ἐάν τις ἀγαπᾷ με, τὸν λόγον μου τηρήσει, καὶ ὁ πατήρ μου ἀγαπήσει αὐτόν, καὶ πρὸς αὐτὸν ἐλευσόμεθα καὶ μονὴν παρ’ αὐτῷ ποιήσομεν (Ἰω. 14, 23).

Ἀλλὰ καὶ ὁ ἀπόστολος Παῦλος μὲ κάποια ἔκπληξη ρωτάει τοὺς χριστιανοὺς τῆς Κορίνθου: «Οὐκ οἴδατε ὅτι ναὸς Θεοῦ ἐστε καὶ τὸ Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ οἰκεῖ ἐν ὑμῖν;» (Α’ Κορ. 3, 16).

Ἀπὸ τοὺς βίους τῶν ἁγίων γνωρίζουμε γιὰ μιὰ πραγματικὴ κοινωνία μὲ τὸν Θεό, ποὺ εἶχαν στὴ ζωὴ τοὺς οἱ ἅγιοι τοῦ Θεοῦ. Γνωρίζουμε ὅτι αὐτοὶ ὑπῆρξαν κατοικοιτήρια τοῦ Πνεύματος τοῦ Θεοῦ. Ἀλλὰ ἀκόμα καὶ αὐτὴ ἡ βαθειὰ κοινωνία τους μὲ τὸ Θεὸ δὲν μπορεῖ νὰ συγκριθεῖ μ’ ἐκείνη τὴν εὐλογημένη κατάσταση, ἡ ὁποία ὑπερβαίνει ἀκόμα καὶ τὴν κατάσταση τῶν ἀγγέλων καὶ τῶν ἀρχαγγέλων, στὴν ὅποια βρέθηκε ἡ Ὑπεραγία Παρθένος Μαρία μετὰ τὴν ἐπέλευση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.

Αὐτὸ δὲν μπόρεσε, ἡ καλύτερα, δὲν ἤθελε νὰ ἀντιληφθεῖ ὁ κακότυχος ἐκεῖνος αἱρετικὸς Νεστόριος, ὁ ὁποῖος ἰσχυριζόταν ὅτι ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος γέννησε ἕναν κοινὸ ἄνθρωπο Ἰησοῦ Χριστό, μὲ τὸν ὁποῖο ἀργότερα ἑνώθηκε ὁ Θεός, γι’ αὐτὸ καὶ τὴν Ὑπεραγία Παρθένο Μαρία τὴν ὀνόμαζε Χριστοτόκο καὶ ὄχι Θεοτόκο.

Ἄν, ἔστω καὶ ἐλάχιστο, δίκαιο εἶχε ὁ Νεστόριος, τότε ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστὸς θὰ ἦταν ὄχι ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ καὶ Θεάνθρωπος ἀλλὰ ἕνας ἀπὸ τοὺς πολλοὺς μεγάλους ἁγίους, οἱ ὁποῖοι ὀνομάζονται ἀληθινοὶ ναοὶ καὶ μονὲς τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ γιὰ τὴν ἀπέραντη ἀγάπη τους στὸν Θεὸ καὶ τὴν τέλεια ἐφαρμογὴ στὴ ζωὴ τους τῶν ἐντολῶν τοῦ Χριστοῦ. Ὅπως βλέπετε ὁ Νεστόριος δικαίως ἀναθεματίστηκε ἀπὸ τὴν Τρίτη Οἰκουμενικὴ Σύνοδο.

Σ’ αὐτὸ τὸ σημεῖο θὰ μποροῦσα νὰ τελειώσω τὸν ἐγκωμιαστικό μου λόγο πρὸς τιμὴν τῆς μεγάλης αὐτῆς ἑορτῆς τοῦ Εὐαγγελισμοῦ τῆς Θεοτόκου. Ὅμως δὲν θέλω νὰ προσπεράσω τὰ λόγια ἐκεῖνα τοῦ Ἀρχαγγέλου Γαβριήλ, τὰ ὁποῖα μπαίνουν σὲ κάθε καθαρὴ καρδιά:

«Χαῖρε, κεχαριτωμένη· ὁ Κύριος μετά σοῦ».

Ὅλοι ἐσεῖς, ποὺ εἶστε ὁμόψυχοι μὲ μένα, πέστε μου, μπορεῖ νὰ ὑπάρχει ἀνώτερη καὶ καθαρότερη χαρὰ ἀπὸ αὐτή, ποὺ δίνει ἡ αἴσθηση ὅτι μαζί μας εἶναι ὁ Κύριος! Ὅτι μᾶς ἀγαπᾶ, ἐπειδὴ φυλάσσουμε τὶς ἐντολές Του καὶ ὅτι θὰ ἔλθει μαζὶ μὲ τὸν Ἀναρχο Πατέρα Του καὶ θὰ κατοικήσει μαζί μας!

Τῆς ἀνώτατης αὐτῆς εὐτυχίας καὶ χαρᾶς νὰ μᾶς ἀξιώσει ὁ Κύριος καὶ Θεὸς μας Ἰησοῦς Χριστὸς διὰ πρεσβειῶν τῆς Ὑπεραγίας καὶ Ἀχράντου Παρθένου Μαρίας! Ἀμήν.

_________________

«Σταυρός, ο φύλαξ πάσης της οικουμένης.
Σταυρός, η ωραιότης της Εκκλησίας.
Σταυρός, βασιλέων το κραταίωμα.
Σταυρός, πιστών το στήριγμα.
Σταυρός, αγγέλων η δόξα
και των δαιμόνων
το τραύμα»


Κορυφή
 Προφίλ  
Απάντηση με παράθεση  
Τελευταίες δημοσιεύσεις:  Ταξινόμηση ανά  
Δημιουργία νέου θέματος Απαντήστε στο θέμα  [ 6 Δημοσιεύσεις ] 

Όλοι οι χρόνοι είναι UTC + 2 ώρες [ DST ]


Μέλη σε σύνδεση

Μέλη σε αυτή την Δ. Συζήτηση: Δεν υπάρχουν εγγεγραμμένα μέλη και 2 επισκέπτες


Δεν μπορείτε να δημοσιεύετε νέα θέματα σε αυτή τη Δ. Συζήτηση
Δεν μπορείτε να απαντάτε σε θέματα σε αυτή τη Δ. Συζήτηση
Δεν μπορείτε να επεξεργάζεστε τις δημοσιεύσεις σας σε αυτή τη Δ. Συζήτηση
Δεν μπορείτε να διαγράφετε τις δημοσιεύσεις σας σε αυτή τη Δ. Συζήτηση
Δεν μπορείτε να επισυνάπτετε αρχεία σε αυτή τη Δ. Συζήτηση

Αναζήτηση για:
Μετάβαση σε:  
Powered by phpBB® Forum Software © phpBB Group

Ελληνική μετάφραση από το phpbbgr.com